Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΘΕΟ – Τὰ πάθη

Ἀπὸ τὴν κάθαρση τῶν παθῶν στὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν

       (Συμβουλὲς τῶν Νηπτικῶν Πατέρων τῆς Φιλοκαλίας)

 

Ἀρχιμ. Κυρίλου

(Κεφαλοπούλου)

 

Τὰ πάθη

 

Ἡ πνευματικὴ ζωὴ τοῦ χριστιανοῦ στόχο της ἔχει νὰ τὸν ὁδηγήσει στὸν Θεό.  Ὁ χριστιανὸς κάνει τὸν πνευματικό του ἀγώνα νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτίες του, νὰ θεραπεύσει τὴν πληγωμένη του ψυχὴ (”οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλὰ οἱ κακῶς ἔχοντες”), νὰ ἀνακαινίσει τὴν ὕπαρξή του στὴν νέα πνευματικὴ κατάσταση ποὺ φέρνει ὁ Χριστός. Ἡ καινὴ κτίση ποὺ φέρνει ἡ Σάρκωση καὶ ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι ἡ δυνατότητά του νὰ εἰσέλθει  στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, στὸν πνευματικὸ κόσμο ὅπου ὁ πιστὸς θὰ εἶναι ἀνακαινισμένος ἐν Χριστῷ, καθαρὸς καὶ ἅγιος κατὰ χάριν, καὶ ἑνωμένος μὲ τὸν Θεό.  Οὐσιαστικά, τὸ μήνυμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος, μετὰ τὴν ἔκπτωση τῶν πρωτοπλάστων ἀπὸ τὸν Παράδεισο λόγ παρακοῆς τῶν θεϊκῶν ἐντολῶν καὶ τὴν  ὑπαγωγή του στὸ καθεστὼς τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς φθορᾶς, ἔχει τώρα τὴν δυνατότητα νὰ ἐπανέρθει στὴν πρὸ τῆς πτώσεως πνευματικὴ κατάσταση, νὰ βιώσει τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν ζωή του, νὰ καθαρισθεῖ καὶ νὰ ἐξαγνισθεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτωλότητά του καὶ νὰ φθάσει στὴ θέαση τοῦ Θεοῦ(αὐτὸ ποὺ οἱ νηπτικοὶ Πατέρες ὀνομάζουν θεωρία, θεοπτία, πορεία πρὸς τὸν Θεό, θέωση).

Ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ ἀνταποκριθεῖ στὴν κλήση τοῦ Κυρίου, νὰ  ἀνακαινίσει τὸν ἐσωτερικό του κόσμο καὶ νὰ ἀναγεννηθεῖ πνευματικὰ (Γαλ.5,16), ”ἐν καινότητι ζωῆς” (Ρωμ.6,4), νὰ λάβει τὴ χάρη τοῦ ἁγ. Πνεύματος καὶ νὰ γίνει κατὰ  χάριν υἱὸς Θεοῦ καὶ συγκληρονόμος Χριστοῦ (Ρωμ.8,17).

Ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει τὴν ὁδὸ τῆς ἀληθείας, ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, καὶ  γνωρίζει μέσα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τὶς ἐντολὲς ποὺ ὀφείλει νὰ τηρήσει γιὰ νὰ κερδίσει τὴν αἰώνια ζωή. Σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς πρωτοπλάστους ποὺ παρέβησαν τὶς ἐντολὲς τοῦ  Θεοῦ, ὁ χριστιανὸς ἐπιδεικνύοντας ὑπακοὴ στὶς εὐαγγελικὲς ἐντολὲς μπορεῖ νὰ  ἀναιρέσει τὶς συνέπειες τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Χριστὸ  ”ἐὰν τὰς ἐντολάς μου τηρήσητε, μενεῖτε ἐν τῇ  ἀγάπῃ  μου” (Ἰω.15,10).

Ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου συνδέεται μὲ τὴν προσπάθεια ποὺ  κάνει ὁ χριστιανὸς νὰ ἀκολουθήσει τὴν ὁδὸ τοῦ Κυρίου καὶ νὰ καταπολεμήσει τὰ πάθη, νὰ νεκρώσει τὶς ἁμαρτωλές του κλίσεις καὶ νὰ ζήσει πνευματικά. Ὁ Ἀπ. Παῦλος ἀναφέρει χαρακτηριστικὰ ὅτι οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ θεωροῦν  ”ἑαυτοὺς νεκροὺς μὲν εἶναι τῇ  ἁμαρτίᾳ, ζώντας δὲ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ” (Ρωμ.6,11), καὶ ἀλλοῦ: ”νεκρώσατε τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς” (Κόλ.3,5).

Ἡ νέκρωση αὐτὴ ἀφορᾶ ξεκάθαρα στὴν κάθαρση τῶν παθῶν. Γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ  πολλὰ ἔχουν νὰ μᾶς διδάξουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔκαναν ἔργο ζωῆς τὸν ἀγώνα ἐνάντια στὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτίες. Ἡ προσωπική τους ἐμπειρία καὶ μαρτυρία ἀποτελεῖ πολύτιμο ὁδηγὸ καὶ γιὰ τὴν ἀτομικὴ προσπάθεια τοῦ καθενός μας. Ἡ διδασκαλία τῶν Πατέρων γιὰ τὴ θεραπεία τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ πάθη εἶναι καρπὸς βαθειᾶς πνευματικῆς ἐμπειρίας καὶ μακροχρόνιου ἀγώνα καὶ ἀσκήσεως. ”Ἀφοῦ ἀξιώθηκα μεγάλων ἀντιξοοτήτων, ἀπέκτησα πείρα ἀπὸ τὴν μακρόχρονη προσπάθεια. Γιὰ ὅλα αὐτὰ [ποὺ σᾶς γράφω] ἀπέκτησα ἐμπειρία”(Ἰσαὰκ ὁ Σύρος).

Τὰ πάθη δὲν εἶναι ἁπλῶς μία ἁμαρτία ἢ ἠθικὴ παρεκτροπή. Συνιστοῦν κάτι  βαθύτερο. Τὸ πάθος εἶναι εἶναι μία βαθειὰ ριζωμένη κατάσταση συνεχοῦς ἐπαναλήψεως καὶ σταθερῆς ἐπιμονῆς σὲ συγκεκριμένες ἁμαρτωλὲς συνήθειες, λ.χ. φιλαργυρία, ἀκολασία, κενοδοξία, ποὺ κυριαρχεῖ στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, τὴν ὑποδουλώνει σὲ μία ἁμαρτωλή, παρὰ φύσιν κατάσταση, μία ἀρρωστημένη κατάσταση. Ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο ὡς φύση ἀγαθή, κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’   ὁμοίωσιν τῆς ἀγαθότητας τοῦ Θεοῦ. ”Τὸ πάθος δὲν ὑπῆρχε στὴν ἀνθρώπινη φύση. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι κτίστης παθῶν” (Ἰωάννης τῆς Κλίμακος). Μετὰ ὅμως ἀπό τὶς συνέπειες τῆς ἐξώσεως ἀπὸ τὸν Παράδεισο, ὅταν ἡ ἁμαρτία καὶ ἡ φθορὰ εἰσῆλθαν στὸν ἄνθρωπο, τὰ  πάθη ἐμφανίζονται ὡς συνέπεια τῆς ἁμαρτίας, ὡς μία ἀρρώστια καὶ νόσος ψυχική. Τὰ πάθη προξενοῦν στὸν ἄνθρωπο στενοχώρια, θλίψη, ταραχὴ καὶ ἄγχος σὲ μία ψυχὴ ποὺ εἶναι αἰχμάλωτη στὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες, ἐξαρτημένη λ.χ. ἀπὸ φιλοδοξία, ἐγωισμό, πλεονεξία, φιλαργυρία, φιληδονία, μνησικακία, κακότητα. Τὰ πάθη ἀμαυρώνουν τὴν εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου, σκοτίζουν τὴν διάνοιά του, τοῦ ὑποβάλλουν πονηροὺς λογισμοὺς ποὺ τὸν κρατοῦν μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Τὰ πάθη κυριαρχοῦν στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου καὶ δὲν ἀφήνουν χῶρο ἐλεύθερο γιὰ καθαρὲς σκέψεις, γιὰ καλλιέργεια πνευματικῶν χαρισμάτων, γιὰ προσέγγιση καὶ συμφιλίωση μὲ τὸν Θεό. Τὰ πάθη στέκονται ὡς ὑψηλὰ τείχη καὶ φράκτες ποὺ κρατοῦν τὸν ἄνθρωπο δέσμιο τοῦ Πονηροῦ, ἀπομακρυσμένο καὶ ἀποξενωμένο ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ.

Ὅπως μᾶς διδάσκουν οἱ Πατέρες, τὰ πάθη προκαλοῦνται ἀπὸ τὰ ἐρεθίσματα  καὶ τὶς ἀφορμὲς ποὺ δίνει ὁ κοσμικὸς περίγυρος στὸν ἄνθρωπο καὶ μέσῳ τῶν αἰσθήσεων (ἀκοή, ἁφή, γεύση, ὅραση) καὶ εἰσέρχονται στὴ σκέψη καὶ τὴ μνήμη τοῦ ἀνθρώπου. Ἐφ’ ὅσον οἱ σκέψεις αὐτές, τὰ νοήματα, οἱ λογισμοὶ συνοδεύονται ἀπὸ ἐμπάθεια (ἐμπαθεῖς λογισμοί, δηλ. σκέψεις περιβεβλημένες μὲ πάθη τῆς ψυχῆς καὶ  τοῦ σώματος, σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ ἁγ. Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ), τότε ἐντυπώνονται στὴ μνήμη καὶ στὴ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου, ἐπανέρχονται ὡς  σκανδαλιστικὲς καταστάσεις, καὶ ἐφ’ ὅσον δὲν πολεμηθοῦν ἀμέσως, κατασκηνώνουν στὴν καρδιὰ τῶν ἀνθρώπων, ΄΄στὴ λογικὴ οἱ λογισμοί, στὴν ψυχὴ τὰ θηριώδη πάθη, στὸ ἐπιθυμητικὸ ἡ μνήμη τῆς κτηνώδους ὀρέξεως, στὸ νοερό, οἱ φανταστικὲς μορφές, στὴ διάνοια, οἱ ἐμπαθεῖς ἔννοιες΄΄ (Γρηγόριος Σιναΐτης)  καὶ ριζώνουν ὡς πάθη ποὺ ἀργότερα δύσκολα καὶ μὲ πολλὴ προσπάθεια ἐκριζώνονται. Ἐὰν λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος ἐνδώσει μὲ εὐκολία στὶς ἀρχικὲς προσβολὲς τοῦ πειρασμοῦ, τότε αὐτὸς γιγαντώνεται, γίνεται μία ἕξη, μία ἰσχυρὴ συνήθεια, μία κυρίαρχη κατάσταση. Ἡ ἄμετρη ἐπιθυμία τῶν κοσμικῶν ἀνέσεων, ἡ φιλαυτία, ἡ ὑπέρμετρη ἀγάπη καὶ φροντίδα γιὰ τὴν ἀνάπαυση καὶ τὶς ἀπολαύσεις τοῦ σώματος, καθίστανται αἰτίες γιὰ σοβαρὰ πάθη, ὅπως αὐτὰ τῆς γαστριμαργίας, πορνείας, φιλαργυρίας, πλεονεξίας, φιλοσωματίας, φιληδονίας. Οἱ Πατέρες ἐπισημαίνουν ὅτι τὰ σωματικὰ πάθη ἐνισχύονται ἀπὸ τοὺς ἐμπαθεῖς λογισμοὺς ποὺ καλλιεργεῖ ἡ μνήμη καὶ ἡ φαντασία, μέσα ποὺ χρησιμοποιεῖ συχνὰ ὁ διάβολος καὶ οἱ δαίμονες πρόξενοι τῶν παθῶν γιὰ νὰ διεγείρουν στοὺς ἀνθρώπους πάθη. Καθ’ ὅσον ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀποκρούσει ἀμέσως τὶς προσβολὲς τῶν ἐμπαθῶν καὶ πονηρῶν λογισμῶν, καὶ ἐφ’ ὅσον ἡ διάνοια τοῦ διασκορπίζεται σὲ πολλοὺς λογισμοὺς (μετεωρισμὸ τοῦ νοῦ ὀνομάζουν αὐτὴν τὴν κατάσταση οἱ Πατέρες), καὶ δὲν ἐπικεντρώνεται στὴν προσευχή, τότε τὰ πάθη ριζώνουν στὴν καρδιά, αἰχμαλωτίζουν τὸν νοῦ καὶ ὁδηγοῦν τὸν ἄνθρωπο στὴν ἁμαρτία.

Οἱ Πατέρες μὲ τὴν ἀσκητική τους ἐμπειρία  διέκριναν ὅτι τὰ πάθη συνδέονται  μεταξύ τους, πολλὲς φορὲς ἡ μία ἐμπαθὴς κατάσταση διαδέχεται τὴν ἄλλη. Οἱ Πατέρες κατέταξαν τὰ πάθη σὲ ὁμάδες καὶ κατηγορίες ξεχωρίζοντας τὶς βασικὲς ρίζες ὅλων τῶν παθῶν στὰ ἀκόλουθα τρία πάθη, φιληδονία-φιλαυτία, φιλοδοξία, φιλαργυρία. Π.χ. ἀπὸ τὴ φιλαυτία, τὴν ὑπερβολικὴ ἀγάπη τοῦ σώματος προέρχονται τὰ σαρκικὰ πάθη, ὅπως ἡ γαστριμαργία, ἡ πορνεία, ἡ ἀκολασία. Ἀπὸ τὴν φιλοδοξία προκύπτουν ὁ ἐγωισμός, ἡ κενοδοξία, ὁ φθόνος, ἡ μνησικακία, ὁ θυμός, τὰ πάθη τῆς ψυχῆς. Ἀπὸ τὴ φιλαργυρία προκύπτουν ἡ πλεονεξία, ἡ ἀδικία, ἡ ἁρπαγὴ κ.ο.κ.

Οἱ νηπτικοὶ Πατέρες δέχονται ὅτι τὰ πάθη ἀποτελοῦν μία παρὰ φύσιν κατάσταση, μία ἀσθένεια τῆς ψυχῆς ποὺ χρήζει θεραπείας. Βασικὴ προϋπόθεση τῆς θεραπείας τῶν παθῶν ἀποτελεῖ ἡ κάθαρση τῆς διανοίας ποὺ ἀποτελεῖ ἔργο τῆς Θείας χάρης τῇ συνεργασίᾳ βεβαίως καὶ τῇ ἐλευθέρᾳ βουλήσει τοῦ ἰδίου τοῦ  ἀνθρώπου. Τὸ πρῶτο βῆμα εἶναι νὰ ἔχουμε ἐπίγνωση τοῦ πάθους, συναίσθηση τῆς  ἁμαρτίας, ἡ ὁποία θὰ ὁδηγήσει στὴ μετάνοια καὶ τὴν ἀνάληψη τοῦ πνευματικοῦ  ἀγώνα γιὰ τὴν ἀπόκρουση τῶν παθῶν. Ἐπ’ αὐτοῦ ὁ ἅγ. Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς  ἐπισημαίνει ”Ἔκκλινον ἀπὸ κακοῦ καὶ ποίησον ἀγαθόν, τουτέστι, πολέμησον ἐχθρούς,  ἵνα μειώσῃς τὰ πάθη, ἔπειτα νῆφε, ἵνα μὴ αὐξήσωσι. Καὶ πάλιν πολέμησον, ἵνα κτήσῃ τὰς ἀρετάς, καὶ μετέπειτα νῆφε, ἵνα αὐτάς διαφυλάξῃς. Καὶ τοῦτο ἂν εἴη τὸ ἐργάζεσθαι καὶ φυλάσσειν”. Ἡ ἀπόκρουση τῶν πειρασμῶν ἀπαιτεῖ  νήψη, δηλ. συνεχῆ πνευματικὴ ἐπαγρύπνηση καὶ προσευχή, καὶ ἡ μείωση τῶν παθῶν εἶναι μία διαρκής διαδικασία. Σὲ ἄλλο σημεῖο, ὁ Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς σημειώνει ὅτι ”διά τῆς ἐργασίας τῶν ἐντολῶν, τὰ πάθη ὁ νοῦς ἀποδύεται”, καὶ συμφωνεῖ καὶ ὁ ἅγ. Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος: ὁ ἀεὶ τῇ ἐργασίᾳ τῶν ἐντολῶν ἑαυτὸν καθαίρων καὶ ἐκ τοῦ Θεοῦ καθαιρόμενος καὶ ἁγιαζόμενος”. Ἀποτελεῖ κοινὴ αἴσθηση τῶν νηπτικῶν  Πατέρων ὅτι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου συμβάλλει στὴ μείωση τῶν παθῶν καὶ τὴν καλλιέργεια τῶν πνευματικῶν ἀρετῶν. Ἡ ὑπακοὴ στὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου  ἐπανορθώνει τὶς συνέπειες τῆς παρακοῆς τοῦ Ἀδάμ.