Παράνομη η αναστολή της θείας λατρείας

 

της Μαρίας Κορνάρου, φοιτήτριας Νομικής

 

Με την από 06/04/2020 ΚΥΑ υπ’ αριθμόν 23093, δημοσιευθείσα στο φύλλο 1178 ΦΕΚ Β΄, απεφασίσθη η επιβολή του μέτρου της προσωρινής απαγορεύσεως της τέλεσης κάθε είδους ιεροπραξιών και ακολουθιών στους θρησκευτικούς χώρους λατρείας για το διάστημα της Μεγάλης Εβδομάδος, ήτοι από 12/04 έως και 20/04. Συγκεκριμένα, προβλέπεται η τέλεση των ακολουθιών κεκλεισμένων των θυρών με την παρουσία ελαχίστων απαραιτήτων προς τούτο προσώπων, η απαγόρευση αναμεταδόσεως μέσω μεγαφώνων της ακολουθίας και η απαγόρευση εισόδου προσκυνητών σε Ιερές Μονές. Ανεπίσημα διευκρινίστηκε επιπλέον ότι απαγορεύεται ατομική λατρεία και προσευχή εντός των ναών, καθώς και η διανομή του Αγίου Φωτός κατ’ οίκον. Το παρόν κείμενο θα παρουσιάσει ορισμένες απόψεις, αποδεκτές και από ειδικούς του νομικού χώρου, οι οποίες διατείνονται ότι τα παραπάνω μέτρα είναι προδήλως παράνομα και δη αντικείμενα στην απολύτως προστατευόμενη από το Σύνταγμα και Διεθνείς Συμβάσεις θρησκευτική ελευθερία.

Θα μπορούσαν να γραφούν σελίδες επί σελίδων για το ζήτημα της θρησκευτικής ελευθερίας, που έχει πυροδοτήσει κοσμογονικές αλλαγές και ανακατατάξεις στην πορεία της ανθρώπινης ιστορίας, με πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό του εποικισμού της Β. Αμερικής από διωκόμενους Προτεστάντες που έβρισκαν εκεί καταφύγιο. Η θρησκεία είναι αλληλένδετη με τον πολιτισμό[1] και την ταυτότητα, έτσι αποτελεί όχημα για την επίτευξη πολιτικών στόχων και έχει καίρια γεωπολιτική σημασία. Για αυτό, η θρησκευτική ελευθερία προστατεύεται απόλυτα,  από πληθώρα νομικών κειμένων (13 Σ, 10 παρ. 1 ΧΘΔΕΕ, 9 παρ. 1 ΕΣΔΑ, 18 ΔΣΑΠΔ), δεν περιλαμβάνεται δε στα αναστελλόμενα δικαιώματα της καταστάσεως πολιορκίας (44 Σ). Είναι αλληλένδετη και με τον συναισθηματικό και ψυχικό κόσμο του ανθρώπου ο οποίος τη χρησιμοποιεί κατά κανόνα ως διέξοδο και παρηγοριά από τα διάφορα δεινά της ζωής. Για αυτό, η ελευθερία της θρησκείας είναι στενά συνδεδεμένη με το δικαίωμα στην προσωπικότητα (5 Σ). Είναι κατ’ εξοχήν κοινωνική υπόθεση, παραμένοντας και ιδιωτικό γεγονός χωρίς όμως να είναι πρωτίστως αυτό, ώστε η σημερινή «κατ’ οίκον εκκλησία» μας απέχει του αληθούς περιεχομένου της έννοιας «θρησκεία».[2]

