ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Β΄ Ο ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ*

AGIOS_DIONYSIOS_FILOSOFOS

Μητροπολίτης Λαρίσης- Τρίκκης 1541-1611

Μὲ τὴ συμπλήρωση 400 χρόνων ἀπὸ τὴ μαρτυρικὴ θυσία του

 

Γεώργιου Β. Παπαβασιλείου

τ. σχολ. συμβούλου Α/θμιας Ἐκπ/σης

 

Τὸ γένος τῶν Ρωμηῶν ποτὲ δὲν ὑποδέχθηκε τὴν ὀθωμανικὴ δουλεία καὶ δὲν ἔπαυσε ποτὲ νὰ πιστεύει στὴ δυνατότητα ἀποκατάστασής του. Ἡ διαρκὴς ἀντίσταση φέρει τὴν ὑπογραφὴ τοῦ μόνου νόμιμου ἐκπροσώπου του, τοῦ Αὐτοκράτορα Κωσταντίνου Παλαιολόγου, γραμμένη μὲ τὸ τίμιο αἷμα του. «…Κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως ἀποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν».

Τὸν πόθο γιὰ τὴν ἐλευθερία ἔκανε λάβαρο καὶ σημαία του σύσσωμο τὸ Γένος, ὅπως αὐτὸ ἐκφράζεται ὡς προσδοκία μέσα ἀπὸ τοὺς θρήνους γιὰ τὴν Ἅλωση τῆς Πόλης, ὅπου «…πάλι μὲ χρόνους, μὲ καιρούς, πάλι δικά μας  θἆναι» . Οἱ Ρωμηοὶ μὲ τὴ βοήθεια τῆς Παναγίας τῆς Δέσποινας , τὴ συνδρομὴ ἢ ὄχι τῶν ὁμοδόξων κρατῶν τοῦ Βορρᾶ  ἢ τῆς Δύσης καὶ πρὸ πάντων τὸ δικό τους μέχρις ἐσχάτων ἀγώνα, θὰ φέρουν τὸ ποθούμενο.

Τὴ φλόγα γιὰ τὴ λευτεριὰ κράτησε διαρκῶς ἀναμμένη μὲ ποικίλους τρόπους ὁ ὀρθόδοξος κλῆρος τῶν Ρωμηῶν. Πατριάρχες, μητροπολίτες, ἱερομόναχοι, ἱερεῖς καὶ μοναχοὶ ἐργάστηκαν μὲ ἀνύστακτο ζῆλο γιὰ νὰ κρατήσουν ἀκμαία τὴν Ὀρθόδοξη πίστη, τὸ ἐθνικὸ φρόνημα, τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα, τὶς ἀναλοίωτες ἄχρονες  ἀξίες, τὴν πορεία καὶ συνέχεια τοῦ Γένους μέσα ἀπὸ τὶς ποκίλες ἐκδηλώσεις καὶ δράσεις τοῦ δημοσίου καὶ ἰδιωτικοῦ βίου. Τὰ ἀσκητήρια καὶ τὰ μοναστήρια ἔγιναν προμαχῶνες μπροστὰ στὸ ἀδυσώπητο κύμα τοῦ μουσουλμανισμοῦ. Δὲν καλλιέργησαν  ὅμως μόνο τὴν πίστη, τὴν παιδεία καὶ τὴν παράδοση. Πρωτοστάτησαν στὶς περισσότερες ἐξεργέσεις , τὰ κινήματα καὶ τὶς ἐπαναστάσεις, στὶς ὁποῖες πολλὲς φορὲς εἶχαν ἡγετικὸ ρόλο καὶ ἔφθασαν χωρὶς ἰδιοτέλεια στὴ θυσία καὶ τὸ φρικτὸ μαρτύριο. Ἀδιάψευστη ἀπόδειξη ἀποτελεῖ ὁ μακρὺς κατάλογος τῶν ἱερωμένων ὅλων τῶν βαθμίδων, ποὺ θυσιάστηκαν καὶ μαρτύρησαν γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς παρτίδας. Μία τέτοια  τραγικὴ καὶ μαρτυρικὴ μορφή, πολύπλευρη καὶ πολυτάλαντη, εἶναι ὁ πατριώτης ἱεράρχης, ὁ Μητροπολίτης Λαρίσης- Τρίκκης, Διονύσιος Β΄, ὁ φιλόσοφος. Ὁ Μητροπολίτης Διονύσιος Β ὁ φιλόσοφος ἦταν  μία ἐξέχουσα φυσιογνωμία, ἕνας διαπρεπὴς καὶ μορφωμένος  ἱεράρχης, ὁ ὁποῖος δὲν περιορίστηκε μόνο στὸ ἐκκλησιαστικό του ἔργο, ἀλλὰ φλεγόμενος ἀπὸ τὸν πόθο τῆς ἐλευθερίας τῶν Ρωμηῶν, ἀγωνίσθηκε καὶ μαρτύρησε φριχτά.

