Αποστολικά Κηρύγματα – Κυριακή Ε΄, Νηστειών – «Τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ,…..καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπό νεκρῶν ἔργων εἰς τὸ λατρεύειν Θεῶ ζῶντι»

«Τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ,…..καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπό νεκρῶν ἔργων εἰς τὸ λατρεύειν Θεῶ ζῶντι»

π. Γεωργίου Θανάσουλα

Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος, ἀ­δελ­φοί μου, στὴν ἀ­πο­στο­λι­κή πε­ρι­κο­πή ποὺ ἀ­κού­σα­με σή­με­ρα ἀ­πὸ τὴν πρὸς Ἐ­βραί­ους ἐ­πι­στο­λή του, συγ­κρί­νει τὴν Στραυ­ρι­κήν θυ­σί­α τοῦ Χρι­στοῦ μὲ αὐ­τήν τῶν ἀρ­χι­ε­ρέ­ων τῆς Πα­λαι­ᾶς Δι­α­θή­κης καὶ τῶν εἰ­δω­λο­λα­τρῶν. Συγ­κρί­νει τὴ μο­να­δι­κή θυ­σί­α τοῦ Θε­αν­θρώ­που γιὰ τὴ σω­τη­ρί­α μας μὲ τὶς θυ­σί­ες ζώ­ων ποὺ στὸ πα­ρελ­θόν προ­σφέ­ρον­ταν σύμ­φω­να μὲ αὐ­τὰ ποὺ προ­έ­βλε­παν οἱ ἀρ­χαῖ­ες θρη­σκεί­ες. Συγ­κρύ­νει τὸ αἷ­μα τῶν θυ­σι­α­ζο­μέ­νων ζώ­ων­ποὺ χρη­σι­μο­ποι­ό­υν­τα γιὰ τὸν ἐ­ξω­τε­ρι­κὸ, τὸν σω­μα­τι­κὸ κα­θα­ρι­σμὸ τοῦ λα­οῦ μὲ τὸ αἷ­μα τοῦ Χρι­στοῦ. Καὶ τέ­λος κά­νει λό­γο γιὰ τὴν κα­θα­ρό­τη­τα, ἡ ὁ­ποί­α πρέ­πει νὰ δι­α­κρί­νει τὸν νέ­ον Ἰσ­ρα­ήλ, τὸν νέ­ο λα­ὸ ποὺ εἶ­ναι μέ­πη τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τοῦ Χρι­στοῦ. 

Ο­μως ὅ­λες οἱ αἱ­μα­τη­ρές θυ­σί­ες ποὺ προ­σφέ­ρον­ταν ἀ­πὸ τοὺς ἱ­ε­ρεῖς τοῦ πε­ρι­ού­σιου λα­οῦ, σύμ­φω­να με την Πα­λαι­ὰ Δι­α­θή­κη, δὲν εἶ­χαν τὴν δυ­να­τό­τη­τα νὰ ἐ­ξι­λε­ώ­σουν τὸν ἄν­θρω­πο καὶ νὰ τὸν ἀ­παλ­λά­ξουν ἀ­πὸ τὰ νε­κρὰ ἔρ­γα, ἀ­φοῦ εἶ­ναι ἀ­δύ­να­τον τὸ αἷ­μα τῶν τρά­γων καὶ ταύ­ρων νὰ ἀ­φαι­ροῦν τὶς ἁ­μαρ­τί­ες τῶν ἀν­θρώ­πων. Ὁ  ραν­τι­σμός ποὺ γι­νό­ταν ἐ­πρό­κει­το γιὰ μιὰ εἰ­κο­νι­κὴ ἐ­ξω­τε­ρι­κὴ κα­θα­ρό­τη­τα καὶ ἐκ­φρα­ζό­ταν ὁ πό­θος γιὰ  μιὰ οὺ­σι­α­στι­κὴ κά­θαρ­ση. Καὶ ὁ πό­θος αὐ­τὸς ἐκ­πλη­ρώ­νε­ται ὄ­χι μό­νον γιὰ τὸν σω­μα­τι­κὸ μο­λυ­σμὸ, ἀλ­λὰ κυ­ρί­ως γιὰ τὸν πνευ­μα­τι­κὸ μο­λυ­σμὸ μὲ τὸ ἄλ­λο αἷ­μα, μὲ τὸ αἷ­μα τῆς Και­νῆς Δι­α­θή­κης, τὸ αἷ­μα τοῦ Χρι­στοῦ, τὸ ὁ­ποῖ­ο κα­θα­ρί­ζει τὴν συ­νεί­δη­σή μας ἀ­πὸ τὴν ἁ­μαρ­τί­α, ἡ «ὁ­ποί­α μο­λύ­νει τὴν ψυ­χὴ καὶ τὸ σῶ­μα. Καὶ αὐ­τὸ πραγ­μα­το­ποι­εῖ­ται δι­ό­τι τὸ σφά­γιο τῆς Σταυ­ρι­κῆς θυ­σί­ας δὲν εἶ­ναι ἕ­να ἄ­ό­γο ζῶ­ο, ἀλ­λά ὁ σαρ­κω­μέ­νος Θε­ὸς Λό­γος· δὲν εἶ­ναι ἄν­θρω­πος, ἄλ­λά θε­άν­θρω­πος, ἄ­μω­μος καὶ ἄ­σπι­λος. Εἶ­ναι, ὅ­πως λέ­γει ὁ ἱ­ε­ρὸς Χρυ­σό­στο­μος, «τὸ θυ­σι­α­ζό­με­νο­ἦ­ταν ἄ­μω­μο καὶ κα­θα­ρὸ ἀ­πὸ ἁ­μαρ­τί­ες».

Ὁ Χρι­στὸς μὲ τὴν θέ­λη­σὴ του ἔ­γι­νε ἐ­κού­σιο θῦ­μα καὶ προ­σφέρ­θη­κε στὸ ξύ­λο τοῦ Σταυ­ροῦ γιὰ τὴν ἐξηλέωση καὶ ὁλοκληρωτικὴ κάθαρση τοῦ ἀν­θρω­πί­νου γέ­νους. Τὸ αἷ­μα αὐ­τὸ τῆς σταυ­ρι­κῆς θυ­σί­ας τοῦ Χρι­στοῦ, δὲν μᾶς δί­νει τὴν δυ­να­τό­τη­τα ἀ­πλὰ νὰ σω­θοῦ­με, ἀλ­λὰ κυ­ρί­ως ὁ τρό­πος νὰ ζή­σου­με αἰ­ώ­νια ἐ­νω­μέ­νοι μὲ τὸν Χρι­στὸ. Γι­’­αὐ­τὸ καὶ τὴν μο­να­δι­κὴ αὐ­τὴ θυ­σί­α ἡ Ἐκ­κλη­σί­α μας τὴν δι­αι­ω­νί­ζει ἀ­ναί­μα­κτα μὲ τὴν τέ­λε­ση τοῦ Μυ­στη­ρί­ου τῆς Θεί­ας Εὐ­χα­ρι­στί­ας, ἐ­φαρ­μό­ζον­τας τὴν ἐν­το­λή τοῦ Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ, ὁ ὁ­ποῖ­ος εἶ­πε ἐ­ὰν δὲν φά­γε­τε τὴν σάρ­κα τοῦ Υἱ­οῦ τοῦ ἀν­θρώ­που καὶ δὲν πι­εῖ­τε τὸ αἷ­μα του, δὲν ἔ­χε­τε ζω­ὴ μέ­σα σας». Καὶ στὸ Μυ­στι­κὸ Δεῖ­πνο ἔ­δω­κε ἐν­το­λή «τοῦ­το ποι­εῖ­τε στὴν ἑ­μήν ἀ­νά­μνη­ση». Ἡ Θεί­α Εὐ­χα­ρι­στί­α γιὰ τὴν Ἐκ­κλη­σί­α δὲν ἀ­πο­τε­λεῖ ἀ­πλὴ ἀ­νά­μνη­ση τῆς Σταυ­ρι­κῆς θυ­σί­ας τοῦ Χρι­στοῦ, ἀλ­λὰ τὸ κα­τ’ ἐ­ξο­χήν μυ­στή­ριο, τὸ κέν­τρο καὶ ἡ ἀ­πο­κο­ρύ­φω­ση τῆς ὅ­λης λα­τρεί­ας μας.

Ὁ Ἅ­γιος Νι­κό­λα­ος ὁ Κα­βά­σι­λας πα­ρα­τη­ρεῖ ὅ­τι ἡ Θεί­α Κοι­νω­νί­α ἄν καὶ δί­δε­ται διὰ τοῦ σώ­μα­τος, ὅ­μως «εἰς τὴν οὐ­σί­αν πρῶ­τον χω­ρεῖ τῆς ψυ­χῆς καὶ διὰ τῆς ψυ­χῆς εὶς τὸ σῶ­μα δι­α­βαί­νει῾ Καὶ Ὁ Ἅ­γιος Ἰ­ω­άν­νης ὁ Δα­μα­σκη­νὸς ὑ­πο­γραμ­μί­ζει ὅ­τι κοι­νω­νόν­τας ἀ­πὸ τὸ ἅ­γιο πο­τή­ριο «κοι­νω­νοῦ­με μὲ τὸ Χρι­στὸ καὶ με­τέ­χου­με στὴ σάρ­κα του καὶ τὴν θε­ό­τη­τὰ του». Με­τέ­χου­με δηλαδὴ στὴ θεοποιὸ ἐνέργεια τῆς Θεϊκῆς Του οὐ­σί­ας. Ὅ­μως εὔ­λο­γα ἀ­να­ρω­τι­έ­ται κα­νεὶς. Ποι­ὰ ἡ δι­κὴ μας συμ­με­το­χή στὸ Ἱ­ε­ρὸ αὐ­τὸ μυ­στή­ριο τὴς Θεί­ας Εὐ­χα­ρι­στί­ας; Συμ­με­τέ­χου­με τα­κτι­κὰ; Ποι­ὰ­εἶ­ναι ἡ ἀ­νά­λο­γη δι­κὴ μας προ­ε­τοι­μα­σί­α γιὰ τὴ συμ­με­το­χὴ μας σ’­αὐ­τὸ;  Ὁ Κύ­ριὸς μας πρὶν πα­ρα­δώ­σει τὸ Μυ­στή­ριο τῆς κοι­νω­νί­ας εἶ­πε: “ ἡ τρο­φὴ ποὺ θὰ σᾶς δώ­σω εἶ­ναι ἡ σάρ­κα μου, τὴν ὁ­ποί­α θὰ προ­σφέ­ρω γιὰ τὴν ζω­ο­ποί­η­ση τοῦ κό­σμου». Γιὰ μᾶς τοὺς πι­στούς, ἐ­πο­μέ­νως, ἡ θεί­α με­τά­λη­ψη εἶ­ναι ἀ­ναγ­καῖ­ο συ­στα­τι­κὸ τῆς πνευ­μα­τι­κῆς καὶ κα­τὰ Χρι­στὸν ζω­ῆς, ἡ ὁ­πί­α δὲν θὰ πρέ­πει νὰ σβή­νει, οὔ­τε νὰ δι­α­κό­πτε­ται, ὅ­πως λέ­γει ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος, γιὰ νὰ μὴ ζοῦν πλέ­ον οἱ ζων­τα­νοὶ πι­στοὶ ἀ­το­μι­κὴ καὶ σαρ­κι­κὴ ζω­ὴ, ἀλ­λὰ τὴ ζω­ὴ τοῦ Χρι­στοῦ ποὺ γιὰ αὐ­τοὺς πέ­θα­νε καὶ ἀ­να­στή­θη­κε». Ἀλ­λὰ καὶ ὁ ἴ­διος ὁ Κύ­ριος γιὰ δύ­ο ἀ­ναγ­καῖ­α πράγ­μα­τα γιὰ μᾶς τοὺς Χρι­στια­νοὺς εἶ­πε. Γιὰ τὸ βά­πτι­σμα: «Ἀ­μήν , ἀ­μὴν λέ­γω σοι. Ἐ­ὰν μὴ γεν­νη­θῆ τὶς ἐξ ὕ­δα­τος καὶ πνεύ­μα­τος, οὐ δύ­να­ται εἰ­σελ­θεῖν εἰς τὴν βα­σι­λεί­αν τοῦ Θε­οῦ». Ὅ­μοί­ως καὶ γιὰ τὴν Θεί­α Με­τά­λη­ψη εἶ­πε: «’Αμὴν, ἀ­μὴν λέ­γω ὑ­μῖν. Ἔ­ὰν μὴ φά­γη­τε τὴν σάρ­κα τοῦ Υἱ­οῦ τοῦ ἀν­θρώ­που καὶ μὴ πίετε τὸ αἷμα αὐτοῦ, οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς». Καθὼς εἶναι ἀδύνατον , χω­ρὶς βά­πτι­σμα , νὰ ζἠ­ση κά­ποι­ος πνευ­μα­τι­κὴ ζω­ὴ καὶ νὰ σω­θεῖ, κα­τὰ τὸν ἴ­διο τρό­πο, εἶ­ναι ἀ­δύ­να­τον νὰ ζή­σει κά­ποι­ος χω­ρὶς τὴν θεί­α Με­τά­λη­ψη. Ἀ­πὸ αὐ­τὰ συμ­πε­ραί­νου­με ὅ­τι ἠ θεί­α με­τά­λη­ψη πρέ­πει νὰ λαμ­βά­νε­ται, ὅ­χι ὅ­πως τὸ βά­πτι­σμα μί­α φο­ρά, ἄλ­λὰ πρέ­πει νὰ λαμ­βά­νε­ται συ­νε­χῶς. Ἀλ­λά καὶ σὲ ὅ­σους δυ­σπι­στοῦν ἀ­κό­μη καὶ λέ­νε ὅ­τι πρέ­πει νὰ με­τα­λαμ­βά­νου­με μί­α ἤ δύ­ο φο­ρὲς τὸν χρό­νο καὶ ὄ­χι κά­θε φο­ρὰ ποὺ τε­λεῖ­ται τὸ μυ­στή­ριο τῆς θεί­ας Εὐ­χα­ρι­στί­ας, θὰ τοὺς ὑ­πεν­θυ­μί­σου­με ὅ­τι ὅ­ταν ὁ Κύ­ριος πα­ρέ­δω­σε τὸ μυ­στή­ριο στοὺς Μα­θη­τὰς Του, δὲν τοὺς εἶ­πε συμ­βου­λευ­τι­κὰ «ὅ­στις θέ­λει νὰ φά­γει τὸ σῶ­μα καὶ νὰ πι­εῖ τὸ αἷ­μα μου»ὅ­πως ἀλ­λοῦ εἶ­πε «ὅ­στις θέ­λει ὀ­πί­σω μου ἐλ­θεῖν» καὶ»ἐ­ὰν θέ­λεις τέ­λει­ος εἶ­ναι», ἄλ­λὰ ἀν­τι­θέ­τως πρό­στα­ξε: «Λά­βε­τε φά­γε­τε, τοῦ­το ἐ­στὶ τὸ σῶ­μα μου, καὶ πί­ε­τε ἐξ αὐ­τοῦ πάν­τες, τοῦ­το ἐ­στὶ τὸ αἷ­μα μου», δη­λα­δὴ ἀ­να­πό­φευ­κτα πρέ­πει νὰ φά­τε τὸ σῶ­μα μου καὶ ὁ­πωσ­δή­πο­τε πρέ­πει νὰ πι­εῖ­τε τὸ αἷ­μα μου. Καὶ πά­λι λέ­ει «τοῦ­το ποι­εῖ­τε εἰς τὴν ἐ­μὴν ἀ­νά­μνη­σην», δη­λα­δὴ ἐ­ξη­γεῖ ὁ Ἱ­ε­ρὸς Χρυ­σό­στο­μος, «Εἶ­πε ὅ­τι΄σᾶς  πα­ρα­δί­δω αὐ­τὸ τὸ μυ­στή­ριο γιὰ νὰ τὸ τε­λεῖ­ται ὄ­χι μί­α ἤ δύ­ο φο­ρὲς ἀλ­λὰ κάθε ἡμέρα σὲ ἀνάμνηση τῶν πα­θῶν, τοῦ θα­νά­του μου καὶ ὅ­λης μου τῆς  οἰ­κο­νο­μί­ας».Καὶ οἱ Θεῖ­οι Ἀ­πό­στο­λοι, πι­στοὶ τη­ρη­ταὶ τῶν ἐν­το­λῶν τοῦ Χρι­στοῦ, με κά­θε εὐ­και­ρί­α , δί­δα­σκαν ὅ­λους τοὺς πι­στούς, προ­σεύ­χον­ταν καὶ τε­λοῦ­σαν τὸ Μυ­στή­ριο καὶ κοι­νω­νοῦ­σαν ὅ­λοι οἱ συμ­με­τέ­χον­τες τὰ ἄ­χραν­τα μυ­στή­ρια γιὰ να ἁ­γι­ά­ζον­ται καὶ νὰ στε­ρε­ώ­νον­ται κα­λύ­τε­ρα στὴ πί­στη τοῦ Χρι­στοῦ. «Ἦ­σαν προ­σκαρ­τε­ροῦν­τες τῆ δι­δα­χῆ τῶν Ἀ­πο­στό­λων καὶ τῆ κοι­νω­νί­ᾳ καὶ τῆ κλά­σει τοῦ ἄρ­του καὶ ταῖς προ­σευ­χαῖς», λέ­γουν ο}ι Πρά­ξεις τῶν Ἀ­πο­στό­λων.Καὶ ἑ­κεῖ­νο ποὺ ἔ­κα­ναν οἱ Ἀ­πό­στο­λοι τό­τε, τὸ ἔ­γρα­ψαν καὶ στοὺς κα­νό­νες τους, γιὰ νὰ ἀ­κο­λου­θοῦ­με καὶ ἐ­μεῖς οἱ με­τα­γε­νέ­στε­ροι Χρι­στια­νοὶ αὐ­τὴ τὴν ἀ­ναγ­καί­α πα­ρά­δο­ση. Προ­στά­ζουν ἐ­ὰν κά­ποι­ος. ὅ­ταν γί­νε­ται Λει­τουρ­γί­α καὶ δεν με­τα­λά­βει, νὰ πεῖ τὸν λό­γο γιὰ τὸν ὁ­ποῖ­ον δὲν με­τέ­λα­βε. Ἄν εἷ­ναι εὔ­λο­γη ἡ αἰ­τί­α ἄς συγ­χω­ρεῖ­ται, δι­α­φο­ρε­τι­κὰ νὰ ὰ­φο­ρί­ζε­ται» Καὶ ἡ ἐν Ἀν­τι­ο­χεί­ᾳ Σύ­νο­δος ἐ­πα­να­λαν­βά­νου­σα τὸν κα­νό­να τῶν Ἀ­πο­στό­λων,συμ­πλη­ρώ­νει λέ­γον­τας ὁ­τι ἡ πρά­ξη αὐ­τὴ, τοῦ ἐ­πι­τι­μί­ου τοῦ ἀ­φό­ρι­σμοῦ νὰ ἰ­σχύ­ει ἔ­ως ὁ­του ἐ­ξο­μο­λο­γη­θοῦν, δεί­ξουν καρ­ποὺς με­τα­νοί­ας καὶ πα­ρα­κα­λέ­σουν καὶ τό­τε νὰ συγ­χω­ρε­θοῦν».

   Ἀδελφοί μου. Μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ , πόσο ἀναπολόγητοι εἴμαστε ὅλοι μας ὅταν ἀποστρεφόμεθα τὴν πρόσκληση τοῦ Χριστοῦ διὰ τοῦ στόματος τοῦ Λειτουργοῦ Ἱερέως ὅταν μᾶς καλεῖ νὰ μεταλάβουμε τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι Ὁ ἐπιούσιος ἄρτος τῆς ψυχῆς; Πόσο ἁμαρτάνουμε, ἀρνούμενοι νὰ συμμετάσχουμε στὸ Δεῖπνο τοῦ Κυρίου; Προφασιζόμαστε ὁτι τάχα δὲν εἴμαστε ἄξιοι, δἐν εἴμαστε ἁγιοι, καὶ κατηγοροῦμε καὶ σχολιάζουμε ὅσους καὶ ὅσες κοινωνοῦν συχνὰ, Κοινωνοῦμε μία ἤ δύο φορές τὸν χρόνο, ‘Χριστούγεννα καὶ Πάσχα κινούμενοι μόνο ἀπὸ συνήθεια καὶ ὅχι ἔχοντας ὀρθό λογισμό. Τὶς ἡμέρς αὐτὲς κοινωνεὶ ὅποιος καὶ ἄν εἶναι,εἴτε ἄξιος εἴτε ἄνάξιος. Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος λέγει ὅτι οὔτε τὰ Χριστούγεννα, οὔτε ἡ σαρακοστὴ κάνουν τοῦς ἀνθρώπους ἀξίους νὰ κοινωνήσουν. Ἡ καθαρότητα τῆς ψυχῆς τοὺς κάνει ἀξίους. Ἔχεις καθαρὴ καρδιὰ, ἔχεις καὶτὴν ἄδεια νὰ κοινωνήσεις. Καὶ ὁ Χριστιανὸς πρέπει πάντα κάθε ἡμέρα καὶ κάθε στιγμή νὰ διατηρεῖ τὴν καθαρότητα τῆς ψυχῆς του ὥστε νὰ μεταλαμβάνει καθημερινῶς τὰ ἄχραντα μυστήρια καὶ νὰ ἀναλογίζεται τὸν θάνατο καἰ τὰ πάθη τοῦ Κυρίου,νὰ θυμάται δηλαδὴ τὴν σωτηρία καὶ τὴν εὐεργεσία πού μᾶς ἔκανε ὁ Κύριος. Ἄς προσπαθήσουμε ὅλοι μας. Ἄμὴν.