Η θρησκευτική ελευθερία έχει πληθώρα εκφάνσεων όπως η ελευθερία της θρησκευτικής συνειδήσεως, της λατρείας, της θρησκευτικής εκπαιδεύσεως, που η κάθε μία τους αποτελεί από μόνη της τεράστιο νομικό ζήτημα στον ραγδαία εκκοσμικευμένο νομικό πολιτισμό μας. Από αυτές, η σπουδαιότερη είναι η ελευθερία της λατρείας[3], από την οποία απορρέει το δικαίωμα για την ακώλυτη άσκηση αυτής. Ως λατρεία νοείται η άσκηση θρησκευτικών καθηκόντων με τελετουργική μορφή.[4]  Η ατομική λατρεία δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ικανοποιεί την ελευθερία της λατρείας[5] πλήρως αφού αδυνατεί να ανταποκριθεί στην θρησκευτική συνείδηση των πιστών, η οποία κατά κανόνα περιλαμβάνει και την συμμετοχή σε δημόσιες, υπο ειδικών λειτουργών τελούμενες, τελετουργικές εκδηλώσεις. Η ελευθερία της λατρείας έχει τόσο αμυντική όσο και θετική διάθεση, αφού αξιώνει την μη παρεμπόδιση της εκ μέρους της Πολιτείας αφενός, και την θετική ενέργεια της Πολιτείας προς άρση τυχόν παρεμποδίσεως εκ μέρους τρίτων αφετέρου.[6] Η ελευθερία προς άσκηση της λατρείας αποτελεί τη σπουδαιότερη έκφραση της θρησκευτικής ελευθερίας διότι, μεταξύ άλλων, συνδέεται άμεσα με τη διαμόρφωση και διαιώνιση της θρησκευτικής συνειδήσεως. Δεν είναι τυχαίο ότι καθεστώτα εχθρικά προς ξένα θρησκευτικά δόγματα π.χ. η σύγχρονη Τουρκία θέτουν περιορισμούς και ουσιαστικά καταργούν την ελευθερία της λατρείας στους Χριστιανούς, αποσκοπώντας να αλώσουν τελικά την πίστη τους η οποία θεωρείται κίνδυνος για την διαιώνιση της κρατικής εξουσίας. Στην σημερινή πανδημία, καθώς η ήδη εκκοσμικευμένη Χριστιανική Δύση βρίσκεται σε καθεστώς κεκλεισμένων των ναών, ειδικοί έχουν υποστηρίξει ότι θα επιταχυνθεί η απώλεια θρησκευτικής συνείδησης από τους πιστούς διότι «το να πηγαίνεις στο ναό είναι μία συνήθεια, και όταν κοπεί αυτή η συνήθεια είναι δύσκολο να την αρχίσεις ξανά».[7] Παραδείγματα όπως αυτά μαρτυρούν την στενή σ ύ ν δ ε σ η μεταξύ ελευθερίας της λατρείας και θρησκευτικής συνείδησης, ως δύο όψεις κοινού νομίσματος, ώστε να είναι αδιανόητη η απαγόρευση της μίας και ταυτόχρονα η «προστασία» της άλλης. Χαρακτηριστικά ως προς τη σύνδεση αυτή γράφει ο καθ. Ι. Κονιδάρης «η θρησκευτική ελευθερία θα παρέμενε στην ουσία γράμμα κενό, εάν η ελευθερία της θρησκευτικής συνειδήσεως δεν συνοδευόταν και από τη συνταγματική κατοχύρωση της ελευθερίας της λατρείας».[8]