Ὁ ἴδιος δηλώνει ὅτι εἶναι βλαστὸς τῆς Θεσσαλίας  καὶ σεμνύνεται γιὰ αὐτήν. Γεννήθηκε πιθανὸν τὸ 1541, ἔγινε μοναχὸς στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Διχούνη, στὴν ἐπαρχία  Παραμυθιᾶς  «οὐ πάνυ νέος».

Φύση ἀνήσυχη καὶ τολμηρή, φρόντισε νὰ λάβει εὐρύτερη μόρφωση. Μετέβη στὴ Βενετία καὶ τὸ Πατάβιον. Ἐκεῖ σπούδασε φιλολογία, θεολογία, φιλοσοφία, ἰατρικὴ καὶ φυσικὲς ἐπιστῆμες. Σὲ αὐτὴν τὴν εὐρεία μόρφωσή του ὀφείλεται προφανῶς καὶ ἡ ἐπωνυμία του ὡς φιλοσόφου, «φιλόσοφος παρὰ πάντων ὀνομαζόμενος».  Ἀπὸ ἀντιζηλία καὶ μόνο ὁ μοναχὸς Μάξιμος τὸν χαρακτήρισε «Σκυλόσοφο» .

Συνέχισε τὶς σπουδές του στὴν Κωνσταντινούπολη· ἐκεῖ σπούδασε Γραμματική, Ποίηση καὶ Λογική. Παρέμεινε στὴν Πόλη ὅπου ὑπηρέτησε ὡς ἱεροδιάκονος καὶ στενὸς συνεργάτης τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη Ἱερεμίου τοῦ Τρανοῦ. Ὁ Πατριάρχης ἐκτίμησε ἰδιαίτερα τὴ σημαντικὴ προσφορά του καὶ τὸ 1953 ἡ Πατριαρχικὴ σύνοδος τὸν ἐξέλεξε καὶ τὸν χειροτόνησε Μητροπολίτη Λαρίσης μὲ ἕδρα τὰ Τρίκαλα. Ἔφερε συνήθως τὸν τίτλο «Τρίκκης» ἢ «Λαρίσης καὶ Τρίκκης», ἀφοῦ ἡ Λάρισα ἦταν ἔρημη ἀπὸ χριστιανούς, λόγῳ τῆς θηριωδίας, τῶν λεηλασιῶν καὶ τῶν σφαγῶν τῶν Τούρκων.

Μὲ ἔνθερμο ζῆλο ἄσκησε γιὰ ὀχτὼ ὁλόκληρα χρόνια (1593- 1599) τὸ ἀρχιερατικὸ καὶ ποιμαντικό του ἔργο. Πονοῦσε ἡ ψυχή του γιὰ τὸ τυραννικὸ καθεστώς, τὴ βαριὰ φορολογία, τὴ σκληρὴ καταπίεση, τοὺς ἐξευτελισμοὺς καὶ τὶς ἀδικίες κατὰ τοῦ ποιμνίου του. Ὁ πόθος γιὰ ξεσηκωμὸ κατὰ τῶν τυράννων φούντωνε μέσα του. Πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτὴν ἐνισχυόταν καὶ ἀπὸ τὴν εὐρέως διαδεδομένη τότε προφητεία «Τρίκκη Βυζάντιον ἀνακτήσει»  καὶ τὴν αὐξανόμενη ἰσχὺ καὶ ἐπιρροὴ τῆς Ὀρθόδοξης Ρωσίας, ποὺ πολλοὶ πίστευαν ὅτι θὰ ἐρχόταν στὸ ὑπόδουλο γένος.

Πεπεισμένος ὅτι καμμία ἐξέγερση δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιτύχει ἀπὸ μόνη της, χωρίς τὴ συνδρομή καὶ τὴ βοήθεια τῶν μεγάλων κρατῶν, ἄρχισε ἐπαφὲς καὶ ἐπικοινωνία μὲ τὸν αὐτοκράτορα τῆς Αὐστρίας Ροδόλφο Β΄, τὸν πάπα Κλήμη Γ΄, τὸν Ἡγεμόνα τῆς Βλαχίας Μιχαὴλ τὸν Γενναῖο. Ἀπευθύνει ἐπιστολὲς, ὑπομνήματα, ἐκκλήσεις καὶ στέλνει ἐκπροσώπους. Λαμβάνει βέβαια γενικὲς καὶ ἀόριστες ὑποσχέσεις ἤ ὑποσχέσεις πού δὲν πραγματοποιήθηκαν ποτὲ. Παράλληλα συνεργάζεται μὲ ὅμορους μητροπολίτες γιὰ τὸν κοινὸ σκοπό.

            Μὲ τὶς ἐνέργειές του αὐτὲς ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ μητροπολίτης Διονύσιος ἦταν ἀξιόλογη προσωπικότητα με εὐρύτητα γνώσεων, ἰσχυρή παρρησία στοὺς ἄρχοντες τῆς Δύσης καὶ ἀταλάντευτη θέληση γιὰ τὸν ἀγώνα μέχρι τέλους. Ἐκεῖνοι, βέβαια, προέτασσαν τὸ δικὸ τους συμφέρον καὶ κατὰ τὴν περίσταση ἐνίσχυαν ἀγνοοῦσαν ἤ ἀγνοοῦσαν τὸ δίκαιο τῶν Ρωμηῶν.

            Μὲ ἀκράδαντη πίστη ὅτι ὁ Θεὸς θὰ εἰσακούσει τὸ θέλημά του, ὁ ἐνθουσιώδης ἱεράρχης ξεσήκωσε τοὺς δυτικοθεσσαλοὺς σὲ ἐπανάσταση κατὰ τῶν Τούρκων τὸν Νοέμβριο τοῦ 1600. Ἔγιναν σκληρὲς μάχες στὰ Τρίκαλα καὶ στὰ Ἄγραφα. Οἱ ὑπέρτερες καὶ καλὰ ὀργανωμένες τουρκικὲς δυνάμεις ὑπερτεροῦσαν τῶν ἁτάκτων καὶ πρόχειρα ἐξοπλισμένων Θεσσαλῶν, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν πλήρη ἀποτυχία τῆς ἐπανάστασης. «Τότε ἡ Ὀθωμανικὴ αὐλὴ, ἱσχυρὰ οὖσα, ἐμεταχειρίσθη ὅλας της τὰς δυνάμεις της κατὰ τῶν ἐπαναστατῶν, ἐτιμώρησε τοὺς Θετταλοὺς καὶ ἐθανάτωσε πολλοὺς ἀρχιερεῖς, ἐκ τῶν ὁποίων εἶναι καὶ ὁ εἰς ὅλην τὴν Θετταλίαν καὶ Ἐλλάδα ἑορταζόμενος τὴν 4η  Δεκεμβρίου ἱερομάρτυς Σεραφεὶμ, ἀρχιεπίσκοπος Φαναρίου καὶ Νεοχωρίου».

                        ʺΤοῦ Φαναριοῦ τὸν ’πίσκοπο τὸν Γέρο Σεραφείμη

                        στὴν ἀβανιὰ τὸν ἔριξαν οἱ Τούρκοι τῶν Φαρσάλων˙

                        στὸ κούτσουρο τὸν ἔβαλαν καὶ στὰ βασανιστήρια

                        Καὶ τὸ κεφάλι τό ’κοψαν σιμὰ σὲ κυπαρίσσι, …».

            Ὁ ἴδιος ὁ Διονύσιος κατόρθωσε νὰ διασωθεῖ καὶ νὰ καταφύγει στὴν Ἰταλία και χωρὶς νὰ χάσει τὴν πίστη του ʺοὐκ ἐφησυχάζων ἦνʺ. Ὀργώνει ὁλόκληρη τὴ δυτικὴ Εὐρώπη καὶ ἀγωνίζεται γιὰ οὐσιαστικὴ βοήθεια. Εἶναι πλέον μοναχός, ἀφοῦ ἠ Πατριαρχικὴ Σύνοδος τὸν ἐκήρυξε ἔκπτωτο. Ἔγινε δεκτὸς ἀπό τὸν Ἰσπανὸ Ἀντιβασιλέα Herera, ἀπό τὸν ὁποῖο ζήτησε εὐθέως οἰκονομικὴ καὶ στρατιωτικὴ βοήθεια. Συναντήθηκε μὲ τὸν πάπα, χωρὶς βέβαια νὰ ὁμολογήσει πίστη στὸν ἴδιο. Ἀπὸ τὴν συνάντησή μὲ τὸν Ἰσπανὸ Βασικλέα, Φίλιππο τὸν Β΄, ἀπεκόμισε ὑποσχέσεις γιὰ οἰκονομικὴ καὶ στρατιωτικὴ βοήθεια.

            Μὲ τὶς ὑποσχέσεις γιὰ βοήθεια ἐπέστρεψε στὴν Ἤπειρο καὶ ἔχοντας ὡς ὀρμητήριο τὴ Μονὴ Διχούνης προετοίμαζε μιὰ νέα ἐξέγερση. Τὸ σχἐδιό του ἦταν, μόλις κυριεύσει κάποιο φρούριο, νὰ εἰδοποιήσει τοὺς Ἰσπανοὺς τῆς Νεάπολης νὰ σπεύσουν σὲ ἐνίσχυση, σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεση ποὺ τοῦ ἔδωσαν. Ἄν καὶ γέροντας 70 ἐτῶν περίπου, περιόδευε τὴν ὕπαιθρο καὶ μὲ φλογερὰ λόγια ξεσήκωνε τοὺς χωρικούς. «Ἀγνώριστος, πότε σὰν ζητιάνος, πότε σὰν τσοπάνης, πότε σὰν γιατρός, πότε σὰν καλόγηρος, γύριζε τὴν Ἤπειρο ἐπὶ δύο χρόνια, ἀπὸ τὸ 1609 μέχρι τὸ 1611». Ὅμως ὁ σκοπός του μαθεύθηκε ἀπό τοὺς Τούρκους καὶ ἔτσι ἀναγκάσθηκε νὰ ἐπισπεύσει τὸν νέο ξεσηκωμό.

            Ἐπικεφαλῆς φάλαγγας 700-800 χωρικῶν μὲ ἀνεπαρκῆ ὁπλισμὸ ἐπιτέθηκε ἐναντίον τῶν Ἰωαννίνων στὶς 10 πρὸς 11 Σεπτεμβρίου τοῦ 1611, κατέλαβε τὸ Διοικητήριο καὶ τὸ ἔκαψε. Ὁ Τοῦρκος διοικητὴς Ὀσμὰν πασὰς μὲ τὴ σύζυγό του μόλις πού πρόλαβαν νὰ σωθοῦν. Τὴν ἑπομένη οἱ Τοῦρκοι ἀνασυντάχθηκαν καὶ ἔχοντας καὶ καλύτερο ἐξοπλισμὸ κατανίκησαν τοὺς ἀτάκτους καὶ σχεδὸν ἀόπλους χωρικούς. Ὁ Διονύσιος σὲ ἕνα σπήλαιο τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ὅπου κρυβόταν ἐπὶ τριήμερο, ἀλλὰ προδόθηκε ἀπό τοὺς Ἑβραίους καὶ συνελήφθη. Στὴν ἐρώτηση γιατί τὸ ἔκανε, ἀπάντησε ἀγέρωχα: «γιὰ νὰ σώσει τὸν λαὸ του ἀπὸ τὴν τυρρανία τους». Οἱ Τοῦρκοι τὸν βασάνισαν, τὸν ἔγδαραν ζωντανὸ καὶ τὸ κεφάλι του μαζὶ μὲ ἄλλα 250 τὸ ἔστειλαν στὴν Πόλη. Τὸ δέρμα του τὸ γέμισαν μὲ ἄχυρο καὶ τὸ περιέφεραν στὶς πόλεις μέχρι καὶ τὴν Κωνσταντινούπολη. Ὅσοι συνελήφθησαν, θανατώθηκαν μὲ μαρτυρικὸ θάνατο, κρεμάστηκαν ἤ κάηκαν ἤ σουβλίστηκαν.

                        «Μεῖναν τὰ σπίτια ἀδειανὰ, γεμίσαν τὰ χανδάκια

                        κι ὁ Τοῦρκος δὲν ἀπόσωσε νὰ κόβει καὶ νὰ καίει.

                        Ἐδῶ ἀρπάζουν κόρακες κι ἐκεῖ οἱ Γιαουντζῆδες,

                        Δεν ἔχ’ ἡ μάνα πιὰ παιδιὰ καὶ τὰ παιδιὰ γονέους.

                        Κι ἐσένα τὸ τομάρι σου τὸ στείλανε στὴν Πόλη

                        Νὰ τρῶν’ οἱ κότες πίτουρα, νὰ νταβουλᾶν οἱ Γύφτοι

                        Γιὰ νὰ ξυπνάει ἡ Τουρκιὰ νὰ κάνει ραμαζάνι».

            Παρὰ τὴ διπλὴ ἀποτυχία, ὁ ἀπελευθερωτικός ἀγώνας πού ξεκίνησε ὁ γενναῖος ἱεράρχης Διονύσιος Β΄ ἄναψε τὴ φλόγα στὶς καρδιὲς τῶν Ρωμηῶν καὶ εἶχε μετέπειτα συνέχεια, μέχρι πού τὸ 1821 ἔφερε τὴν ἐλευθερία. Οἱ κατήγοροί του ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τῆς χώρας, παρὰ τὸν ἰσχυρὸ πόλεμο, δὲν κατάφεραν νὰ μειώσουν τὸ μέγεθος τοῦ μεγάλου ἀνδρός, τὴν ἀγάπη του γιὰ τὴν πατρίδα καὶ τὴν ὀρθόδοξη πίστη. Ὁ Διονύσιος ἦταν φλογερὸς πατριώτης, ἀνδρεῖος μαχητὴς, ἀγωνιστὴς μέχρι θυσίας. Δὲν ὑπάρχει ἱεράρχης ἄλλος ποὺ γιὰ τὸ δίκαιο τῶν Ρωμηῶν νὰ εἶχε τέτοιο φριχτὸ τέλος. Ὁ ἴδιος, ἐθνομάρτυρας, ἀποτελεῖ γιὰ τοὺς μετέπειτα ἱερωμένους καὶ ὅλους τοὺς Ρωμηοὺς λαμπρὸ παράδειγμα.

 

Σημείωση:

Τὸ κείμενο στηρίζεται στὰ Πρακτικὰ τοῦ Παιδαγωγικοῦ-Ἰστορικοῦ Συνεδρίου μὲ θέμα: «Διονύσιος ὁ Φιλόσοφος καὶ ἡ ἐποχὴ του», πού ἔγινε στὰ Τρίκαλα 12-13 Μαΐου 2006. (Εισηγητὲς: π. Γ. Μεταλληνὸς, Χρ. Κρικώνης, Δημ. Σακκής – Ἀντ. Ἀντωνίου, Γ. Παπαβασιλείου – Ἀλ. Μπεκιάρη, Δ. Σοφιανὸς, Γ. Φαράντος).

 

*ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ‘Ἐρῶ’ , Θ΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΙΑΝ.-ΜΑΡΤ. 2012

 

 

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα