Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

AGIA SOFIA

Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

 

            Ο βάρβαρος και βέβηλος λόγος του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Ερντογκάν κ. Μπαγίς, να γίνει η Αγιά Σοφιά τζαμί, προκάλεσε τους Έλληνες, που διαχρονικά έχουν στην καρδιά τους τη “Μεγάλη Εκκλησιά”. Από τα πολλά που έχουν γραφτεί γι’ Αυτήν  (μελέτες, δημοτικά και άλλα ποιήματα, θρύλοι, περιγραφές, εντυπώσεις κ.α.) θα αναφερθούν εντυπώσεις για την Αγιά Σοφιά Ελλήνων διαφόρων επαγγελματικών απασχολήσεων, από το 1852 έως το 1996.

            Ο ιδιοφυής ιστοριοδίφης Σπ. Ζαμπέλιος στα 1852 και στα “Ασματα Δημοτικά της Ελλάδος” έγραψε*:

            “Ο πολυτελής ούτος ναός, ός και Μεγάλη Εκκλησία μέχρι της αλώσεως κοινώς ωνομάζετο, καθώς υπήρξεν επί χιλίους και επέκεινα χρόνους ο αρχαιότερος, και υψηλότερος και πλουσιώτερος, ούτως εν παντί αιώνι θέλει θεωρείσθαι και ο ιερώτατος πάντων της Χριστιανωσύνης των ναών….Οι μεν Κατόλικοι λατρεύουσιν εν Ρώμη τον άγιον Πέτρον, οι δε Μεταρρυθμισθέντες έχουσιν εν Λονδίνω τον Παύλον, δύο αποστόλους, θεσπεσίους μεν, παραδεξαμένους δε άνωθεν την αποστολήν και πάντοτε ανθρώπους. Εις δε την Ορθοδοξίαν, κατ’ εξοχήν μητέρα των Θεολόγων, αρμόζει αυτή εκείνη η άϋλος και αθάνατος και κοσμοσώτειρα και υπερτάτη Σοφία του Θεού Λόγου, δηλ. η Πανάνθρωπος και Παγκοσμία μητρόπολις του αγίου και Καθολικού Πνεύματος.  Κατηνάλωσαν δια ταύτην οι Πατέρες μας όχι μόνον τους ιδρώτας εποχής ολοκλήρου, και τους θησαυρούς του μεσαιωνικού των βίου, αλλά περιπλέον και το αίμα τρισμυρίων ψυχών. Ημείς δε προσηνέγκαμεν αυτή πόθους μυχίους και δάκρυα δουλείας τεσσάρων εκατονταετηρίδων και νέαν θυσίαν ολοκαυτώσεως εν τω αίματι μιας γενεάς. Δάκρυα έβρεξαν τα θεμέλια αυτής, και δάκρυα ποταμηδόν καταβρέχουσι την βεβήλωσίν της…“. (Σελ. 273-278).

 

            Ο Αλέξανδρος Μωραϊτίδης, κατά σάρκα εξάδελφος του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη και εν πνεύματι αδελφός του, ήταν ένας εκλεκτός λογοτέχνης, που δημοσιογραφούσε κιόλας. Το 1888 έγραψε από την Κωνσταντινούπολη μεταξύ των άλλων εντυπώσεών του:

            ” Κατεπλεύσαμεν χθες την νύκτα, αλλ’ ένεκα των διατάξεων και λοιπών, εμείναμεν εις Ψωμαθειά και σήμερον την πρωίαν εισεπλεύσαμεν. Τι θέαμα! Ενόμιζες ότι η αυγή με τας ροδίνας χείρας της, ροδίνη όλη, εσήκονε με τρυφερότητα ένα πυκνόν ομιχλώδη πέπλον, δια να μας δείξη την πάγκαλον Πόλιν. Γνωρίζεις ότι το θέαμα του είσπλου δεν περιγράφεται, βλέπεται μόνον και ορώμενον θαυμάζεται. Και εν ω εσηκόνετο ο φαιός εκείνος πέπλος, πρώτα αντίκρυσα τον μολυβδόχρουν της Αγίας Σοφίας θόλον εν τω μέσω ωκεανού οικιών και μιναρέδων, οίτινες ως ακάνθια επικάθηνται εις το ευώδες της ιστορίας μας ρόδον“. Ο Μωραϊτίδης το 1892 δημοσίευσε στην εφημερίδα “Ακρόπολις” άρθρα με θέμα την Κωνσταντινούπολη, σε ένα από τα οποία γράφει για την Αγιά Σοφιά:

            “Η Αγία Σοφία!

            Γλυκύπικρον νανούρισμα της δουλείας, και σεμνόν εμβατήριον της ελευθερίας! Φακός θολόμορφος, απέραντος, συγκεντρών τα δάκρυα και τους στεναγμούς του Γένους  τέσσαρας τώρα αιώνας, τα οποία τόσον πικρώς αποξηραίνει η βαρυτάτη χρυσή ημισέληνος, η επί της αιθερίας κορυφής του θόλου σου επικαθημένη…” ( Αλεξάνδρου Μωραϊτίδου “ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΙΣ – Με του Βορηά τα κύματα”. Εκδ. Οργ. Κυριακίδη, Αθήνα, 2006, σελ. 10 κ’ 72).

            Η Κωνσταντινουπολίτισσα συγγραφέας Τατιάνα Σταύρου είχε διωχθεί από την Βασιλεύουσα και την επισκέφθηκε  το 1935, όταν η Αγιά Σοφιά μετετράπη σε μουσείο. Γράφει σχετικά:

            “Δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία πως και ο πλέον απαίδευτος Έλληνας και ο πιο ανιστόρητος Χριστιανός, αν του βρεθή η περίσταση να ταξιδέψη προς την “Κωνσταντίνου Πόλιν”, το πρώτο πράγμα που θα αναζητήση είναι η Αγία Σοφία. Γιατί σ’ αυτήν συγκεντρώνονται ο ψυχικός και πνευματικός του πλούτος στεριωμένος από αιώνων θρύλους, διηγήσεις, ελπίδες και όνειρα…“. (Τατ. Σταύρου “Το ζωντανό Βυζάντιο”, Εκδ. Απ. Διακονίας, Αθήναι, 1976, σελ. 66 κ.ε.)

            Το 1988 οι εκδόσεις Καρδαμίτσα παρουσιάζουν το βιβλίο του λόγιου πολιτικού μηχανικού και καθηγητού του ΕΜΠ Παναγ. Ι. Σπυρόπουλου “Η Αγία Σοφία στην ιστορία και στον θρύλο”. Αφού ο καθηγητής ασχολείται με τον Ναό ως μνημείο Αρχιτεκτονικής και Τέχνης, που συμβολίζει τον βυζαντινό ελληνοχριστιανικό πολιτισμό και δέθηκε αναπόσπαστα με τη φυλή μας, γράφει στον επίλογό του:

            “Όταν το Βυζάντιο έπεσε, η Αγία Σοφία μη μπορώντας να εξακολουθήση την παλιά της περίλαμπρη ζωή, μετέστη σε ένα άλλο είδος ζωής, έγινε σύμβολο και ιδέα. Σαν τους μεγάλους αγωνιστές ηγέτες, που, όταν πέσουν, εμπνέουν και εμψυχώνουν πιο πολύ από πριν τους γύρω τους, που γι’ αυτό συνεχίζουν με περισσότερο πείσμα τους ωραίους αγώνες, στους οποίους εκείνοι πρωτοστατούσαν, η Αγία Σοφία έγινε για το πονεμένο γένος φάρος και φλόγα. Αυτή γέννησε και γαλούχησε τη Μεγάλη Ιδέα….”. (Σελ. 132-133)

            Το 1997 παρουσιάστηκε από τις εκδόσεις “Ίνδικτος” το βιβλίο του εκλεκτού ιατρού και ανθρώπου Χαράλαμπου Σταθάκη ” Η Αγία του Θεού Σοφία – Το μυστικό φως της Μεγάλης Εκκλησίας και το αρχιτεκτονικό του ένδυμα”. Ο συγγραφέας εντυπωσιάσθηκε από το υπέρλαμπρο και άπλετο φως που κυριαρχεί στο Ναό και κάνει το κτίσμα και το χώρο πνευματικό. Η Αγία Σοφία κατά τον Χαράλαμπο είναι “τόπος και τύπος ζωής αθανάτου, γιατί ο Λόγος του Θεού καθαγιάζει το κτίσμα και ζει εν αυτώ ως Εικόνα Φωτός”. Γι’ αυτό, όπως γράφει, “Τα πρόσθετα κτίσματα της μωαμεθανικής πίστεως μοιάζουν πολύ φτωχά, ασήμαντα και ξένα προς το ναό. Δεν είναι γιατί δεν είναι καλοφτιαγμένα, ούτε γιατί δεν είναι σε περίοπτη θέση τοποθετημένα. Η ίδια η Αγιά Σοφιά τα δείχνει ξένα, γιατί αν και γυμνή από τα σύμβολά της, φωνάζει πως δεν είναι απλά ένα κτήριο όμορφο και διαθέσιμο για κάθε χρήση, αλλά ένα κτίσμα δομημένο από μια συγκεκριμένη σύλληψη, μια αντίληψη και μια πίστη, την οποία μόνο αυτή  εκφράζει, γιατί με βάση αυτή μορφοποιήθηκε και έλαβε υπόσταση ιδιαίτερη και μοναδική” (Σελ. 85-86).-

 

*Οι υπογραμμίσεις είναι του αρθρογράφου