Ὁ Ἑλληνισμὸς τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς: Κοινοτική ὀργάνωση, Ἑλληνόγλωσση ἐκπαίδευση, Ἑλληνική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Περιεκτική ἱστορική ἀναδρομή

δρ. Γεωργίου Βλάχου
συντονιστοῦ ἐκπαιδεύσεως Ν. Ἀφρικῆς

Δημητρίου Γκόκη Msc

Παρουσία Ἑλλήνων στήν Νότιο Ἀφρική δέν μπορεῖ νά χρονολογηθῆ πρίν ἀπό τά μέσα τοῦ 19ου αἰῶνα. Ἡ πιό ἀξιόπιστη μαρτυρία, αὐτή τοῦ δημοσιογράφου καί διανοουμένου Κώστα Νικολαΐδη (1), μιλᾶ γιά δώδεκα Ἕλληνες στό Κέϊπ Τάουν τό 1876 καί γιά ἑξήντα τό 1898. Στό Γιοχάνεσμπουργκ, τό κέντρο τῆς οἰκονομικῆς δραστηριότητος τῆς χώρας, τό ὁποῖο ἱδρύθηκε τό 1895, ὑπῆρχαν τό 1896 μόλις 70 Ἕλληνες (2). Οἱ πρῶτοι Ἕλληνες πού ἐγκαταστάθηκαν στήν Νότιο Ἀφρική ἦταν ναυτικοί πού εἶχαν ἀποβιβαστῆ λαθραία ἀπό τά πλοῖα τους στά μεγάλα λιμάνια τοῦ Κέϊπ Τάουν, τοῦ Πόρτ Ἐλίζαμπεθ καί τοῦ Ντέρμπαν (3). Μαζική μετανάστευση ἀπό τήν Ἑλλάδα πρός τήν Νότιο Ἀφρική παρατηρεῖται μόνο ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰῶνα, ὡς ἀποτέλεσμα τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως τοῦ τέλους τοῦ 19ου αἰῶνα καί τῆς συνεπακόλουθης χρεωκοπίας τῆς χώρας, τό 1895. Ἡ περιοχή τοῦ Witerwaterstrand τῆς ἐπαρχίας Τράνσβααλ, μέ κέντρο τό Γιοχάνεσμπουργκ, ὅπου τό 1886 ἀνακαλύφθηκαν τά μεγαλύτερα ἀποθέματα χρυσοῦ στόν πλανήτη, προσέλκυσε ἀρχικά τούς πιό πολλούς νέους μετανάστες ἀπό τήν Ἑλλάδα (4). Λόγῳ τῆς ἐλλείψεως κεφαλαίου, οἱ πρῶτοι αὐτοί Ἕλληνες ἀσχολήθηκαν μέ τό μικροεμπόριο, ἀνοίγοντας μικρές ἐπιχειρήσεις τύπου café, τά λεγόμενα tea rooms (5), ἕναν ἰδιότυπο συνδυασμό καφενείου καί μπακάλικου πού ἦταν ἀνοιχτά ὅλη τήν ἡμέρα μέχρι ἀργά τά μεσάνυχτα, ἀκόμα καί τίς Κυριακές. Ἀπό τότε ὁ τύπος αὐτός ἐπιχειρήσεως ἔγινε σῆμα κατατεθέν τῆς ἐπαγγελματικῆς δραστηριότητος τῶν Ἑλλήνων στήν Νότιο Ἀφρική.

Μετά τό τέλος τοῦ λεγομένου Ἀγγλο ― Ἐμπορικοῦ πολέμου τό 1902, πολλοί Ἕλληνες ἀπό τό Κέϊπ Τάουν πού μόλις εἶχαν χάσει τίς δουλειές τους, λόγῳ τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως πού ἔπληξε τήν περιοχή αὐτή, λίγο μετά τό τέλος τοῦ πολέμου μετακινήθηκαν βορειώτερα στήν περιοχή τοῦ Τραανσβάαλ καί ἐργάσθηκαν μέ συμβάσεις ὁρισμένου χρόνου ὡς εἰδικευμένοι ἤ ἡμιεἰδικευμένοι μεταλλωρῦχοι στά μεταλλεῖα χρυσοῦ τοῦ Witerwaterstrand (6). Ὁ Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος καί ἡ διεθνής οἰκονομική κρίση πού ὁδήγησαν στήν πτώση τῆς τιμῆς τοῦ χρυσοῦ, ἀλλά κυρίως ἡ ἀπειλή τῆς «φθίσεως» τῆς λεγομένης νόσου τῶν μεταλλείων, ὁδήγησε ὅσους τελικά ἐπιβίωσαν, νά στραφοῦν σέ ἄλλες ἐπαγγελματικές δραστηριότητες καί κυρίως στό μικρεμπόριο, ὅπως καί οἱ ὑπόλοιποι συμπατριῶτες τους (7). Μέχρι τό τέλος τοῦ Β΄ Παγκοσμίου πολέμου ἡ ἀριθμητική παρουσία τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου στήν Νότιο Ἀφρική ἦταν ἰσχνή. Μεταπολεμικά (1950― 1970) ἔφτασαν στήν Νότιο Ἀφρική περίπου 19.000 Ἕλληνες (8), οἱ ὁποῖοι ἐκτός τοῦ ὅτι ἀναζωογόνησαν ποσοτικά τήν Ἑλληνική παρουσία, τῆς προσέδωσαν καί μιά νέα ποιοτική διάσταση, ἀφοῦ οἱ νέοι μετανάστες ἦταν στήν πλειοψηφία τους τεχνῖτες, ἐπαγγελματίες, νέοι ἐπιστήμονες κ.τ.λ. Τό 1999 ὑπολογίζονταν γύρω στούς 70.000 (9). Σήμερα ὁ ἀριθμός τους δέν πρέπει νά ξεπερνᾶ τούς 40.000.

