Ο κορωνοϊός δεν αποσυνέθεσε μόνο την δημόσια υγεία αλλά και την δημοκρατία!

Γράφει ο Βαθιώτης Κωνσταντίνος, Αναπληρωτής Ποινικού Δικαίου στη Νομική Σχολή Κομοτηνής
 
Σύψας: “Δυστυχώς ο ιός σκοτώνει. Θα έχουμε εκατόμβες θυμάτων”.
 
Αξιότιμε κύριε Σύψα, όταν αξιώνετε διαρκώς νέες θυσίες από τους πολίτες με αυτοπεριορισμούς που οδηγούν όχι μόνο σε πρωτοφανή συρρίκνωση-κατάλυση των θεμελιωδών δικαιωμάτων αλλά προπάντων σε βάναυση προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, θα πρέπει να τεκμηριώνετε ειδικώς και εμπεριστατωμένως κάθε τρομολαγνική πρόβλεψή σας, ιδίως όταν χρησιμοποιείτε βερμπαλισμούς που από την αρχή της υγειονομικής κρίσης καθιερώθηκαν σαν φράσεις φετίχ ανεπίδεκτες ελέγχου. Διαφορετικά ο πολίτης δεν μπορεί να νιώθει ασφαλής για τις επιλογές του, αφού καλείται να εφαρμόσει οδυνηρά μέτρα χωρίς να έχει επαρκώς διαφωτισθεί περί των κινδύνων, οι οποίοι απορρέουν όχι μόνο από την μη χρήση αλλά και από την παρατεταμένη χρήση της μάσκας. Εν προκειμένω: Βάσει ποίων στοιχείων και επιστημονικών δεδομένων νομιμοποιείστε να προβλέπετε ότι θα έχουμε “εκατόμβη νεκρών, αν δεν τηρηθούν τα μέτρα”; Nomen est omen…
Θέτω υπ’ όψιν υμών αλλά και όλων των μελών της ελληνικής κυβερνήσεως, των υγειονομικών διαχειριστών συμπεριλαμβανομένων, το ακόλουθο απόσπασμα από το βιβλίο του Παναγιώτη Φωτέα “Η πόλις και ο άνθρωπος”, εκδ. Ευθύνη/Αναλόγιο, 2001, σελ. 32/33:
«Το βασικότερο στοιχείο μιας δημοκρατίας που λειτουργεί ομαλά είναι ο έ λ ε γ χ ο ς. Και δεν εννοούμε μόνο τον κλασικής μορφής έλεγχο, όπως εκφράζεται με την συνταγματικά κατοχυρωμένη αντιπολίτευση ή την ελευθερία του Τύπου. Μιλούμε για τον έλεγχο ως μια η θ ι κ ή δύναμη της κοινωνίας που είναι διαρκώς π α ρ ο ύ σ α. Ο έλεγχος προς την εξουσία ταυτίζεται με την ίδια την κοινωνική συνείδηση. Ο έλεγχος ως παρουσία της συνείδησης, διδάσκει ή και υποχρεώνει την εξουσία να έχει αυτοέλεγχο.
 
   Η συνάντηση ελέγχου και αυτοελέγχου ή, με όρους περισσότερο συνηθισμένους, κριτικής και αυτοκριτικής αποτελεί την καλύτερη βάση της δημοκρατίας. Βέβαια, μαζί με τον έλεγχο και το περιεχόμενό του, τίθεται αμέσως και το θέμα των ορίων του. Αυτά δε τα όρια, τα επικαλούνται και ελέγχοντες και ελεγχόμενοι. Οι πρώτοι [υποστηρίζουν] ότι δεν τα υπερβαίνουν ποτέ, και οι δεύτεροι ότι οι ελέγχοντες τους αδικούν επειδή τα υπερβαίνουν πάντοτε.
Αυτή η διελκυστίνδα, όταν αφορά την παρουσία του ελέγχου στην πολιτική και κοινωνική ζωή, αποτελεί την υπονόμευσή του. Οι ελεγχόμενοι θεωρούν εξ υπαρχής τους ελέγχοντες λ α σ π ο λ ό γ ο υ ς, και οι ελέγχοντες τους ελεγχόμενους α ν α ί σ θ η τ ο υ ς. Η ουσία του ελέγχου είναι η α π ο δ ο χ ή του: Αν όχι να τον επιζητείς, τουλάχιστον να τον αποδέχεσαι. Η αποδοχή του ελέγχου είναι κοπιαστική άσκηση. Η ανθρώπινη φύση αρνείται, στο βάθος, τον έλεγχο. Αρνείται, φυσικά, και την γονιμότερη μορφή ελέγχου, τον αυτοέλεγχο. Όταν όμως αρνείται τον έλεγχο, αρνείται και τον δ ι ά λ ο γ ο. Έλεγχος και διάλογος συμπορεύονται. Μέσα στον διάλογο υπάρχει ο έλεγχος. Ο αντίλογος, η αντίκρουση, η αντιπαράθεση και τελικά ο αλληλοεπηρεασμός και η σύνθεση είναι μια διαδικασία αμοιβαίου ελέγχου απόψεων και ιδεών. Αν αποσυντεθεί αυτή η διαδικασία, έχει και η δημοκρατία α π ο σ υ ν τ ε θ ε ί.
 