Η σημερινή απαγόρευση της λατρείας έχει οχυρωθεί πίσω από δύο ισχυρά «συγχωροχάρτια» που πασχίζουν να την παρουσιάσουν σαν μία νόμιμη, θεμιτή, έως και επαινετέα παραβίαση θεμελιώδους δικαιώματος. Οι ίδιοι δικαιολογητικοί λόγοι έχουν προβληθεί και για τις λοιπές υπέρμετρες απαγορεύσεις και καταπατήσεις δικαιωμάτων όπως αυτό της μετακινήσεως και της προσωπικότητας, οι οποίες καταδικάζονται από ορισμένους, πολίτες ή νομικούς, [9]  ως υπερβολικές, αχρείαστες, και αντικείμενο εκμεταλλεύσεως από κυβερνητικούς και διεθνείς παράγοντες. Το ένα είναι η «προσωρινότητα» των μέτρων, που συχνά προβάλλεται ως πανάκεια για την επιβολή μίας δρακόντειας απαγορεύσεως αφού αυτή δεν προορίζεται να διαρκέσει. Το επιχείρημα της προσωρινότητας έχει μάλλον καταρριφθεί από μόνο του καθώς έχει περάσει ήδη ένας μήνας αυτής της κατάστασης, κατά τον οποίο τα μέτρα μάλλον γίνονται δριμύτερα και όχι ανεκτικότερα. Η διατήρηση της παρούσας καταστάσεως τελείται όχι προσωρινά αλλά κατ’ ακρίβειαν επ’ αόριστον. Όλοι ελπίζουμε και η Κυβέρνηση σκοπεύει να είναι προσωρινά τα μέτρα, αλλά δεν μπορεί να διατυπωθεί οποιαδήποτε ασφαλής πρόβλεψη για τη λήξη της πανδημίας. Υπό τοιαύτες συνθήκες διαιωνίσεως των περιορισμών, το αίτημα της αναλογικότητας των μέτρων γίνεται έτι πλέον κρισιμότερο και όχι έτι πλέον αμελητέο. Ας μην λησμονούμε, άλλωστε, το απευκταίο ενδεχόμενο να μας γίνουν συνήθεια τα παρόντα μέτρα ή να αποτελέσουν κεκτημένο για μελλοντικούς περιορισμούς.[10]

Ως υπέρτατη, τελικά, δικαιολόγηση των μέτρων προβάλλεται η προστασία του υπέρτερου έννομου αγαθού της δημοσίου υγείας μέσα από την περιστολή των ατομικών δικαιωμάτων που οδηγούν σε διασπορά του ιού. Οι υποστηρικτές αυτής της πρότασης παραγνωρίζουν ότι ως δημόσια υγεία νοείται όχι αποκλειστικώς η σωματική αλλά και η ψυχική, η οποία προσβάλλεται από την στέρηση της θρησκευτικής λατρείας και δη σε εορταστικές περιόδους όπως αυτή της Μεγάλης Εβδομάδος, ώστε τελικά ματαιώνεται η προστασία του αγαθού της δημόσιας υγείας. Λησμονούν επίσης την προτεραιότητα της αρχής της αναλογικότητας (25 παρ. 1 Σ) που διέπει απαραιτήτως τον περιορισμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων από ο π ο ι α δ ή π ο τ ε νομοθετική ενέργεια, είτε αυτή περιλαμβάνεται στην συνήθη παραγωγή νόμων είτε ανταποκρίνεται στην ανάγκη ρυθμίσεως μίας έκτακτης καταστάσεως. Κοινώς, δεν μπορούμε να καταργήσουμε τα θεμέλια της εννόμου τάξεως, τα δόγματα της νομικής επιστήμης και τη νομοθεσία προστασίας των πολιτών, απλώς επειδή αντιμετωπίζουμε μία πρωτόγνωρη και λίαν συνταρακτική κατάσταση.

Η αρχή της αναλογικότητας διακρίνεται σε τρεις επί μέρους αρχές[11] οι οποίες και πλήττονται από την καθολική απαγόρευση  Ήτοι, η αρχή της καταλληλότητας των μέτρων θίγεται καθώς η καθολική απαγόρευση είναι υπέρμετρη και μη ρεαλιστική, όπως αποδείχθηκε από το γεγονός ότι οι πολίτες και κληρικοί δεν συμμορφώθηκαν με αυτήν, όχι λόγω απέχθειας προς το κοινωνικό σύνολο ή επιβουλής της δημοσίου υγείας όπως πολλοί υποστηρίζουν, αλλά επειδή τα μέτρα δεν είναι κατάλληλα για να επιφέρουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα της μη διασποράς του ιού δια μέσου της θρησκευτικής λατρείας. Η αρχή της αναγκαιότητας, που τόσο παραστατικά εκφράζεται στην ρήση του Αριστόβουλου Μάνεση «δεν ρίχνουμε κανονιές για να διώξουμε τα περιστέρια», δηλαδή δεν χρησιμοποιούμε τα επαχθέστερα μέτρα για να επιτύχουμε το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, θίγεται επίσης από την καθολική απαγόρευση. Η προσβολή αυτή καταδεικνύεται από την προσπάθεια εφαρμογής της αρχής της αναγκαιότητας σε κάθε άλλη έκφανση του δημοσίου βίου, όπως είναι η αγορά τροφίμων και η μετακίνηση. Πλήττεται επίσης η αρχή της αναλογικότητας του επαχθούς του μέτρου σε σχέση με το όφελος από τον επιδιωκόμενο σκοπό, καθώς ο πλήρης αποκλεισμός της λατρείας συνοδευόμενος από αβάσιμες απαγορεύσεις τελέσεως ιδιωτικών μυστηρίων (π.χ. αγιασμός, εξομολόγηση, ευχέλαιο), κωδωνοκρουσίας και διανομής Αγίου Φωτός καταπιέζει το θρησκευτικό αίσθημα της πλειονότητας των πολιτών σε βαθμό που δε συμβαδίζει με το όφελος από το σκοπό προστασίας της (σωματικής) δημοσίου υγείας, ο οποίος άλλωστε εις ουδέν ωφελείται από την απαγόρευση θρησκευτικών εκδηλώσεων που ουδόλως απαιτούν συνάθροιση ή και σωματική επαφή.

Σε επίπεδο διεθνούς δικαίου η απαγόρευση της λατρείας έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το άρθρο 4 παρ. 2 του Διεθνούς Συμφώνου Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων του ΟΗΕ.[12] Το άρθρο αυτό ορίζει πως απαγορεύεται η αναστολή του δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας και των εκφάνσεών του, όπως το ορίζει το άρθρο 18. Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 18, επιτρέπονται οι περιορισμοί της ελευθερίας της λατρείας για το σκοπό προστασίας της δημόσιας υγείας. Διαφέρουν όμως ριζικά οι περιορισμοί από την αναστολή, δηλαδή την πλήρη απαγόρευση, την οποία βιώνουμε σήμερα.

Ποιοι θα μπορούσαν να είναι οι αναλογικοί και αναγκαίοι περιορισμοί που θα προκρίνονταν για την παράλληλη εξυπηρέτηση του σκοπού προστασίας της (ψυχικής και σωματικής) δημοσίου υγείας και την παράλληλη διάσωση του πυρήνα του δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας; Όπως προτείνει ο ομ. καθ. κ. Κωστάρας, θα ήταν δυνατή η αραίωση των καθισμάτων στους ναούς ώστε να τηρούνται αποστάσεις ασφαλείας κατά τον εκκλησιασμό, η απαγόρευση κάθε είδους ασπασμών σε εικόνες και χέρια ιερέων, η διανομή αντιδώρου με αυστηρή τήρηση κανόνων υγιεινής, η επιβολή χρήσης προστατευτικής μάσκας εντός του ναού και η εκμετάλλευση του προαύλιου χώρου για την άσκηση λατρείας από όσους δεν χωρούν στον ναό. Με την ανάθεση της τήρησης των μέτρων στους ιερείς και επιτρόπους, σε συνεργασία ενδεχομένως με Αστυνομικούς, θα μπορούσε να επιτευχθεί η τήρηση των ανωτέρω προϋποθέσεων.[13] Κάτι ανάλογο, δηλαδή, με τις προσπάθειες που γίνονται στα σούπερ μάρκετ και τις λαϊκές αγορές!

Αναλογιζόμενοι την αναγκαιότητα της επιβληθείσας απαγόρευσης, ας λάβουμε υπόψη μας ότι αποτελούμε την μοναδική Ορθόδοξη χώρα η οποία, προφανώς επηρεασμένη από το ορθολογιστικό και νοησιαρχικό πνεύμα της Δύσεως από το οποίο εμφορείται η καθοδηγούσα ημάς Ευρωπαϊκή Ένωση, έκλεισε οριστικά και αμετάκλητα τους ναούς. Στην υπόλοιπη Ορθόδοξη Εκκλησία (διότι δεν νοούνται εθνικά σύνορα και κρατικοί διαχωρισμοί μέσα στην πνευματικά ενιαία Ορθοδοξία), οι λειτουργίες τελούνται κανονικά, τηρουμένων των απαραιτήτων μέτρων. Αφήνω τις εικόνες να μιλήσουν από μόνες τους. Καλή Ανάσταση!

Εκκλησιασμός με μέτρα ασφαλείας στην Γεωργία εν μέσω πανδημίας Πηγή: xrestia.gr

Εικόνα 1 Εκκλησιασμός με μέτρα ασφαλείας στο Μαυροβούνιο, εν μέσω πανδημίας Πηγή: orthodoxianewsagency.gr

https://www.youtube.com/watch?v=CXMYigFKIGs  
Βίντεο από εκκλησιασμό με μέτρα ασφαλείας στην Γεωργία, εν μέσω πανδημίας.

 

Πηγές:

 

[1] Σπ. Ν. Τρωϊάνου – Γ. Α. Πούλη, Εκκλησιαστικό Δίκαιο, 2η έκδοση, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, σελ 95

[2] Σπ. Ν. Τρωϊάνου – Γ. Α. Πούλη, Εκκλησιαστικό Δίκαιο, 2η έκδοση, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, σελ 95

[3] Σπ. Ν. Τρωϊάνου – Γ. Α. Πούλη, Εκκλησιαστικό Δίκαιο, 2η έκδοση, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, σελ 97

[4] Δ. Δαρέλλη σε Σπ. Βλαχόπουλο, Θεμελιώδη Δικαιώματα, εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, σελ 271

[5] Κ. Βαθιώτης, Οι «7» ανοικτές πληγές στη δυστοπία του COVID-19, https://www.pronews.gr/opinion-makers/867155_7-anoiktes-pliges-sti-dystopia-toy-covid-19-provlimatismoi-anisyhies-meta-ti?fbclid=IwAR3Sz7eC9fUDmofFB93gwlSo1ucheAC8DqfqVblcgh9_fz1xhb_SNUqxf2k

[6] Σπ. Ν. Τρωϊάνου – Γ. Α. Πούλη, Εκκλησιαστικό Δίκαιο, 2η έκδοση, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, σελ 97

[7] L. Coppen, Will coronavirus hasten the demise of religion – or herald its revival?, The Spectator, https://www.spectator.co.uk/article/will-coronavirus-cause-a-religious-resurgence-or-its-ruination

[8] Ι. Κονιδάρη, Εγχειρίδιο Εκκλησιαστικού Δικαίου, 3η έκδοση, εκδόσεις Σάκκουλα, σελ 30

[9] βλ. π.χ. άρθρο Λαζαράτου για απαγόρευση κολύμβησης, https://www.sknews.gr/ygeia/kolymvisi-i-kalyteri-askisi-kai-to-kalytero-farmako?fbclid=IwAR1JfETloDRSLoj4riZpyDCw_W5zoDyqP5DbmLQVObwLymjhkur077ZtTBg

[10]Σπ. Βλαχόπουλου, «Όχι» στον συνταγματικό μιθριδατισμό, Καθημερινή https://www.kathimerini.gr/1071326/opinion/epikairothta/politikh/oxi-ston-syntagmatiko-mi8ridatismo?fbclid=IwAR3juOQIWfj3PkxtlM7AKDczmN-hcvpGjUITXd-ZbXQ2FokxnYY1pJbQ1cc

[11] Α. Παντελή, Εγχειρίδιο Συνταγματικού Δικαίου, 4η έκδοση, εκδόσεις Λιβάνη, σελ 481

[12] Κ. Κυριαζόπουλου, «Γιατί η κυβέρνηση επιμένει να παραβιάζει την ελευθερία της λατρείας και γιατί ο αρχιεπίσκοπος την υποστηρίζει; https://www.romfea.gr/katigories/10-apopseis/36207-giati-i-kubernisi-epimenei-na-parabiazei-tin-eleutheria-tis-latreias-kai-giati-o-arxiepiskopos-tin-upostirizei

[13] Α. Π. Κωστάρα, Το «λουκέτο» ως καταχρηστική άσκηση ενός επιτρεπόμενου μέτρου, εφημερίδα ΕΣΤΙΑ, φ. 13/4/2020