Β’ Κυριακή των Νηστειών

Κυριακίδη Δημητρίου

Θεολόγου

Β’ Κυριακή των Νηστειών

ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ

ὁ θεολόγος τῆς χάριτος καί τοῦ ἀκτίστου φωτός

Α. Γέννηση-Παιδικά και νεανικά χρόνια.

     Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, καταγόταν από την Ασία. Γεννήθηκε στη Κων/λη το1296 και έζησε εκεί τα νεανικά του χρόνια. Προερχόταν από οικογένεια αρχοντική και ευσεβή.

     Ο πατέρας του Κωνσταντίνος ήταν μέλος της αυτοκρατορικής συγκλήτου, διδάσκαλος του εγγονού του Βασιλέως, αλλά και αυτού του ιδίου του Βασιλέως. Ήταν ευλαβέστατος και είχε αδιάλειπτη νοερά προσευχή. Συνδεόταν με αγίους ανθρώπους, ασκητές και μοναχούς και συνέδεσε μαζί τους και τα παιδιά του. Όλη η οικογένεια εξομολογείτο στον ίδιο πνευματικό πατέρα. Έφυγε από την πρόσκαιρη αυτή ζωή, όταν ο Γρηγόριος ήταν μόλις επτά ετών. Όταν απέθνησκε, η σύζυγός του τού είπε να παρακαλέση τον αυτοκράτορα να θέση υπό την φροντίδα του τα παιδιά τους, αλλά εκείνος απάντησε ότι θα παρακαλέση την Βασίλισσα των Ουρανών, να τα θέση Αυτή υπό την προστασία της.

      Πραγματικά, η Παναγία προστάτευε τον άγιο Γρηγόριο σε όλη του την ζωή. Η προστασία ήταν σε τέτοιο βαθμό, ώστε ο Άγιος πρίν αρχίση την μελέτη του γονάτιζε τρείς φορές μπροστά στην εικόνα της και έλεγε μιά προσευχή. Όταν το έκανε αυτό μπορούσε να συγρατήση τα όσα διάβαζε. Άν όμως καμμιά φορά ξεχνούσε να κάνη την προσευχή του, τότε δεν μπορούσε να μνημονεύση και να απαγγείλη τα όσα μελετούσε. Η μητέρα του Καλλίστη, είχε και αυτή ανάλογο βίο με εκείνο, του συζύγου της. Πέθανε σε γυναικείο ησυχαστήριο στην Κωνσταν-τινούπολη.

Β. Σπουδές-Απόρριψη υψηλών αξιωμάτων-Αναχώρηση για το Άγιον όρος

     Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς τελείωσε τις σπουδές του στη φιλοσοφία, ρητορική και φυσική. Στη λογική, κατά την αποφοιτήριο διάλεξή του ενώπιον του αυτοκράτορα και των αξιωματούχων, ο πρύτανης του πανεπιστημίου, γνωστός λόγιος και φιλόσοφος Θεόδωρος Μετοχίτης, ανεφώνησε με θαυμασμό ότι αν ήταν παρών και ο ίδιος ο Aριστοτέλης θα τον επαινούσε : «καί Αριστοτέλης εἲ γε περιών παρῆν, ἐπήνεσεν ἂν»(κατά Γρηγορᾶ Α κωδ.Coisl.φ.236). Κατά θεία πρόνοια η άριστη γνώση της Αριστοτελικής φιλοσοφίας και λογικής, του επέτρεψε αργότερα να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά, τον εκ Καλαβρίας της Νοτ. Ιταλίας φιλόσοφο Βαρλαάμ και τους αντιησυχαστές του Βυζαντίου.

      Μετά τις σπουδές του όμως, απέρριψε τη προσφορά υψηλών αξιωμάτων του αυτοκράτορα, εγκατέλειψε τις επιστημονικές του σπουδές και τα ανάκτορα και επεδὀθη στην μελέτη της ασκητικής φιλολογίας και στην άσκηση. Οδηγός του στην ησυχαστική ζωή έγινε ο επίσκοπος Φιλαδελφείας Θεόληπτος, ο οποίος τον εισήγαγε στην νοερά προσευχή.