   Το επίσης δύσκολο, και στην κατανόηση και στην εφαρμογή του, είναι ότι τα πράγματα πρέπει να προχωρούν και με τον έλεγχο και παρά τον έλεγχο. Δηλαδή τον καλόπιστο έλεγχο να μην τον φοβάσαι και τον κακόπιστο να τον ξεπερνάς. Συνήθως οι ηγεσίες, ακολουθώντας την παρόρμηση της ανθρώπινης φύσης και το σύνδρομο του “αλάθητου” που αναπτύσσεται γύρω από τους φορείς της εξουσίας, θεωρούν κάθε έλεγχο κ α κ ό π ι σ τ ο και κακόβουλο. Απ’ εκεί προέρχονται και δύο καταστροφικές για την δημοκρατία συνέπειες: Ο φ ό β ο ς του ελέγχου που οδηγεί σε παραλυσία επειδή και η α δ ι α φ ο ρ ί α τον οδηγεί σε αδίστακτη διαχείριση της δύναμης. Και η έλλειψη αποφασιστικότητας και η έλλειψη δισταγμών στραγγαλίζουν την ομαλή εξέλιξη των κοινωνιών και των δημοκρατικών πολιτευμάτων.
Όσο δεν γίνεται κατανοητό ότι ο έλεγχος είναι μια δύναμη υ γ ε ί α ς και ο κατ’ εξοχήν τρόπος επικοινωνίας, επειδή π ε ρ ι ο ρ ί ζ ε ι την ε π ι β ο υ λ ή και την ε π ι β ο λ ή του ενός πάνω στον άλλο, η δημόσια ζωή θα ταλαιπωρείται και θα κατολισθαίνει. Η εκτροπή ή και η διαστροφή του ελέγχου, που πολλαπλασιάζεται και από την κακή χρήση των λεγόμενων μέσων ενημέρωσης δεν πρέπει να γίνεται λόγος ή πρόφαση για την άρνησή του. Μολαταύτα, πρέπει να τον θεωρούμε πυρήνα των ορθών αποφάσεων και κύριο αντίπαλο των α λ α ζ ο ν ι κ ώ ν εξουσιών».
 
    Δυστυχώς, με όσα γίνονται το τελευταίο διάστημα, το ανωτέρω χωρίο καθίσταται επίκαιρο περισσότερο παρά ποτέ. Διότι η παρούσα κυβέρνηση επιδίδεται συνεχώς και αδιαλείπτως σε ένα παραλήρημα αλαζονείας, αρνούμενη οιαδήποτε καλόπιστη μορφή ελέγχου, την ώρα μάλιστα που η αντιπολίτευση αλλά και το σύνολο σχεδόν των νομικών της χώρας μοιάζει να πάσχει από αφωνία. Ενόσω δε η κυβέρνηση υποβάλλει τους πολίτες σε ένα πρωτοφανές μαρτύριο παρατεταμένης και απάνθρωπης μασκοφορίας υπό υψηλές θερμοκρασίες, υλοποιώντας παραλλήλως πρόσθετους περιορισμούς που καταστρέφουν οικονομικά πλήθος κόσμου, επιμένει να δείχνει το αυταρχικότερο πρόσωπό της, εξαφανίζοντας κάθε ίχνος επιείκειας ή κατανόησης προς τους βασανιζόμενους πολίτες, οι οποίοι δεν δικαιούνται να εκφράζουν την γνώμη τους αλλά οφείλουν να “κάθονται σούζα” μπροστά στους ειδικούς και να εφαρμόζουν κατά γράμμα ό,τι τους ζητούν. Όπερ εστί μεθερμηνευόμενον: ο κορωνοϊός δεν αποσυνέθεσε μόνο την δημόσια υγεία αλλά και την δημοκρατία!