ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Α’
Τόν Σεπτέμβριο κάποιου ἔτους στό ὀγκολογικό τμῆμα τοῦ Πανεπιστημιακοῦ Νοσοκομείου τοῦ Ρίου ἐπικρατεῖ μεγάλη ἀναστάτωση. Ὁ μικρός Δημητράκης ζητοῦσε ἐπειγόντως τόν ἱερέα τοῦ Νοσοκομείου. Ἤθελε ὁπωσδήποτε νά κοινωνήση.
Ἦταν 13 ἐτῶν. Ἑνάμισι περίπου χρόνο βρισκόταν στήν συγκεκριμένη κλινική. Ἕνας μικρός πονοκέφαλος τόν ὡδήγησε ἐκεῖ. Οἱ γιατροί διέγνωσαν καρκίνο τοῦ ἐγκεφάλου. Ἡ καταγωγή του ἦταν ἀπό τό Φίερι τῆς Ἀλβανίας. Οἱ γονεῖς του ἀβάπτιστοι. Ἔμεναν ἀρκετά χρόνια στήν Πάτρα. Αὐτός, λίγο μετά τήν εἴσοδό του στό Νοσοκομεῖο, θέλησε νά βαπτιστῆ. Ἄκουγε γιά τόν Χριστό καί ἤθελε νά γίνη «παιδί» Του. Βαπτίστηκε «εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», κατόπιν κατηχήσεως βέβαια.
Ὅλοι τόν ἀγαποῦσαν πολύ στήν κλινική. Ὁ καρκίνος εἶχε προχωρήσει ἀρκετά καί ἤδη τοῦ εἶχε στερήσει τήν ὅραση. Δέν ἔβλεπε καθόλου, τίποτε καί κανέναν. Ἄκουγε ὅμως μέ μεγάλη καί θαυμαστή ὑπομονή. Δέν παραπονιόταν. Ἔλεγε ὅτι ὁ Θεός τόν ἀγαπᾶ πολύ. Προσευχόταν καί παρακαλοῦσε καί τούς γονεῖς του νά κάνουν τό ἴδιο.
Ὅσοι τόν ἐπισκέπτονταν καταλάβαιναν νά ὑπάρχη κάτι διαφορετικό σ᾽ αὐτό τό παιδί. Μιλοῦσε συνέχεια γιά τόν Θεό. Ἦταν πάντα εὐγενικό καί χαρούμενο. Τό πρόσωπό του ἔλαμπε. Ἤθελε νά κοινωνάη συχνά τῶν Τιμίων Δώρων. Ὅταν κάποιες φορές ἡ μητέρα του ἦταν σέ κάποιον ἄλλο χῶρο τῆς κλινικῆς, φώναζε: «Μητέρα, ἔλα γρήγορα. Φτάνει ὁ παππούλης μέ τόν Χριστό. Ἀνεβαίνει τά σκαλιά. Ἔλα νά μέ ἑτοιμάσης». Καί ἔτσι γινόταν. Ὁ ἱερέας ἐρχόταν καί εὕρισκε τόν Δημητράκη καθισμένο στό κρεββάτι του, μέ ἀνοιχτό τό στόμα κάνοντας μέ εὐλάβεια τόν σταυρό του. Ἐνῶ δέν ἐγνώριζε τήν ἀκριβῆ ὥρα τῆς προσελεύσεως τοῦ ἱερέως μέ τά Τίμια Δῶρα, μέ διορατικό χάρισμα τόν ἔβλεπε νά ἔρχεται, μολονότι παρεμβάλλονταν δυό κλειστές πόρτες πού ἐχώριζαν τό δωμάτιό του ἀπό τόν διάδρομο πού ἐρχόταν ὁ ἱερέας. Αὐτό τό βεβαιώνει καί ἡ εὐλαβής κυρία Μαρία Γαλιατσάτου ἡ ὁποία ἐθελοντικῶς ἐφρόντιζε τό παιδί αὐτό. «Κυρία Μαρία, θέλω κάτι νά σᾶς πῶ», τῆς εἶπε μία ἡμέρα. «Ὅταν ἔρχεται ὁ παππούλης μέ τόν Χριστό, τόν βλέπω στίς σκάλες πού ἀνεβαίνει καί δίπλα του ὑπάρχουν δυό ψηλοί, ὄμορφοι ἄνθρωποι μέ ὁλόασπρη στολή πού γέρνουν πρός τό Ἅγιο Ποτήριο καί μέ ἀνοιχτά τά χέρια τους τό προστατεύουν».
Κάποτε τόν ρώτησε ὁ γιατρός: «Τί κάνεις, Δημητράκη, πῶς πᾶμε;». Τοῦ ἀπάντησε: «Κύριε γιατρέ, μπορῶ νά σᾶς πῶ ἀπό κοντά. Ἐγώ εἶμαι καλά. Ἐσεῖς μή στενοχωριέστε πού ἔφυγε ἡ γυναῖκα σας. Ὁ Θεός θά εἶναι μαζί σας γιατί εἶστε καλός ἄνθρωπος». Ὁ γιατρός ἔμεινε λίγο ἀκίνητος. Κανείς δέν ἤξερε τό θλιβερό γεγονός πού εἶχε συμβῆ τήν προηγούμενη ἡμέρα στό σπίτι του, ὅτι δηλαδή ἡ γυναῖκα του τόν ἐγκατέλειψε καί πῆρε ἄλλον ἄνδρα.
«Αὐτό εἶναι παιδί τοῦ Θεοῦ», ἔλεγαν ὅσοι τό γνώριζαν.
Τήν τελευταία φορά πού κοινώνησε δέν μποροῦσε πλέον νά σταθῆ καθιστός στό κρεββάτι ἀλλά ὑποδέχθηκε μέ χαρά καί λαχτάρα τόν Χριστό ξαπλωμένος. «Εὐχαριστῶ πολύ», ψέλλισε καί μετά ἐκοιμήθη.
Ὁ ἱερέας, ὅταν τήν ἄλλη μέρα πῆγε στό νεκροτομεῖο νά διαβάση στόν Δημητράκη τό τρισάγιο, εἶπε: «Τέτοιο λείψανο πρώτη φορά στήν ζωή μου βλέπω. Τό πρόσωπό του εἶναι χαμογελαστό, λάμπει καί ἔχει τό χρῶμα τοῦ κεχριμπαριοῦ».
Οἱ γονεῖς του ἀγάπησαν τόν Χριστό πολύ καί θέλουν καί αὐτοί νά βαπτιστοῦν.
Διαβάστε ΕΔΩ τα προηγούμενα σχετικά άρθρα
ΤΟ ΤΑΜΑ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ. Ο ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ.
Ἡ Δ΄ Ἐθνικὴ τῶν Ἑλλήνων Συνέλευσις.
Νομίζει ἑαυτὴν εὐτυχῆ γενομένη ὄργανον, δι᾿ οὗ τὸ Ἔθνος ἐκπληροῖ τὸ πλέον ἐφετὸν τῶν χρεῶν του, δηλαδὴ τὸ νὰ ἀναπέμψῃ τὴν εὐγνωμοσύνην του πρὸς τὸν Θεόν, Ὅστις ἔδειξε τοσαῦτα θαύματα διὰ νὰ τὸ σώσῃ.
Κατὰ συνέπειαν, ἡ Δ΄ Ἐθνικὴ τῶν Ἑλλήνων Συνέλευσις ψηφίζει:
Α΄. Ὅταν ἡ τοπικὴ περιφέρεια τῆς Ἑλλάδος καὶ ἡ καθέδρα τῆς Κυβερνήσεώς της κατασταθῶσιν ὁριστικῶς, οἱ δὲ οἰκονομικοὶ πόροι τοῦ κράτους τὸ ἐπιτρέψωσιν, ἡ Κυβέρνησις θέλει διατάξει νὰ ἐγερθῇ εἰς τὴν καθέδραν εἷς Ναὸς ἐπ᾿ ὀνόματι τοῦ Σωτῆρος.
(ΑΡΧΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑΣ, τόμος 4ος. Δ΄ ἐν Ἄργει Ἐθνικὴ Συνέλευσις 1828-1829,
-Δεύτερος τῶν Ἐθνοσυνελεύσεων, σελ. 116)
Ὅταν οἱ ὑπεύθυνοι ἐνθυμηθοῦν νά πραγματοποιήσουν τό λησμονημένο καί ἀνεκπλήρωτο τάμα τοῦ Ἔθνους καί ἀρχίση ἡ ἀνοικοδόμηση τοῦ Ναοῦ, τά ἔσοδα ἀπό τήν διάθεση τοῦ παρόντος βιβλίου θά διατεθοῦν γιά ἕνα λιθαράκι στό Ναό τοῦ Σωτῆρος μας Χριστοῦ.