     Από είκοσι χρονών ασκήτευσε στο Άγιον Όρος. Πρώτα στην Λαύρα του Βατοπεδίου, κατόπιν στη Λαύρα του Αθανασίου καθώς και στην ερημική τοποθεσία Γλωσσία, σημερινή Προβάτα. Ανεχώρησε από το Όρος για τα Ιεροσόλυμα, αλλά στην Θεσσαλονίκη είδε σε όραμα τον Άγιο Δημήτριο που του απαίτησε να μείνει και να μονάσει εκεί κοντά. Εμόνασε τότε στη Βέροια και τριάντα χρονών έγινε ιερέας. Εκεί πλήθη μοναχών και λαϊκών προσέτρεχαν να τον συμβουλευθούν. Μετά πέντε χρόνια και λόγω εισβολής των Σέρβων επέστρεψε στον Άθωνα σε κοντινό κελί της Μεγίστης Λαύρας, όπου έφθασε σε μεγάλα ύψη φωτισμού και εκεί σε όραμα έλαβε εντολή να ασχοληθεί με δογματικά θέματα. Κατόπιν λόγω της φήμης του αναγκάσθηκε να γίνει ηγούμενος για ένα χρόνο στη μονή Εσφιγμένου. Αργότερα έγινε και αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης για δώδεκα χρόνια.

 

Γ. Συμμετοχή στις αντιησυχαστικές έριδες

 

    Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς παρευρέθη στις συγκροτηθείσες συνόδους του 1341 και 1347 και πολέμησε τις κακοδοξίες των δυτικόφρονων Βαρλαάμ και Ακινδύνου. Έγραψε πολλά θεολογικά συγγράμματα ιδιαίτερα δογματικά για να καταπολεμήσει τους αιρετικούς, όπως περί του Αγίου Πνεύματος, καθώς και επιστολές στους αντιησυχαστές, επίσης διάφορα ομολογιακά κείμενα. Είναι ο θεολόγος της χάριτος, του ακτίστου φωτός.

     Μετά στασιμότητα πολλών αιώνων ο Γρηγόριος πέτυχε να ανανεώσει την θεολογική ορολογία και να δώσει νέες κατευθύνσεις στη θεολογική σκέψη. Ξεκίνησε από προσωπικές εμπειρίες και απέδειξε ότι το έργο της θεολογίας είναι ασύγκριτα ανώτερο από της φιλοσοφίας και επιστήμης. Αξιολογεί την έξω σοφία ως περιορισμένη, αναφέροντας δύο γνώσεις, την θεία και την ανθρώπινη και δύο Θεϊκά δώρα, τα φυσικά για όλους και τα υπερφυσικά ή πνευματικά που δίδονται όποτε θέλει ο Θεός και μόνο στους καθαρούς και αγίους, στους τελείους. Η θεολογία ολοκληρώνεται δια της θεοπτίας.

     Οι αντίπαλοι του Παλαμά πίστευαν στο χωρίο του Ιωάννου ότι  «τον Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε» και κατηγορούσαν τους μοναχούς που είχαν θεοπτία, ως ομφαλοσκόπους. Ο Γρηγόριος αντέτεινε ότι ο Κύριος είπε: «οι καθαροί στην καρδία τον Θεόν όψονται» (Ματθ. 5,8). Θεμελιώδης προσφορά του Γρηγορίου στην θεολογία είναι η διάκρισις στην ουσία και ενέργεια του Θεού. Η ύπαρξη του Θεού συνίσταται σε δύο. Στην ουσία Του, η οποία είναι άκτιστη, ακατάληπτη και αυθύπαρκτη και ονομάζεται κυριολεκτικά θεότης (εδώ αναφέρεται το ουδείς εώρακε) και στις ενέργειές Του, οι λεγόμενες ιδιότητες ή ιδιώματα του Θεού, που είναι μεν άκτιστες, αλλά καταληπτές. Άλλο λοιπόν η θεότης και άλλο η πανγνωσία, η παντοδυναμία, η βασιλεία, η αγιότης, η δικαιοσύνη κ.λ.π.

    Τήν περίοδο εκείνη ο αιρετικός Βαρλαάμ εδίδασκε ότι οι ενέργειες του Θεού είναι κτιστές και ότι ο άνθρωπος είναι αδύνατον να δή τον Θεό, επειδή η ουσία του Θεού είναι αμέθεκτη. Ότι το Θείον γίνεται καταληπτό με την λογική και γι’ αυτό οι φιλόσοφοι είναι ανώτεροι από τούς Προφήτες. Ειρωνευόταν και υποτιμούσε τούς μοναχούς που ασκούνταν στην νοερά προσευχή. Ο άγιος Γρηγόριος ανασκεύασε τις αιρετικές αυτές διδασκαλίες και υπέδειξε την αληθινή οδό της γνώσεως του Θεού. Η ύπαρξη εκείνη την εποχή ενός θεόπτου Θεολόγου του πνευματικού αναστήματος του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, υπήρξε μεγάλη ευλογία, γιατί χάρις σ’ αυτόν δεν αλλοιώθηκε η πίστη. Καί γνωρίζουμε πολύ καλά ότι, όταν αλλοιώνεται η πίστη, τότε χάνεται ο σωστός τρόπος θεραπείας του ανθρώπου και διακυβεύεται η σωτηρία του.
Δ. Σύλληψή του από τους Τούρκους-Διάλογος με τους Οθωμανούς.

    Μεταβαίνοντας με τριήρη από την Τένεδο (όπου ευρίσκετο τότε ο Ιωάννης ο Ε´ ο Παλαιολόγος) στην Κων/λη για να επιτύχη την συμφιλίωσή του με τον Ιωάννη τον Καντακουζηνό, ο Αγ. Γρηγόριος αναγκάστηκε να προσορμισθή στην Καλλίπολη, που είχε μόλις καταληφθεί από τους Τούρκους. Συλληφθείς από τους Τούρκους, μεταφέρθηκε με την ακολουθία του στην απέναντι Ασιατική ακτή και περιήχθη αλληλοδιαδόχως σε πολλές πόλεις με Ελληνικό πληθυσμό, όπως στην Λάμψακο, στην Προύσα, στις Πηγές και στην Νίκαια. Υπέστη κακουχίες αλλά είχε κάποια ελευθερία επικοινωνίας με τον Χριστιανικό πληθυσμό, τον οποίον στήριξε με τα κηρύγματά του. Είχε επανειλημμένα την ευκαιρία να συζητήσει με Μωαμεθανούς θεολόγους, μιά δε συζήτηση μεταξύ αυτού και των αινιγματικών Χιόνων, διοργάνωσε ο εμίρης των Τούρκων Ορχάν.

     Ο Παλαμάς είχε πεισθεί περί του αναποφεύκτου της υποδουλώσεως και του υπολοίπου μικρού τμήματος της Αυτοκρατορίας στους Τούρκους. Έβλεπε την κατάκτηση αυτή, αφ’ ενός μέν ως μέσο τιμωρίας για τις αμαρτίες του Χριστιανικού λαού, αφ’ ετέρου δέ ως ευκαιρία προσηλυτισμού των Τούρκων στον Χριστιανισμό. Γι’ αυτό και με χαρά εδέχθη την πρόβλεψη του μολλά Τασιμάνη περί μελλοντικής συμφωνίας των οπαδών των δύο θρησκευμάτων, αλλά βεβαίως με την δική του ερμηνεία. Δυστυχώς οι πολιτικές και Εκκλησιαστικές συνθήκες δεν επέτρεψαν την ανάληψη έργου εκχριστιανισμού των Τούρκων που είχε κατά νουν ο ίδιος.

     Ο Γρηγόριος απελευθερώθη από τους Τούρκους κατόπιν καταβολής πλουσίων λύτρων, κατά μία εκδοχή από τον εν τω μεταξύ εκθρονισθέντα Ιωάννη τον Καντα-κουζηνό, κατ’ άλλη δε από Σέρβους εμπόρους απεσταλμένους από τον ηγεμόνα τους Στέφανο Δουσάν, ο οποίος επεδίωκε τον προσεταιρισμό του Γρηγορίου, προς διευκόλυνση των πολιτικών του επιδιώξεων.

Ε Κυριότερα σημεία της διδασκαλίας του.
    Τά κυριότερα σημεία της διδασκαλίας του, είναι τα εξής:

    Πρώτον, ότι οι ενέργειες του Θεού είναι άκτιστες, όπως και η ουσία Του. Ο κτιστός άνθρωπος δεν μπορεί να μεθέξη της ουσίας του Θεού, δύναται όμως να μεθέξη των ενεργειών Του, δηλαδή μπορεί να γνωρίση τον Θεό και να δή το άκτιστον Φώς Του.

    Δεύτερον, ότι η Ορθόδοξη Θεολογία δεν είναι εγκεφαλική, αλλά εμπειρική και δεν μπορεί να την αποκτήση κανείς μόνον με την μελέτη. Τά βιβλία σίγουρα βοηθούν, αλλά η αληθινή γνώση του Θεού είναι υπαρξιακή. Ο Θεός αποκαλύπτεται ως φώς στούς κεκαθαρμένους και “διά Πνεύματος Αγίου γνωρίζουν τον Θεό και δύνανται να ομιλούν περί Αυτού”. Οι φιλόσοφοι ομιλούν στοχαστικά μέσα από την λογική και την φαντασία και γι’ αυτό δεν είναι δυνατόν να είναι ανώτεροι από τούς Προφήτες, οι οποίοι βλέπουν τον Θεό και ομιλεί δι’ αυτών το Άγιον Πνεύμα.

     Τρίτον, ότι ο άνθρωπος φθάνει στην θέωση, ήτοι στην θεωρία του Θεού, αφού καθαρθή η καρδιά του από τα πάθη και φωτισθή ο νούς του. Ο τρόπος ζωής διά του οποίου φθάνει κανείς στην κάθαρση και τον φωτισμό ονομάζεται ησυχαστικός. Μέ τον όρο ησυχία και ησυχαστική ζωή δεν νοείται απλώς το να ζή κανείς σε ήσυχο μέρος. Μπορεί να ευρίσκεται κάποιος στον πιό ήσυχο τόπο και να μή μπορή να βρή ησυχία, επειδή τα πάθη οργιάζουν μέσα του και οι λογισμοί τον τρελαίνουν. Η ησυχία είναι κυρίως εσωτερική κατάσταση και ονομάζεται από τούς αγίους Πατέρας επιστήμη των λογισμών. Η ησυχαστική ζωή είναι στην πραγματικότητα η ευαγγελική ζωή και με την καθοδήγηση διακριτικού πνευματικού πατρός μπορεί να βιωθή από όλους ανεξαιρέτως. “Μόνον διά της ησυχίας αποκτά κανείς γνώση Θεού και γίνεται ορθόδοξος θεολόγος. Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ της ορθοδόξου θεολογίας και της σχολαστικής θεολογίας”. βλ.(Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου, ο Ορθόδοξος Μοναχισμός, σελ. 116, 117).

     Ο άνθρωπος είναι μίγμα δύο διαφόρων κόσμων και συγκεφαλαιώνει όλη την κτίση. Ακολουθώντας την Πατερική γραμμή σε σύγκριση με τη πλατωνική και βαρλααμική ανθρωπολογία, θεωρεί ότι το σώμα του ανθρώπου δεν είναι πονηρό, αλλά αποτελεί κατοικία του νου, αφού μάλιστα καθίσταται και του Θεού κατοικία, έτσι μαζί με τη ψυχή καθιστά τον άνθρωπο ενιαίο και αδιάσπαστο σύνολο. Η ανα-γέννηση του ανθρώπου γίνεται με το βάπτισμα και η ανακαίνιση με την θεία Ευχα-ριστία. Είναι τα δύο θεμελιώδη μυστήρια, της θείας οικονομίας.

     Το ουσιωδέστερο στοιχείο της διδασκαλίας του αγίου Γρηγορίου Παλαμά συνίσταται στην αποκάλυψη (θεωρητική και έμπρακτη) της δυνατότητας ανύ-ψωσης του ανθρώπου υπεράνω αυτού του κόσμου. Η εμπειρία της θεώσεως είναι δυνατή από εδώ, από αυτή την ζωή, με την παράδοξη σύνδεση του ιστορικού με το υπεριστορικό. Το φως που είδαν οι μαθητές του Χριστού στο Θαβώρ, το φως που βλέπουν οι καθαροί ησυχαστές σήμερα και η υπόστασις των αγαθών του μέλλοντος αιώνος αποτελούν τις τρείς φάσεις ενός και του αυτού πνευματικού γεγονότος, σε μια υπερχρόνια πραγματικότητα.

Δ. Ομοιότητες με την Εποχή μας.

    Στήν εποχή μας, που ομοιάζει πολύ με εκείνη του αγίου Γρηγορίου, πνέει αντιησυχαστικός λίβας, και γι’ αυτό η διδασκαλία του περί του ησυχαστικού τρόπου ζωής είναι σήμερα κάτι περισσότερο από επίκαιρη. Διά της ησυχίας ο άνθρωπος αποκτά αυτογνωσία, η οποία τον οδηγεί στην μετάνοια, την ταπείνωση και την θεογνωσία. Ο σύγχρονος άνθρωπος αρνείται πεισματικά να έρθη αντιμέτωπος με τον εαυτό του. Η ησυχία τον τρομάζει και γι’ αυτό μόλις βρεθεί για λίγο μόνος, ανοίγει το ραδιόφωνο ή την τηλεόραση ή αποζητά την ανθρώπινη συντροφιά. Ωστόσο το πρόβλημα παραμένει. Χωρίς την παρουσία της άκτιστης Θείας Χάριτος, η οποία δημιουργεί εσωτερική πληρότητα και νοηματοδοτεί την ζωή, ο άνθρωπος αισθάνεται αβάστακτη μοναξιά, έστω και αν περιστοιχίζεται από χιλιάδες ανθρώπους.

Ε. Το οσιακό του τέλος-Η τιμή του από την Εκκλησία.

     Προβάλλει λοιπόν η Εκκλησία μας, την μνήμη του στη δεύτερη Κυριακή των Νηστειών, ως συνέχεια, τρόπον τινά και επέκταση της πρώτης Κυριακής, της Ορθοδοξίας. Η μνήμη του αγίου Γρηγορίου Παλαμά είναι ένα είδος δευτέρας «Κυριακής της Ορθοδοξίας», διότι έσωσε την Ορθόδοξη πίστη από τον κίνδυνο του εκφιλοσοφισμού της Ελληνικής (Πυθαγώρειας, Πλατωνικής και Αριστοτελικής) φιλοσοφίας, αλλά και του σχολαστικισμού (δηλ. του ακαδημαϊσμού) της Δυτικής σκέψεως.

    Κοιμήθηκε στην Θεσσαλονίκη στις 14 Νοεμβρίου του 1359, σε ηλικία 63 ετών, μετά από από σύντομη ασθένεια. Τις τελευταίες του στιγμές, οι μαθητές του τον άκουγαν να λέει με αδύνατη φωνή : «Τα επουράνια εις τα επουράνια» Όταν βγήκε η μακάρια ψυχή του, φώς πολύ και παράδοξο πλημμύρισε το κελλί του. Συγχρόνως έλαμψε και το πρόσωπό του, παρόλο που ήταν στεγνότατο και κατάξερο ακόμα και πρίν την κοίμησή του. Μάρτυρες της υπερούσιας λαμπρότητας του προσώπου του, ήταν όλοι οι άνθρωποι της πόλεως που μαζεύτηκαν τότε για τον ενταφιασμό του τιμίου λειψάνου του.

    Αγιοποιήθηκε σύντομα, μόλις μετά από 9 χρόνια από την κοίμησή του, αφού είχε ήδη επιτελέσει αρκετά θαύματα. Το ιερό του λείψανο σώζεται σήμερα στη μητρό-πολη της Θεσσαλονίκης και θεωρείται και αυτός προστάτης της πόλεως μαζί με τον Αγιο Δημήτριο.