Ἡ Κοινοτική Ὀργάνωση

Ἡ πολιτική ζωή τῶν Ἑλλήνων τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη μέ τήν Κοινοτική ὀργάνωση. Ὅλες οἱ πτυχές τῆς κοινωνικῆς, θρησκευτικῆς καί πολιτισμικῆς δραστηριότητος τῶν ὁμογενῶν μας στήν Νότιο Ἀφρική περιστρέφονται γύρω ἀπό τόν κοινοτικό θεσμό. Οἱ Κοινότητες ἀναλαμβάνουν νά χτίσουν ἐκκλησίες, σχολεῖα, χώρους ἐγκαταστάσεως γιά τά γραφεῖα τους, χώρους μαζικῶν ἐκδηλώσεων καί ἔχουν τό ἀποκλειστικό προνόμιο στήν πολιτική ἀντιπροσώπευση τῶν ὁμογενῶν μας στίς τοπικές καί κυβερνητικές Ἀρχές τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς. Ἐκτός ἀπό τήν Κοινοτική ὀργάνωση, ἄλλες μορφές πολιτικῆς δράσεως δέν ἀναπτύχθηκαν καί ὅσες ἐμφανίστηκαν κατά καιρούς γρήγορα ἀφομοιώθηκαν ἀπό τήν κυρίαρχη Κοινοτική ὀργάνωση (10). Ἡ πρώτη Ἑλληνική Κοινότητα ἱδρύθηκε τό 1903 στό Κέϊπ Τάουν μέ 100 μέλη ἀρχικά, ὅταν τήν ἐποχή αὐτή κατοικοῦσαν στήν περιοχή γύρω στούς 1.000 ὁμογενεῖς (11). Ἡ πρώτη αὐτή Κοινότητα προέκυψε μέσα ἀπό τήν συγχώνευσή της μέ προϋπάρχον σωματεῖο τόν «Σύλλογον ἀλληλοβοηθείας», τήν πρώτη καταγεγραμμένη μορφή ὀργανώσεως τῶν Ἑλλήνων στήν Νότιο Ἀφρική πού ἀποσκοποῦσε στήν παροχή ἀρωγῆς στούς ἀπόρους καί πάσχοντες ὁμογενεῖς καί στήν πολιτική ἐκπροσώπηση τῆς Παροικίας (12). Τό 1908 ἱδρύεται ἡ Ἑλληνική Κοινότητα Γιοχάνεσμπουργκ, μέ παρομοίους σκοπούς στό Καταστατικό της καί τόν ἴδιο χρόνο ἡ Κοινότητα τῆς Πρετόριας (13). Ἡ Κοινότητα τοῦ Πόρτ Ἐλίζαμπεθ ἱδρύθηκε τό 1936 (14). Μιά ἀπό τίς πρῶτες φροντίδες τῶν νεοσυσταθεισῶν Κοινοτήτων ἦταν ἡ ἐξεύρεση χρημάτων γιά τήν κατασκευή ἱερῶν ναῶν καί ἵδρυση σχολείων.

Ἕνα μέρος τῆς χρηματοδοτήσεως προῆλθε ἀπό τίς συνδρομές τῶν μελῶν καί τό ὑπόλοιπο ἀπό ἐράνους (Donations) πού ἀπό τότε καθιερώθηκε νά γίνεται κάθε φορά πού ἡ Κοινότητα χρειαζόταν χρήματα νά κτίση κάποια ἐκκλησία ἤ κάποιο σχολεῖο ἤ γιά ἄλλο σημαντικό σκοπό. Μετά τό 1950 ὁ μεγάλος ἀριθμός Ἑλλήνων μεταναστῶν πού κατευθύνθηκαν πρός τήν Νότιο Ἀφρική ἔδωσε νέα πνοή στήν ἰσχνή μέχρι τότε ἀριθμητική παρουσία τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου καί δημιουργήθηκαν πολλές νέες Κοινότητες. Σήμερα ὑπάρχουν 26 ἑλληνικές Κοινότητες στήν χώρα (15). Τό 1976 ἱδρύθηκε ἡ Ὁμοσπονδία Ἑλληνικῶν Κοινοτήτων Νοτίου Ἀφρικῆς, ὡς ἐπιστέγασμα τῆς πολιτικῆς ὀργανώσεως τῶν ὁμογενῶν μας στήν Νότιο Ἀφρική (16). Πέρα ἀπό τό ὅτι ἐκπροσωπεῖ τό σύνολο τῶν Ἑλληνικῶν Κοινοτήτων στήν χώρα, μέλη της εἶναι πλέον καί ἄλλες ὀργανώσεις Ἑλλήνων καί φοιτητῶν πού παράλληλα ἔχουν συσταθῆ (συνολικά 36 μέλη) (17). Μέχρι σήμερα ὅμως δυστυχῶς τόσο οἱ Κοινότητες ξεχωριστά, ὅσο καί ἡ Ὁμοσπονδία ἤ οἱ ἄλλες ὀργανώσεις δέν ἔχουν ἀναπτύξει ἀξιόλογη ἐξωστρεφῆ δράση, κυρίως πρός τίς Ἀρχές (τοπικές καί κυβερνητικές) τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς, ὅπως γιά παράδειγμα, σέ ἄλλες χῶρες π.χ. Αὐστραλία, Η.Π.Α, Καναδᾶ κ.τ.λ.

Ἡ Ἑλληνόγλωσση Ἐκπαίδευση

Ἄν καί πολλές φορές ἀναφέρεται ὅτι οἱ Ἕλληνες ὁμογενεῖς δείχνουν ἀδιαφορία γιά τήν ἑλληνική ἐκπαίδευση τῶν παιδιῶν τους, ἐν τούτοις κάτι τέτοιο δέν ἰσχύει γιά τούς Ἕλληνες τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς. Ἡ συμπαγής ἐθνική συνείδηση τῶν Ἑλλήνων ἐδῶ, τούς ὁδήγησε ἀπό τήν ἀρχή νά κτίσουν ἐκκλησίες καί σχολεῖα καί νά διατηρήσουν μέ αὐτό τόν τρόπο τήν πνευματική ἐπαφή μέ τήν γενέτειρά τους. Πολύ περισσότερο σέ σχέση μέ ἄλλους ὁμογενεῖς μας ἀνά τόν κόσμο, ἰσχύει αὐτό γιά τούς Ἕλληνες τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς πού ἀπό τήν ἀρχή βρέθηκαν σέ ἕνα ἀφιλόξενο κοινωνικό περιβάλλον γεμᾶτο προκαταλήψεις καί ρατσιστικές ἰδεοληψίες, ὄχι μόνον ἐναντίον τῶν ντόπιων Ἀφρικανῶν, ἀλλά καί ἐναντίον ὅλων τῶν Νοτιοευρωπαίων πού θεωροῦνταν ὑποδεέστεροι σέ σχέση μέ τούς Βορειοευρωπαίους (18). Οἱ πρῶτοι Ἕλληνες ἀσφυκτιώντας μέσα σέ αὐτό τό κοινωνικό πλαίσιο, ἔβλεπαν τούς ἑαυτούς τους προσωρινούς. Γι᾿ αὐτό, ὅπως ἀναφέρει καί ὁ Νικολαΐδης, δέν ἔκαναν στήν ἀρχή καμμιά κίνηση νά ἱδρύσουν ἑλληνικά σχολεῖα (19). Σκοπός τους ἦταν νά μαζέψουν λίγα χρήματα καί νά ἐπιστρέψουν στήν Πατρίδα, ὅπου τά παιδιά τους θά εἶχαν τήν δυνατότητα νά πᾶνε ἐκεῖ σέ κανονικό σχολεῖο (20). Ὅταν ὅμως μέ τόν καιρό εἶδαν ὅτι κάτι τέτοιο δέν θά γινόταν στό ἄμεσο μέλλον, κυρίως ὅμως κάτω ἀπό τίς ἐπίμονες προτροπές σπουδαίων Ἱεραρχῶν (ὅπως ὁ Ἀθ. Νικολόπουλος καί ὁ Μαυροκορδᾶτος), διανοουμένων (ὅπως ὁ Κ. Νικολαΐδης), πολιτικῶν (ὅπως ὁ Γ. Μέντης) καί ὁμογενῶν ἐπιχειρηματιῶν (ὅπως ὁ Κ. Φοιτίδης, ὁ Ν. Χατζόπουλος, ὁ Τζών Κασαρίτης κ.ἄ.), ἀποφάσισαν νά ρίξουν ὅλες τίς προσπάθειές τους γιά τό χτίσιμο ἀμιγοῦς ἑλληνικοῦ σχολείου.

Γιά ὅλους αὐτούς τούς πρωτεργάτες, τό σχολεῖο ὡς κύριος φορέας μεταδόσεως τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας καί τοῦ πολιτισμοῦ, ἀλλά καί ἡ Ὀρθόδοξη πίστη, ἦταν τά δύο βασικά ἰδεολογικά στοιχεῖα πού προσέδιδαν τήν ξεχωριστή ἐθνική τους ταυτότητα. Τό 1925 ἀγοράστηκε τό οἰκόπεδο στήν περιοχή Μάλβερν στό Γιοχάνεσμπουργκ, τό 1930 ἄρχισαν οἱ ἐργασίες τοῦ κτιρίου καί ἀπό τόν Ἰανουάριο τοῦ 1931 ξεκίνησε νά λειτουργῆ τό σχολεῖο μέ 120 μαθητές σέ ἕνα ὑπέροχο νεοκλασσικό κτίριο (21). Γιά τήν μικρή κοινότητα τοῦ Γιοχάνεσμπουργκ αὐτό ἦταν ἕνα τεράστιο κατόρθωμα. Στό σχολεῖο μποροῦσαν νά φοιτήσουν καί ἀλλοεθνεῖς μαθητές, προηγοῦνταν ὅμως οἱ μαθητές ἑλληνικῆς καταγωγῆς. Ἡ κατασκευή οἰκοτροφείου γιά τούς Ἕλληνες μαθητές ἀπό ἄλλα μέρη τῆς Ἀφρικῆς δέν πραγματοποιήθηκε καί τελικά τό σχολεῖο ἔκλεισε τό 1944 (22). Ὁ στόχος ὅμως τῶν ὁμογενῶν μας γιά τήν δημιουργία μιᾶς «Μεγάλης τοῦ Γένους Σχολῆς» δέν ἔπαψε νά τούς ἀπασχολῆ κατά τά ἑπόμενα χρόνια. Τελικά μετά ἀπό πολλές προσπάθειες τῆς κοινότητος Γιοχάνεσμπουργκ ἀγοράσθηκε (μέ τήν ἐκποίηση τοῦ οἰκοπέδου στό Μάλβερν) ἕνα καινούργιο μεγάλο οἰκόπεδο στήν περιοχή Senterwood τοῦ Γιοχάνεσμπουργκ (23).

Τό ΣΑΧΕΤΙ ἄρχισε νά κτίζεται στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ 1970, ὅταν πρόεδρος τοῦ Διοικητικοῦ συμβουλίου του ἦταν ὁ Γεώργιος Μπίζος, διαπρεπής δικηγόρος, συνήγορος σέ πολλές δίκες τῆς οἰκογενείας MADELA καί ὑπερασπιστής τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων κατά τήν περίοδο τοῦ Ἀπαρτχάϊντ. Βασικές πηγές χρηματοδοτήσεως ἦταν οἱ ἁπλές συνεισφορές ὅλων τῶν Ἑλλήνων τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς καί κυρίως οἱ δωρεές τῶν μεγάλων Ἑλλήνων δωρητῶν τῆς παροικίας, ὅπως τῶν ἀδελφῶν Σταθούλη, Καβαλέρος, Πλωμαρίτης κ.ἄ. Τό 1974 ἄρχισε νά λειτουργῆ μέ 54 μαθητές (24). Σήμερα φοιτοῦν σέ αὐτό γύρω στούς 1.300 μαθητές, ἀρκετοί ἀπό αὐτούς (περίπου 35%) εἶναι ἀλλογενεῖς (25). Ἡ ἑλληνική γλῶσσα ὡς δεύτερη/ξένη καί ὁ ἑλληνικός πολιτισμός διδάσκονται ὑποχρεωτικά 3,5 ― 5 ὧρες ἑβδομαδιαίως σέ ὅλους τούς μαθητές ἀπό Ἕλληνες ἀποσπασμένους καί ὁμογενεῖς ἐκπαιδευτικούς (26). Τό ΣΑΧΕΤΙ θεωρεῖται ἕνα ἀπό τά καλύτερα σχολεῖα στόν κόσμο παροχῆς ἑλληνόγλωσσης ἐκπαιδεύσεως. Ἀξίζει νά σημειωθῆ ὅτι τά Ἑλληνικά ἀπό τό 2002 εἶναι μάθημα ἐπιλογῆς γιά τήν εἰσαγωγή μαθητῶν στήν τριτοβάθμια ἐκπαίδευση. Στό μεσοδιάστημα ὅμως αὐτό (μεταξύ 1945 καί ᾿74) οἱ Ἕλληνες τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς δέν ἔμειναν χωρίς ἑλληνική ἐκπαίδευση γιά τά παιδιά τους. Ἀπό τό 1935 ἤδη ὑπῆρχε ἕνα ἰδιωτικό σχολεῖο (τό ὁποῖο λειτουργοῦσε καί ὡς οἰκοτροφεῖο) πού ἱδρύθηκε ἀπό τόν ἱερέα Ἠλία Μπερτόλη στό προάστειο τοῦ Rosebank, τοῦ Γιοχάνεσμπουργκ (27). Τό σχολεῖο αὐτό πέρασε τό 1965 στά χέρια τοῦ Ἕλληνα ἐκπαιδευτικοῦ Πρωτόπαπα καί λειτούργησε ὥς τό 1989 ὡς Νηπιαγωγεῖο, Δημοτικό, Γυμνάσιο καί Λύκειο, παρέχοντας ἑλληνική ἐκπαίδευση σέ χιλιάδες ὁμογενεῖς μαθητές πού πλήρωναν χαμηλά δίδακτρα. Τό σχολεῖο εἶχε κατά μέσο ὅρο ἀπό 150 ἕως 200 μαθητές τόν χρόνο (28). Παράλληλα ἱδρύθηκαν ἀπό τίς ἑλληνικές Κοινότητες ἀπογευματινά Τμήματα Ἑλληνικῆς Γλώσσας πού λειτουργοῦσαν μετά τό ὡράριο τῶν πρωϊνῶν σχολείων. Ἀπό τό 1974 τό ἑλληνικό κράτος στέλνει ἀποσπασμένους ἐκπαιδευτικούς πού διδάσκουν τήν ἑλληνική γλῶσσα στίς ἀπογευματινές τάξεις καί στό ΣΑΧΕΤΙ. Στό παρελθόν ὑπῆρχαν 40 ― 45 περίπου ἀποσπασμένοι ἐκπαιδευτικοί στήν Νότιο Ἀφρική (29).

Σήμερα ὅμως μέ τήν ἀλλαγή τοῦ νόμου γιά τήν λειτουργία τῶν ἀπογευματινῶν σχολείων τοῦ ἐξωτερικοῦ, ἀπό τό 2012 ὁ ἀριθμός τῶν ἀποσπασμένων ἐκπαιδευτικῶν ἔχει μειωθῆ κατακόρυφα, ἀφοῦ ὑπηρετοῦν 16 μόλις ἀποσπασμένοι ἐκπαιδευτικοί (30). Παράλληλα ὅμως ἔχει μειωθῆ καί ὁ ἀριθμός τῶν μαθητῶν, κυρίως στά ἀπογευματινά τμήματα. Ὡστόσο ἀπογευματινά Τμήματα Ἑλληνικῆς Γλώσσας ὑπάρχουν σέ ὅλες τίς μεγάλες πόλεις, ὅπου ὑπάρχουν καί ἑλληνικές Κοινότητες: στό Γιοχάνεσμπουργκ, στήν Πρετόρια, στό Κέϊπ Τάουν, στό Ντέρμπαν, στό Μπλουμφοντέϊν. Στήν τριτοβάθμια ἐκπαίδευση ἀπό τό 1984 λειτουργεῖ τό τμῆμα Ἑλληνικῶν καί Λατινικῶν Σπουδῶν στό Πανεπιστήμιο τοῦ Γιοχάνεσμπουργκ, ἐνῶ ἀπό τό 1983 ἕως τό 1991, ὑπῆρχε Ἕδρα Ἑλληνικῶν Σπουδῶν στό Πανεπιστήμιο τοῦ Witwatersrand ― χρηματοδοτούμενη ἀπό τήν Ἑλληνική Κοινότητα ― ἡ ὁποία τό 1991 ἔκλεισε (31).

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἑλληνική Ἐκκλησία

Θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι γιά τούς Ἕλληνες κοινοτικούς Ἄρχοντες τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς, ἀκόμα πιό σημαντικό καί ἀπό τό ἑλληνικό σχολεῖο εἶναι ἡ ἑλληνική Ἐκκλησία. Αὐτό φαίνεται ἀπό πάμπολλες περιπτώσεις, ὅπου τό χτίσιμο τῆς ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας προηγοῦνταν πάντα τῆς ἱδρύσεως τοῦ σχολείου. Τό 1903 κτίσθηκε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στό Κέϊπ Τάουν καί ἀπό τό 1913 ἄρχισε νά λειτουργῆ ὁ καθεδρικός Ναός τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου καί Ἑλένης στό Γιοχάνεσμπουργκ, ἕνα πραγματικό στολίδι βυζαντινοῦ ρυθμοῦ, τό ὁποῖο εἶναι τό μοναδικό μνημεῖο πού ἔχει ἀναγνωρισθῆ ἀπό τίς ἀρχές τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς ὡς μνημεῖο πολιτισμικῆς κληρονομιᾶς (32). Στό ἱερό τέμπλο τῆς ἐκκλησίας μπορεῖ κανείς νά δῆ σήμερα τίς δύο εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ ἁγιογραφημένες ἀπό τόν Φώτη Κόντογλου καί μιά ἄλλη ἀπό τόν μεγάλο Κύπριο Ζωγράφο Κυσονέργη. Τήν ἴδια ἐποχή περίπου (31 Μαΐου 1914) κτίζεται καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Πρετόριας (33). Μεταπολεμικά μέ τήν ἵδρυση νέων Κοινοτήτων κατασκευάζονται καί ἄλλοι ναοί. Ἦταν εὐτύχημα γιά τούς ὁμογενεῖς μας στήν Νότιο Ἀφρική ὅτι εἶχαν ἀπό τήν ἀρχή ἀξιολόγους θρησκευτικούς ποιμενάρχες νά τούς καθοδηγήσουν στά πρῶτα ἠθικά καί πνευματικά χρόνια τῆς ἐγκαταστάσεώς τους στήν ξένη καί ἀρχικά ἀφιλόξενη χώρα. Ἀνάμεσά τους ξεχωρίζουν ὁ ἀρχιμανδρίτης Ἄνθιμος Λάππας στό Κέϊπ Τάουν, οἱ ἀρχιμανδρῖτες Νικόδημος Σακίρας καί Ἀθανάσιος Ἀλεξίου (Γιοχάνεσμπουργκ) καί πάνω ἀπό ὅλα ἡ ἡγετική φυσιογνωμία τοῦ ἀρχιμανδρίτου Ἀθανασίου Νικολοπούλου (Πρετόρια). Κάτω ἀπό τήν δική τους καθοδήγηση, προτροπή καί κυρίως ἐνεργητική συμμετοχή συγκεντρώθηκαν χρήματα γιά τήν ἀνοικοδόμηση τῶν ἱερῶν ναῶν καί τοῦ ἑλληνικοῦ σχολείου
στό Μάλβερν, τά δύσκολα ἐκεῖνα πρῶτα χρόνια. Τό 1927 ἱδρύεται ἡ Ἱερά Μητρόπολη Ἰωαννουπόλεως καί ἐξαρχία πάσης Νοτίου Ἀφρικῆς μέ ἕδρα τό Γιοχάνεσμπουργκ καί δικαιοδοσία σέ ὅλη τήν ὑποσαχάρια Ἀφρική μέχρι τό Ἀκρωτήρι τῆς Εὐέλπιδος Ἄκρας (Κέϊπ Τάουν) (34). Τό 1958 ἀποσπῶνται ἀπό τήν Μητρόπολη Ἰωαννουπόλεως οἱ περιοχές Κεντρώας Ἀφρικῆς καί τό 1968 δημιουργοῦνται ἄλλες δύο νέες Μητροπόλεις, αὐτές τῆς Ζιμπάμπουε καί τῆς Καλῆς Ἐλπίδος (Κέϊπ Τάουν) (35).

Σέ ἀντίθεση μέ τό πνευματικό καί τό κοινωνικό ― φιλανθρωπικό ἔργο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στήν Νότιο Ἀφρική πού ἀναγνωρίζεται ἀπό ὅλους τό ἱεραποστολικό της ἔργο, ἔχει ἀπό πολλούς ἐπικριθῆ. Ὁρισμένοι τό ἀποδίδουν στό γεγονός ὅτι κατά τό παρελθόν, τό καθεστώς τοῦ Ἀπαρτχάϊντ ἀπαγόρευε τούς ἱερεῖς πού ἔρχονταν ἀπό τό ἐξωτερικό νά ἀσκήσουν ἄλλο ἔργο (ὅπως ἱεραποστολικό), πέραν τῶν ἱερατικῶν καθηκόντων ἐντός τῆς θρησκευτικῆς τους Κοινότητος. Αὐτό βεβαίως ἀληθεύει, ἀλλά δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι ἀνέκαθεν ἡ Ὀρθόδοξη Ἑλληνική Ἐκκλησία ἦταν ταυτισμένη μέ τόν ἑλληνισμό (τοὐλάχιστον στήν συνείδηση τῶν ἁπλῶν πιστῶν) καί ἡ Ἱεραποστολή πέρα ἀπό τά στενά ἑλλαδικά ὅρια ἦταν περιορισμένη. Ἐξ ἄλλου καί ἡ ἐμμονή στήν ἑλληνική γλῶσσα μπορεῖ νά ἦταν ἕνα σημαντικό ἐμπόδιο. Πιστεύουμε ὅμως ὅτι ὁ πιό σημαντικός λόγος ἦταν ἡ ἄρνηση τῶν ἴδιων τῶν ὁμογενῶν μας καί τῶν ὀργανωμένων Ἑλληνικῶν Κοινοτήτων νά δεχτοῦν τήν Ἱεραποστολή ὡς ἕνα ἀπό τά ἱερατικά καθήκοντα τοῦ ἱερέα τῆς Κοινότητός τους. Ὁ ἱερέας ἐρχόταν νά ὑπηρετήση ἀποκλειστικά τήν Ἑλληνική Κοινότητα ἀπό τήν ὁποία ἀμειβόταν καί συντηροῦνταν. Ἀπό τήν ἄλλη, ἡ Κοινότητα ἀξίωνε ἀπό τόν ἱερέα νά ἀφοσιωθῆ ἀπερίσπαστα στό ποίμνιό του καί νά προσφέρη τίς ὑπηρεσίες του σέ αὐτούς πού τόν κάλεσαν γιά τόν σκοπό αὐτό, θεωρώντας ὁ,τιδήποτε ἄλλο (ὅπως ἡ Ἱεραποστολή), ξένο καί ἀσυμβίβαστο στά καθήκοντά του. Ἡ περίπτωση τοῦ ἀρχιμανδρίτου Νικοδήμου Σακίρα εἶναι χαρακτηριστικό παράδειγμα: τό ἐνδιαφέρον του γιά τήν ἄσκηση ἱεραποστολικοῦ ἔργου στόν ντόπιο πληθυσμό δέν ἄρεσε στήν κοινότητα τοῦ Γιοχάνεσμπουργκ καί τελικά ὁδήγησε στήν οἰκιοθελῆ ἀπομάκρυνσή του. Ὁ Νικόδημος Σακίρας τελικά ἐγκαταστάθηκε στό Moshi τῆς σημερινῆς Τανζανίας, ὅπου ἵδρυσε Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία (Greek Orthodox Mission Of Tanganyika territory) μέ κύριο ἔργο τήν Ἱεραποστολή καί φιλανθρωπία πρός τόν ντόπιο πληθυσμό (36).

Τό μέλλον τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς

Ἤδη ἀπό τήν δεκαετία τοῦ ᾿70 ἀρχίζει ὁλοένα καί περισσότερο τό ἑλληνικό στοιχεῖο νά ἀφομοιώνεται κοινωνικά καί οἰκονομικά στήν νέα του πατρίδα (37). Οἱ Ἕλληνες πού ζοῦν σήμερα στήν Νότιο Ἀφρική (κυρίως αὐτοί πού εἶναι δεύτερης καί τρίτης γενιᾶς), ἔχουν ὑψηλό μορφωτικό ἐπίπεδο (πολλοί εἶναι ἀκαδημαϊκοί σέ Πανεπιστήμια τῆς χώρας ἤ ἀκολουθοῦν ἐπιστημονικά ἐπαγγέλματα, ὅπως γιατροί, δικηγόροι, ἀρχιτέκτονες, μηχανικοί κ.τ.λ.) ἤ εἶναι ἐπιχειρηματίες σέ διαφόρους κλάδους τῆς οἰκονομικῆς δραστηριότητος (ὅπως ἰδιοκτῆτες ἁλυσσίδων σούπερ ― μάρκετ, ξενοδοχείων, ἑστιατορίων κ.τ.λ.), ἐπιτυχημένοι οἰκονομικοί μάνατζερς, ἰδιοκτῆτες μεγάλης ἀκίνητης περιουσίας καί γενικά ἀνήκουν ἀνάμεσα στίς πιό εὔπορες οἰκονομικά τάξεις τῆς χώρας. Ἡ μεταπολίτευση τοῦ 1994 καί ἡ κατάργηση τοῦ Ἀπαρτχάϊντ φόβισε πολλούς ὁμογενεῖς μας, γιατί πίστευαν ὅτι θά εἶχαν τήν ἴδια τύχη μέ τούς συμπατριῶτες τους πού ἐκδιώχτηκαν ἀπό ἄλλες χῶρες τῆς Ἀφρικῆς μέ τό τέλος τῆς Ἀποικιοκρατίας τίς δεκαετίες ᾿60 καί ᾿70 (ἐξ ἄλλου πολλοί ἀπό τούς Ἕλληνες τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς εἶναι πρόσφυγες ἀπό ἄλλες Ἀφρικανικές χῶρες). Πολλοί Ἕλληνες τῆς χώρας ἐπέστρεψαν στήν Ἑλλάδα λίγο πρίν ἀπό τό 1994, ἐνῶ ἄλλοι ἐπέλεξαν ἄλλα μέρη, ὅπως Αὐστραλία, Μ. Βρεττανία, Νέα Ζηλανδία κ.τ.λ. Παρά τούς ἀρχικούς αὐτούς φόβους τῶν Ἑλλήνων εἶναι ἀλήθεια ὅτι στήν Νότιο Ἀφρική δέν συνέβη αὐτό πού συνέβη σέ ἄλλες ἀφρικανικές χῶρες μετά τό τέλος τῆς Ἀποικιοκρατίας.

Σέ αὐτό σπουδαῖο ρόλο ἔπαιξε καί ἡ προσωπικότητα τοῦ NELSON MADELA, ἀλλά καί τό γεγονός ὅτι ἡ Νότιος Ἀφρική ἦταν μιά ἀνεπτυγμένη οἰκονομικά χώρα μέ συμπαγῆ εὐρωπαϊκό πληθυσμό πού ζοῦσε ἐκεῖ πολύ πρίν ἀπό τήν ἔναρξη τῆς Ἀποικιοκρατίας καί οἱ οἰκονομικές δραστηριότητες τοῦ ὁποίου ἦταν βαθειά ριζωμένες στόν παραγωγικό ἱστό τῆς χώρας. Μέ τήν κατάργηση τοῦ καθεστῶτος τοῦ Ἀπαρτχάϊντ καί τήν κατάργηση τῶν ἐμπορικῶν περιορισμῶν πού εἶχε ἐπιβάλλει ἡ διεθνής Κοινότητα στήν χώρα, ἀνοίχτηκαν πολλές προοπτικές γιά τήν χώρα μας νά ἀναπτύξη σχέσεις μέ τήν νέα δημοκρατική κυβέρνηση σέ ὅλα τά ἐπίπεδα, ἐκμεταλλευομένη καί τό γεγονός τῆς σημαντικῆς οἰκονομικῆς παρουσίας τῶν ὁμογενῶν μας στήν Νότιο Ἀφρική. Δυστυχῶς ὅμως μέχρι σήμερα, δέν ἐκμεταλλευτήκαμε τίς νέες δυνατότητες πού παρουσιάζονται. Παρακάτω ἀναφέρουμε ὁρισμένα παραδείγματα:

• Στόν τομέα τῶν μεταφορῶν, ἡ πώληση τῆς Ὀλυμπιακῆς Ἀεροπορίας ὁδήγησε στήν κατάργηση τῶν δρομολογίων ἀπό καί πρός τήν Ἑλλάδα ἀπό τόν ἐθνικό μας ἀερομεταφορέα (29/9/2009) πού ἀπό τήν δεκαετία τοῦ ᾿60 ἔκανε πτήσεις (μέσῳ Ναϊρόμπι ― Κένυα), ἀπό καί πρός τήν Ἑλλάδα δύο φορές τήν ἑβδομάδα καί ἀπό τό 1998 τρεῖς πτήσεις ἀπ᾿ εὐθείας Ἑλλάδα ― Γιοχάνεσμπουργκ.

• Στόν χρηματοοικονομικό, τό κλείσιμο τῆς ATHENS BANK, ἡ ὁποία λειτουργοῦσε ἀπό τό 1947 ὡς θυγατρική τῆς Ἐθνικῆς Τράπεζας τῆς Ἑλλάδος μέ πολλά παραρτήματα στήν Νότιο Ἀφρική καί πολύ ὑψηλή κεφαλαιακή κάλυψη.

• Στόν ἐμπορικό τομέα, ἡ χώρα μας ἐπέλεξε νά διαπραγματεύεται μέ τρίτες χῶρες ὄχι ἀπ᾿ εὐθείας, ἀλλά μέσῳ τῶν μηχανισμῶν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως καί τῶν ὑπηρεσιῶν της στίς διάφορες χῶρες καί στόν Παγκόσμιο Ὀργανισμό Ἐμπορίου (ΠΟΕ).

• Στόν ἐκπαιδευτικό τομέα, τήν τελευταία διετία, ἡ Ἕδρα Ἑλληνικῶν Σπουδῶν στό Πανεπιστήμιο τοῦ Γιοχάνεσμπουργκ κινδυνεύει νά χαθῆ, ὅπως προηγουμένως καί ἡ ἀντίστοιχη στό WITS, λόγῳ ἐλλείψεως χρηματοδοτήσεως καί τῆς ἀδιαφορίας τοῦ Ἑλληνικοῦ κράτους νά στείλη προσοντούχους ἐκπαιδευτικούς νά τήν στελεχώσουν.

• Στόν θρησκευτικό τομέα, τό ἱεραποστολικό ἔργο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας δέν ἀναπτύχθηκε ὅσο θά ἔπρεπε, ἴσως λόγῳ τῶν περιορισμῶν πού ἔθετε τό προηγούμενο καθεστώς. Σήμερα ὅμως ὑπό δημοκρατική κυβέρνηση ἀνοίγονται πολλές δυνατότητες γιά τήν Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία διαθέτει ἕνα καθαρό δόγμα πού βρίσκεται πιό κοντά στήν διδασκαλία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπαλλαγμένο ἀπό κάθε εἴδους ἠθικούς καί φυλετικούς προκαθορισμούς.Παρά τήν οἰκονομική κρίση πού ταλανίζει τήν χώρα μας τά τελευταῖα χρόνια, ἐν τούτοις ὑπάρχουν σέ σχέση μέ τήν Νότιο Ἀφρική ἀκόμα πολλές εὐκαιρίες γιά τό μέλλον: στόν ἐμπορικό, στόν πολιτιστικό ― μορφωτικό, στόν τουριστικό, στόν θρησκευτικό καί ἐκπαιδευτικό τομέα. Τέλος, ἀπό τήν πλευρά τῆς ὀργανωμένης παροικίας ἀπαιτεῖται νά ἀναλάβη πρωτοβουλίες ἐξωστρεφείας καί νά συνειδητοποιήση ὅτι τό μέλλον της εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένο μέ αὐτό τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς.

Παραπομπές

1. Ὁ Κύπριος Κώστας Νικολαΐδης ἔφτασε ἀπό τούς πρώτους Ἕλληνες στήν Νότιο Ἀφρική. Ἦταν διδάκτορας Νομικῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν καί ἀπό τό 1913 ἐξέδωκε τήν ἑβδομαδιαία ἐφημερίδα «Νέα Ἑλλάς» γραμμένη στά Ἑλληνικά, ἡ ὁποία μαζί μέ τήν «Ἀφρικανίδα» ἀποτέλεσαν μέχρι τίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ 1990 τίς δύο βασικές πηγές πολιτικῆς ἐνημερώσεως τῶν ὁμογενῶν μας γιά τά τεκταινόμενα στήν χώρα μας. Βλ. Χατζηθεοδώρου Αἰκατερίνη (2003): Ἑλληνικός ὁμογενειακός τύπος τῆς Νότιας Ἀφρικῆς, Μεταπτυχιακή Μελέτη MA Dissertation University of RAW Γιοχάνεσμπουργκ. Διατέλεσε γιά κάποιο διάστημα πρόεδρος τῆς Ἑλληνικῆς Κοινότητος τοῦ Γιοχάνεσμπουργκ καί συγγραφέας τοῦ πιό σημαντικοῦ δημοσιογραφικοῦ ὁδηγοῦ καί τῆς μοναδικῆς ἱστορικῆς πηγῆς πού διαθέτουμε γιά τόν Ἑλληνισμό τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς μέχρι τήν δεκαετία τοῦ 1910.

2. Νικολαΐδης Γ. Κ. (1923): Ὁδηγός τῶν Ἑλληνικῶν Παροικῶν τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς, Τύποις ἐφημερίδος «ΝΕΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» ΕΝ JOHANNESBURG (TRANVAAL), σελ. 437 ―438.

3. Στό ἴδιο, σελ.437.

4. Στό ἴδιο.

5. Στό ἴδιο, σελ. 440.

6. Μάντζαρης Ε. (1983): «Ἐθνική καί κοινωνική συνείδηση στή Διασπορά: Ὁ Ἑλληνικός Σύνδεσμος Μεταλλωρύχων στή Νότια Ἀφρική 1905 ― 1920» Επ. Κοιν. Ερ., Gr. R.So. Re.

7. Νικολαΐδης Γ. Κ. (1923): Ὁδηγός τῶν Ἑλληνικῶν Παροικῶν τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς, Τύποις ἐφημερίδος «ΝΕΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» ΕΝ JOHANNESBURG (TRANVAAL), σελ. 441.

8. Mantzaris Evaggelos (1999) “The Greeks in South Africa”, in Clogg R (1999) (pp. 120 ― 136).

9. Στό ἴδιο.

10. Μάντζαρης Ε. (1983) «Ἐθνική καί κοινωνική συνείδηση στή διασπορά: Ὁ Ἑλληνικός Σύνδεσμος Μεταλλωρύχων στή Νότια Ἀφρική 1905 ― 1920» Επ. Κοιν. Ερ., Gr. R. So. Re. καί Mantzaris Evaggelos (1999) «The Greeks in South Africa», in Clogg R (1999) (pp.120 ― 136).

11. Νικολαΐδης Γ. Κ. (1923): Ὁδηγός τῶν Ἑλληνικῶν Παροικῶν τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς, Τύποις ἐφημερίδος «ΝΕΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» ΕΝ JOHANNESBURG (TRANVAAL), σελ. 500 ―502.

12. Στό ἴδιο, σελ. 501 ― 502.

13. Στό ἴδιο, σελ. 565 καί 549.

14. Σουλογιάνης Θ. Εὐ. (2007): Oἱ Ἕλληνες στή Νοτιοαφρικάνικη Δημοκρατία: οἱ κοινότητες καί οἱ Σύλλογοι, Προοπτικές καί Στόχοι, Ἀθήνα.

15. Mantzaris Evaggelos (1999) “The Greeks in South Africa”, in Clogg R (1999)(pp. 120 ― 136).

16. Mantzaris Evaggelos (1999) “The Greeks in South Africa”, in Clogg R (1999) (pp.120 ― 136).

17. Στό ἴδιο.

18. Στό κοινωνικό ἐπίπεδο, ἡ ἴδια ἀντίληψη ἀντικατοπτρίζεται στόν τρόπο ὀργανώσεως καί καταμερισμοῦ τῆς ἐργασίας πού ἐπέβαλαν οἱ Ἄγγλοι ἀποικιοκράτες, ὄχι μόνο στήν χώρα αὐτή, ἀλλά καί σέ ὁλόκληρη τήν Ἀφρικανική Ἤπειρο (καί ὅπου ἀλλοῦ ἐγκαταστάθηκαν): γιά τούς ἑαυτούς τους ἐπεφύλαξαν τίς ἀνώτερες πολιτικές καί διοικητικές θέσεις καί τόν ἔλεγχο τῆς οἰκονομικῆς παραγωγῆς καί γιά τούς ντόπιους Ἀφρικανούς τίς χαμηλά ἀμειβόμενες χειρωνακτικές ἐργασίες. Στό πλαίσιο τοῦ δεδομένου αὐτοῦ καταμερισμοῦ οἱ Ἕλληνες βρῆκαν τήν κοινωνική τους θέση λειτουργώντας ὡς «μεσάζοντες» καί ὡς μικροέμποροι, ὅπως καί ἄλλοι Νοτιοοευρωπαϊκοί λαοί (Ἰταλοί, Ἱσπανοί, Πορτογάλοι, Ἑβραῖοι κ.ἄ.), βλ. Μαρκάκης (1998): Oἱ Ἕλληνες τῆς Μαύρης Ἀφρικῆς 1890 ― 1990, Τροχαλία, Ἀθήνα.

19. Νικολαΐδης Γ. Κ. (1923): Ὁδηγός τῶν Ἑλληνικῶν Παροικῶν τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς, Τύποις ἐφημερίδος «ΝΕΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» ΕΝ JOHANNESBURG (TRANVAAL), σελ. 445.

20. Στό ἴδιο, σελ. 445 ― 446.

21. Alkis Doukakis with members of the Maria Katrakis South African Hellenic Archive (2017): The Ark of the New Generations: the Hellenic Government School at Malvern, Johannesburg (20 jan. 1931 ― 31 May 1944) (ἀδημοσίευτη ἐργασία).

22. Στό ἴδιο.

23. Σκουφῆς Παναγιώτης (1985): Ὁ πρόλογος καί τό ἱστορικόν ἐπί τῆς 35ης ἐπετείου τοῦ ΣΑΧΕΤΙ (1950 ― 1985).

24. Ὁμοσπονδία Ἑλληνικῶν Κοινοτήτων καί Σωματείων Νοτίου Ἀφρικῆς (2002) Ὁ Ἑλληνισμός τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς: Δομή καί προσφορά ἀπό τά τέλη τοῦ 19ου αἰῶνα. Ἀναμνηστικό Λεύκωμα, Ἐπιμέλεια Χριστόφορος Γεροντούδης, σελ. 209.

25. Ἀρχεῖο Γραφείου Συντονιστῆ Ἐκπαιδεύσεως Γιοχάνεσμπουργκ (1977 ― 2017).

26. Ἀρχεῖο Γραφείου Συντονιστῆ Ἐκπαιδεύσεως Γιοχάνεσμπουργκ (1977 ― 2017).

27. Alkis Doukakis with members of the Maria Katrakis South African Hellenic Archive(2017): The Ark of the New Generations:the Hellenic Government School at Malvern, Johannesburg (20 jan. 1931 ― 31 May 1944) (ἀδημοσίευτη ἐργασία).

28. Ἀρχεῖο Γραφείου Συντονιστῆ Ἐκπαιδεύσεως Γιοχάνεσμπουργκ (1977 ― 2017).

29. Στό ἴδιο.

30. Στό ἴδιο.

31. Mantzaris Evaggelos (1999) “The Greeks in South Africa”, in Clogg R (1999) (pp. 120 ― 136).

32. Alkis Doukakis (2017): “The Johannesburg Sty Heritage “bleu Plaque” at the Holy Cathedral of Saints Constantine and Helen”, proposed amendments in Pharos Journal of theology ISSN 2414-3324 onlinevolume 98. 33. Νικολαΐδης Γ. Κ. (1923): Ὁδηγός τῶν Ἑλληνικῶν Παροικῶν τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς, Τύποις ἐφημερίδος «ΝΕΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» ΕΝ JOHANNESBURG (TRANVAAL), σελ. 553.

34. Ὁμοσπονδία Ἑλληνικῶν Κοινοτήτων καί Σωματείων Νοτίου Ἀφρικῆς (2002) Ὁ Ἑλληνισμός τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς: Δομή καί προσφορά ἀπό τά τέλη τοῦ 19ου αἰῶνα. Ἀναμνηστικό Λεύκωμα, Ἐπιμέλεια Χριστόφορος Γεροντούδης.

35. Στό ἴδιο.

36. E. Mantzaris (2012): “Nicodemos Sakiras: a pioneer Greek Orthodox Missionary in South Africa”, in Ekklessiastikos Pharos 94 (2012).N.S.23.

37. Mantzaris Evaggelos (1978): The social structure and the process of assimilation of the Greek Community in South Africa, (ἀδημοσίευτη) Ms Thesis, Department of Sociology University of Cape.