ΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ*

PARADOSEIS

Νικολάου Κατσιαβριᾶ

Καθηγητοῦ Φυσικῆς Δ. Ε. Βόλου

 

Ἂν τὸν ρωτήσετε ποῦ βρῆκε δεκανίκι

Πῶς λογαριάζει νὰ βρεῖ τὴν ἄκρη δηλαδὴ

θ’ ἀποκριθεῖ, γεννήθηκα στὴ Σαλονίκη

Καὶ ξέρω ἀπέξω τὴ διαδρομὴ

Δ. Σαββόπουλος, Ἡ Ρεζέρβα

 

Ὅταν μία μητέρα διδάσκει στὸ παιδί της νὰ μιλάει, τοῦ παραδίδει τὴ γλώσσα.

Ὅταν τὸ στηρίζει στὰ πρῶτα του βήματα, τοῦ παραδίδει τὴν τέχνη τοῦ βαδίσματος.

Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο παραδίνουμε τὴν τέχνη τοῦ ντυσίματος, τοῦ φαγητοῦ, τοῦ παιχνιδιοῦ, τῆς προσευχῆς …

Ὁ ἀγρότης στὸν τόπο μας παραδίδει τὰ κτήματα στὰ παιδιά του. Αὐτὴ ἡ παράδοση στερεῖται νοήματος ἂν δὲν τοὺς ἔχει παραδώσει τὴν τέχνη καλλιέργειας καὶ διαχείρισής τους.

Παράδοση λέμε καὶ τὴ διδασκαλία τῶν μαθημάτων στὰ σχολεῖα. Ἐκεῖ παραδίνεται στὴ νέα γενεὰ μὲ μεθοδικὸ τρόπο ἡ γνώση τῆς ἀνθρωπότητος.

Πολλά, τὰ περισσότερα, στὴ ζωὴ εἶναι παράδοση. Ὁ ἄνθρωπος χωρὶς παραδόσεις εἶναι σχεδὸν πεθαμένος καὶ ἄχρηστος. Οἱ νευροβιολόγοι λένε ὅτι ἡ συμπεριφορά μας καθορίζεται κατὰ 80% ἀπὸ πληροφορίες ἐπίκτητες, οἱ ὁποῖες εἶναι ἀποθηκευμένες στὶς νευρικὲς συνάψεις, καὶ κατὰ 20% ἀπὸ τὴν κληρονομικότητα. Τὸ 80% τῆς συμπεριφορᾶς μας, λοιπόν, καὶ τῆς ζωῆς μας  καθορίζεται ἀπ’ ὅ,τι ἔχουμε παραλάβει ἀπὸ τὸ περιβάλλον.

Ἡ παράδοση προϋποθέτει ἄνθρωπο ἱκανὸ νὰ παραδώσει καὶ νὰ ἔχει κάτι νὰ παραδώσει, ἀλλὰ καὶ ἄνθρωπο νὰ παραλάβει καὶ νὰ εἶναι ἀρκετὰ εὐφυὴς ὥστε νὰ ἐκτιμήσει τὴν ἀξία τῶν ὅσων παρέλαβε ἕτοιμα.

Εἶναι ἀπολύτως ἀνόητο νὰ θέλει νὰ ἀνακαλύψει κανεὶς μόνος του ἐξ ἀρχῆς ὅσα ἡ ἀνθρωπότητα θησαύρισε σὲ χιλιετίες. Παρὰ ταῦτα ὑπάρχουν καὶ ἀνόητοι ποὺ τὸ ἐπιχειροῦν ἕνεκα τοῦ ἐγωισμοῦ τους. Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι εἶναι αὐτοκαταστροφικοὶ καὶ δὲν μποροῦν νὰ χαροῦν τὴ ζωή.

Ἡ ἐξέλιξη τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς τεχνολογίας βασίζεται ἀκριβῶς στὴν παράδοση καὶ τὴ διαδοχή: Κάθε ἐπιστήμονας ἢ τεχνικὸς ἀφομοιώνει ὅσα φθάνουν ὣς αὐτὸν καὶ δημιουργεῖ καὶ κάτι νέο. Ὕστερα αὐτὸς μὲ τὴ σειρά του παραδίδει μεθόδους καὶ εὑρήματα στοὺς διαδόχους – ἐπιγόνους.

Εἶναι ἄραγε ὅλες οἱ παραδόσεις καλὲς καὶ χρήσιμες καὶ ἴσης ἀξίας; Ὄχι βέβαια. Ὑπάρχουν ἀξίες μεγάλες καὶ ἀξίες μικρότερες. Ὑπάρχουν παραδόσεις ποὺ ὁδηγοῦν στὴ ζωὴ καὶ παραδόσεις ποὺ ὁδηγοῦν στὸν θάνατο.

Ἡ ἀξία τῆς κάθε παράδοσης δοκιμάζεται σὲ στιγμὲς κρίσης. Ἀνώτερο κριτήριο εἶναι ὁ θάνατος. Ὅ,τι ἀντέχει στὸν θάνατο εἶναι πρώτη καὶ μεγάλη ἀξία. Τὰ ἄλλα εἶναι δεύτερα. Καὶ ὑπάρχουν στοιχεῖα περιττὰ καὶ ἄχρηστα. Ὑπάρχουν καὶ ἄλλα βλαβερά, ἀπὸ τὰ ὁποία πρέπει νὰ φυλαχτεῖ κανένας.

Στὴ δική μας παράδοση πρώτη ἀξία εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία καὶ δεύτερη ἡ πατρίδα καὶ ὁ πολιτισμός της: Γλώσσα, παιδεία, κείμενα, ἱστορία κ.λπ. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι τρόπος καὶ μέθοδος ποὺ διδάσκει τὸ πὼς κοινωνεῖ κανένας μὲ τὸν Θεό, τὸν Δημιουργὸ καὶ Κύριο τοῦ κόσμου ἀλλὰ καὶ νικητὴ τοῦ θανάτου.

Ὁ λαός μας αὐτὸ τὸ ἔχει γευθεῖ καὶ τὸ γνωρίζει ἐκ πείρας καὶ ὁ ἴδιος ἔχει κάνει τὴν ἀξιολόγηση. Ἡ συχωρεμένη γιαγιά μου Ἀργυρῆ τὸ 1957, ὅταν ἔγιναν οἱ σεισμοὶ στὴν περιοχὴ τῶν Φαρσάλων μπῆκε στὸ σπίτι, ἔσωσε τὰ εἰκονίσματα καὶ μόλις βγῆκε τὸ σπίτι κατέρρευσε.

Τὸ ἴδιο ἀκοῦμε ὅτι ἔκαναν καὶ οἱ Μικρασιάτες πρόσφυγες τὸ ’20. Ἔσωζαν μαζί τους μόνο τὰ εἰκονίσματα καὶ τὰ ἅγια λείψανα. Μὲ αὐτὰ κεφάλαιο καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ξαναφτίαξαν τὰ πάντα.

Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι μεγάλο μυστήριο καὶ μεταδίδεται μὲ ἁπλὸ τρόπο. Ὁ Ν. Γ. Πεντζίκης ἔλεγε ὅτι εἶχαν στὸ σπίτι μία ὑπηρέτρια ἀπὸ τὴ Χαλκιδική, ἡ ὁποία τὸν δίδασκε ὅτι τὰ νύχια ποὺ κόβει δὲν πρέπει νὰ τὰ πετὰ στὰ σκουπίδια, ἀλλὰ νὰ τὰ ρίχνει στὰ λουλουδάκια. Γῆ εἶσαι καὶ στὴ γῆ θὰ πᾶς. Ἔτσι διδάχθηκε τὴν ἱερότητα τοῦ σώματός μας.

Ἐγὼ μεγάλωσα τὸ ’50 στὰ χωριὰ ἀνατολικὰ τῶν Φαρσάλων. Λίγα βλέπαμε τότε πέρα ἀπὸ τὴ φύση, ποὺ περιέβαλλε τὸ χωριό μας. Οἱ γονεῖς μας ὅμως μᾶς μάθαιναν πώς, γιὰ νὰ βγεῖς στὴν κοινωνία, «βάζεις τὰ καλά σου». Αὐτὸ φρόντιζε τὸ σῶμα καὶ ἑτοίμαζε κατάλληλα καὶ τὴν ψυχή.

Παραμονὴ Κυριακῶν καὶ ἑορτῶν πλενόμασταν, ὥστε γιὰ τὴν κοινὴ συνάντηση στὴ Θεία Εὐχαριστία νὰ εἴμαστε ἀπὸ κάθε ἄποψη ἕτοιμοι. Τὸ ἴδιό μας ἔλεγαν καὶ γιὰ τὰ νύχια: νὰ μὴν τὰ κόβουμε Τετάρτες καὶ Παρασκευές.

Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ τὰ νύχια σου μὴν κόψεις

Τὴν Κυριακὴ νὰ μὴν πλυθεῖς ἂν θέλεις νὰ προκόψεις!

Μεγάλη ἐπίσης ἀξία εἶναι ἡ πατρίδα. Εἶναι ὁ χῶρος συνάντησης μὲ τοὺς συντοπίτες, τοὺς συγγενεῖς, τοὺς ἄλλους περιοίκους ἀλλὰ καὶ κάθε ἄνθρωπο. Ὅταν λέμε πατρίδα δὲν ἐννοοῦμε μόνο τὸν τόπο ἀλλὰ ἕνα σύνολο κωδίκων, συμπεριφορῶν καὶ πολιτισμοῦ, τὸ ὁποῖο σοῦ διδάσκει νὰ ζῆς καὶ νὰ πορεύεσαι στὰ μικρὰ καὶ τὰ μεγάλα. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο οἱ προπάτορές μας σὲ ὅλη τη μακραίωνη ἱστορία μας θυσιάζονταν ὑπὲρ πατρίδος. Γιὰ ὅσους δὲν ἔχουν τὸ χάρισμα τῆς πίστης πρωταρχικὴ παράδοση εἶναι ἡ πατρίδα.

Σήμερα, δυστυχῶς, ἀπεμπολοῦμε τὶς παραδόσεις μὲ κάποια ἰδέα – πρόσχημα. Θεωροῦμε ἑαυτοὺς ἀνοιχτομάτηδες, προοδευτικούς, ἐλεύθερους, μὴ κομπλεξικοὺς εἴτε δὲν ξέρω τί ἄλλο. Ὅμως μὲ αὐτὰ καὶ μ’ αὐτὰ τὰ προσχήματα ἡ κοινωνία μας ἔχει γεμίσει ἄχρηστους ἄγαμους. Δὲν εἴμαστε, δηλαδή, σὲ θέση οὔτε νὰ κάνουμε τὸ αὐτονόητο σὲ ὅλο τὸν κόσμο τῶν θηλαστικῶν, δηλαδή, οἰκογένειες καὶ τέκνα εἰς διαδοχὴν γένους.

Μοιάζουμε μ’ ἐκείνους ποὺ πετᾶνε τὰ παλιὰ ροῦχα, ἐνῷ δὲν ἔχουν ἐξασφαλίσει τὰ καινούρια. Μ’ ἐκείνους ποὺ πετᾶνε τὴ σόμπα ἐνῷ δὲν ἔχουν ἐξασφαλίσει τὰ ἠλεκτρικὰ ἢ ἄλλα θερμοσώματα.

Αὐτὴ εἶναι δυστυχῶς ἡ τύχη τῶν ἀνθρώπων ποὺ δὲν ἐκτιμοῦν καὶ δὲν σπουδάζουν καὶ δὲν ἀξιολογοῦν σωστὰ τὶς παραδομένες ἀξίες.

Σὲ κάποιο σημεῖο ὁ π. Παΐσιος γράφει πὼς ἐγκαταστάθηκε σὲ μία καλύβα καὶ εἶδε ὅτι στὸν κῆπο ἦταν στερεωμένα παλούκια. Ἀπόρησε μὲ τὸν προκάτοχο τοῦ κελλιοῦ καὶ τὰ ἀφαίρεσε. Στὴ συνέχεια διαπίστωσε ὅτι ὁ τόπος εἶχε γεμίσει φίδια. Τότε κατάλαβε ὅτι ὁ προκάτοχος εἶχε ἐπισημάνει καὶ κλείσει τὶς τρύπες ἀπ’ ὅπου ἔβγαιναν.

Καὶ συμπλήρωνε: Ἀπὸ τότε, οὔτε καρφὶ δὲν βγάζω ἀστόχαστα.

 

*ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ‘Ἐρῶ’ , Ε΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΙΑΝ.-ΜΑΡ. 2011

 

 

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα