Ἡ θεραπεία ἀπὸ τὴν ἀρρώστια τοῦ Φαρισαϊσμοῦ

Ἡ θεραπεία ἀπὸ τὴν ἀρρώστια τοῦ Φαρισαϊσμοῦ

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία

Τοῦ Μητροπολίτη Λεμεσοῦ, Ἀθανασίου

 

Ὠς συνέχεια ὅλων αὐτῶν τῶν πραγμάτων διερωτᾶται κανεὶς:  ὅλα αὐτὰ γίνονται καὶ ὅσα κάμνομε ἔτσι, τὰ προσκυνήματά μας, οἱ λαμπάδες μας, οἱ ἀγρυπνίες μας, οἱ προσευχές μας, οἱ νηστεῖες μας, οἱ ἐλεημοσύνες μας, ὅλα ὅσα κάνουμε στὴν ζωή μας ποιὸ σκοπὸ ἔχουν; Γιὰ ποιὸ λόγο τὰ κάνουμε; Ἐδῶ, ἡ ἀπάντηση σὲ αὐτὸ τὸ ἐρώτημα εἶναι πολὺ σημαντικὴ, γιατὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀπάντηση ἐξαρτᾶται ἡ σωστὴ ἢ ἡ μὴ σωστή μας πνευματική μας ζωή.

Νὰ σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα: Ρωτῶ τὰ παιδιὰ στὶς κατασκηνώσεις ποὺ κάμνομε τώρα , ποιὰ εἶναι ἡ πιὸ μεγάλη ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ. Ποιὰ εἶναι ἡ πιὸ μεγάλη ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ , παιδιά; Καὶ τὰ παιδιὰ ὅλα, ὅλα,  λένε διάφορες ἐντολές. Τὸ νὰ μὴν κλέψεις, νὰ μὴν λὲς ψέματα, νὰ μὴν ἀδικήσεις τὸν ἄλλο ἄνθρωπο , νὰ σέβεσαι τοὺς γονεῖς σου, ξέρω γώ, νὰ ἀγαπᾶς τὸν πλησίον σου, ἀλλὰ κανένα παιδὶ δὲν ὑποπτεύθηκε ὅτι καμμία ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἐντολὲς δὲν εἶναι ἡ πρώτη ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ.

Οἱ ἄνθρωποι νομίζουν ὅτι ἡ πρώτη ἐντολὴ εἶναι τὸ νὰ ἀγαπᾶς τὸν πλησίον σου καὶ ὅταν τοὺς ἔλεγα: ὄχι παιδιὰ δὲν εἶναι αὐτὴ ἡ πρώτη ἐντολὴ, τότε ἕνα παιδάκι λέει :  Ναί, ναί, ἐγὼ τὴν ξέρω. Πoιὰ ἐντολὴ εἶναι; Τὸ  «αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε». Οὔτε αὐτὴ βέβαια εἶναι ἡ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ ἡ πρώτη, ἔτσι.

Ἡ πρώτη ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ μοναδικὴ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, ἔτσι, ἡ πρώτη καὶ ἡ μοναδική- oἱ ἄλλες ὅλες εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐντολῆς αὐτῆς- εἶναι νὰ ἀγαπήσεις τὸν Θεὸ μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά. Ἐντολὴ πρώτη λέει ὁ Χριστὸς « Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου, ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου, ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ  ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου».

Καὶ δεύτερη ἐντολή, δεύτερη ἐντολὴ ὅμοια μὲ τὴν πρώτη, ἡ ὁποία  βγαίνει μέσα ἀπὸ τὴν πρώτη εἶναι τὸ νὰ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου. Τὰ ἄλλα ὅλα εἶναι ἀποτελέσματα. Ἂν ἀγαπᾶς τὸν πλησίον σου δὲν τὸν κλέβεις, δὲν τοῦ λὲς ψέματα, δὲν τὸν ἀδικεῖς, δὲν τοῦ « πιάνεις» τὰ πράγματά του, δὲν ἐνοχλεῖς τὴν σύζυγό του, δὲν ἐνοχλεῖς τὸ σπίτι του , δὲν τὸν κατακρίνεις, ἔτσι,  εἶναι ἀποτελέσματα τῆς πρώτης ἐντολῆς. Καὶ τό  «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου» καὶ αὐτὸ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐντολῆς τῆς πρώτης. Ἐὰν ἀγαπᾶς τὸν Θεὸ δὲν εἶναι δυνατὸ  νὰ μὴν ἀγαπᾶς τὸν πλησίον σου. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Θεὸ ὡς φυσικὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ ἔχει τὴν ἀγάπη εἰς τὸν ἀδελφό του.

Ἄρα, ἡ πρώτη καὶ μοναδικὴ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ νὰ ἀγαπήσουμε τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ μὲ ὅλη τὴν καρδιά μας. Ἑπομένως, ὅτι κάμνομε εἰς τὴν ἐκκλησία ἔχει αὐτὸ τὸ σκοπό. Γιὰ αὐτὸ πήγαμε στὰ προσκυνήματα, γιὰ αὐτὸ νηστεύομε, γιὰ αὐτὸ προσευχόμαστε, γιὰ αὐτὸ ἐξομολογούμαστε, γιὰ αὐτὸ ἀνάβουμε κεριά, γιὰ αὐτὸ διαβάζουμε τοὺς βίους τῶν ἁγίων, γιὰ αὐτὸ κάμνομε τὰ πάντα. Γιὰ νὰ ἀγαπήσουμε τὸν Χριστό.

Τώρα, ποῦ εἶναι τὸ λάθος; Τὸ λάθος εἶναι ὅτι δυστυχῶς λέμε ὅτι κάμνομε ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα γιὰ νὰ γίνομε καλοὶ ἄνθρωποι, καὶ καλύτεροι ἄνθρωποι, καὶ ἐδῶ εἶναι ἡ μεγάλη ἀπάτη. Εἶναι τὸ σκαλὶ ποὺ σκοντάφτουμε ὅλοι. Γιατί, ἐὰν ἡ ἐκκλησία εἶχε σκοπὸ νὰ μᾶς κάνει καλύτερους ἀνθρώπους, τότε δὲν θὰ ὑπῆρχε λόγος νὰ ἔχουμε προσωπικὴ σχέση μὲ τὸν Χριστὸ οὔτε καὶ λόγος ὑπῆρχε νὰ ἔρθει ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο. Γιὰ ποιὸ λόγο δὲν μποροῦμε νὰ καταλάβουμε τοὺς ἁγίους νομίζετε. Ἢ νὰ πῶ ἀκόμα πιὸ ἁπλὸ πράγμα γιὰ ποιὸ λόγο δὲν μποροῦμε νὰ καταλάβομε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀγαποῦν τὸν Θεό.

Λέμε:  «  Καλά, εἶναι ἀνάγκη νὰ κάνεις αὐτὸ τὸ πράγμα γιὰ νὰ σωθεῖς, γιὰ νὰ εἶσαι κοντὰ στὸν Θεό»; Εἶναι ἀνάγκη, ξέρω γώ,  νὰ πᾶς νὰ βγεῖς στὰ βουνά; Νὰ πᾶς νὰ κάμεις ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα. Ἀσφαλῶς ὄχι. Δὲν εἶναι ἀνάγκη. Ὅμως, ἐὰν καταλάβουμε ὅτι ἡ σχέση μας μὲ τὸ Θεό, δὲν εἶναι σχέση ἁπλῶς [γιά] νὰ σωθοῦμε, ὅπως λέμε, ἀλλὰ σχέση ἀγάπης, τότε μόνο μποροῦμε νὰ καταλάβουμε καὶ τοὺς ἁγίους, δηλαδὴ γιὰ ποιὸ λόγο ἔκαναν ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα ,τὰ ὁποῖα μὲ τὴν λογικὴ δὲν ἑρμηνεύονται. Διότι ἡ ἀγάπη ὑπερβαίνει τὴν λογική. Ἀκόμα καὶ ἡ κοσμικὴ ἀγάπη, ἔτσι [ὅπως] ἕνας ποὺ ἀγαπᾶ ἕνα ἄλλο πρόσωπο, ἕνας ποὺ θέλει νὰ παντρευτεῖ παραδείγματος χάριν καὶ ἀγαπᾶ τὴν σύζυγό του, ἀγαπᾶ τὴν κοπέλα ποὺ θὰ πάρει ἢ ἡ κοπέλα τὸν ἄνδρα κάνουν πράγματα τὰ ὁποῖα δὲν στέκουν μὲ τὴν λογική. Ἐὰν τῆς πεῖς- ἂς ποῦμε- ἢ ἂν τοῦ πεῖς ποιὰ εἶναι ἡ πιὸ ὄμορφη κοπέλα τοῦ κόσμου μπορεῖ νὰ σοῦ πεῖ ὅτι εἶναι ἡ κοπέλα ποὺ ἀγαπᾶ. Βέβαια τὴν βλέπει μὲ τὰ δικά του μάτια. Τὰ δικά μας μάτια λένε ἄλλα πράγματα ἢ ἂν τὴν ρωτήσεις ἐκείνη ποιὸς εἶναι ὁ πιὸ καλὸς ἄνδρας, θὰ σοῦ περιγράψει τὸν ἄντρα ποὺ ἀγαπᾶ μὲ τὰ καλύτερα, ἂς ποῦμε, λόγια. Δὲν βλέπει ἐλαττώματα, δὲν βλέπει μειονεκτήματα, δὲν βλέπει ξέρω γώ, τίποτα τὸ κακό, γιατὶ ἡ ἀγάπη ὑπερβαίνει αὐτὰ τὰ πράγματα.

Ἡ ἀγάπη δὲν μπαίνει μέσα στὰ καλούπια τῆς λογικῆς. Ἡ ἀγάπη εἶναι πάνω ἀπὸ τὴν λογική. Ἔτσι εἶναι καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ὑπερβαίνει τὴν λογικὴ τῶν ἀνθρώπων. Γιὰ αὐτὸ τὸ λόγο δὲν μποροῦμε νὰ κρίνουμε μὲ λογικὰ κριτήρια τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀγαποῦν τὸν Θεό. Γιὰ αὐτὸ τὸ λόγο οἱ ἅγιοι κινοῦνταν μὲ μία δική τους λογική. Εἶχαν μίαν ἄλλη λογικὴ καὶ ὄχι τὴν λογικὴ τῶν ἀνθρώπων. Γιατὶ ἡ λογικὴ ἡ δική τους ἦταν ἡ λογική της ἀγάπης. Καὶ ἡ ἐκκλησία δὲν μᾶς μαθαίνει  νὰ γίνουμε καλοὶ ἄνθρωποι. Ὄχι,  αὐτὸ εἶναι φυσικό, πρέπει νὰ γίνουμε. Ἂν δὲν γίνουμε καλοὶ ἄνθρωποι, τί κάμαμε. Αὐτὰ εἶναι τοῦ νηπιαγωγείου πράγματα. Ἡ ἐκκλησία μᾶς μαθαίνει νὰ ἀγαποῦμε τὸν Χριστόν, δηλαδὴ νὰ ἀγαποῦμε αὐτὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Μέσα στὴν ἐκκλησία ἀναπτύσσεται μία σχέση, μία προσωπικὴ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Χριστόν, ὄχι μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι, ὄχι μὲ τὸ Εὐαγγέλιο. Τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι κάτι ποὺ μᾶς βοηθᾶ νὰ φτάσουμε στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν φτάσουμε στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, δὲν χρειάζεται τὸ Εὐαγγέλιο. Δὲν χρειάζεται, τίποτα δὲν χρειάζεται. Σταματοῦν ὅλα. Μένει μόνο ἡ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Αὐτὴ εἶναι ἡ διαφορὰ τῆς ἐκκλησίας ἀπὸ τὴν θρησκεία.

Ἡ θρησκεία σὲ μαθαίνει νὰ κάνεις τὰ καθήκοντά σου, ἔτσι, ὅπως ἦταν οἱ εἰδωλολάτρες.  Ἕνα παράδειγμα: ἐπήγαμε στὰ προσκυνήματα, ἐπροσκυνήσαμε, ἐβάλαμε τὰ λεφτά μας στὸ κουτί, ἀφήσαμε τὶς λαμπάδες μας, τὰ λάδια μας, ξέρω γώ, τὶς παρακλήσεις μας, τὰ ὀνόματά μας, τὰ πρόσφορά μας,  τὰ πάντα. Αὐτὰ εἶναι θρησκευτικὰ καθήκοντα. Ἀλλὰ ἡ καρδιά μας δὲν ἄλλαξε καθόλου. Τελείωσε ἡ ὥρα τοῦ καθήκοντος, εἴμαστε τὸ ἴδιο ὅπως προηγουμένως. Ἕτοιμοι νὰ ἐπιτεθοῦμε στὸν ἄλλο, ἕτοιμοι νὰ διαμαρτυρηθοῦμε ἐναντίον τοῦ ἄλλου, ἕτοιμοι νὰ εἴμαστε ξινισμένοι πάλι ὅπως προηγουμένως. Δὲν ἀλλάζει ἡ καρδιά μας. Δὲν ἀποκτοῦμε τὴν σχέση μὲ τὸν Χριστό. Γιατὶ ἁπλῶς ἀρκούμαστε στὰ θρησκευτικὰ καθήκοντα.

Καὶ αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι νὰ ξέρετε, αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι,  οἱ θρῆσκοι ἄνθρωποι, εἶναι τὸ πιὸ ἐπικίνδυνο εἶδος μέσα στὴν ἐκκλησία. Αὐτοὶ οἱ θρῆσκοι ἄνθρωποι εἶναι ἐπικίνδυνοι. Ὁ Θεὸς νὰ μᾶς φυλάει ἀπ’αὐτούς. Λέει ἕνας ἁγιορείτης ,ὅταν ἔκαμνα μία φορὰ λειτουργία, καὶ λέγαμε «Κύριε σῶσον τοὺς εὐσεβεῖς» ἀστειευόμενος «Κύριε σῶσον ἡμᾶς ἀπὸ τοὺς εὐσεβεῖς» δηλαδὴ ὁ Θεὸς νὰ σὲ φυλάει ἀπὸ τοὺς θρήσκους ἀνθρώπους, διότι θρῆσκος ἄνθρωπος σημαίνει μία προσωπικότης διεστραμμένη, ἡ ὁποία οὐδέποτε εἶχε προσωπικὴ σχέση μὲ τὸν Θεό. Ἁπλῶς μόνον κάμνει τὰ καθήκοντά της ἀπέναντί Του, ἀλλὰ καμμιὰ σοβαρὴ σχέση δὲν εἶχε. Γιὰ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς δὲν λέει σ’αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο τίποτε. Καὶ σᾶς ὁμολογῶ καὶ ἐγὼ ἀπὸ τὴν πείρα μου ὅτι δὲν εἶδα χειρότερους ἐχθρούς τῆς ἐκκλησίας ἀπὸ τοὺς θρήσκους ἀνθρώπους.

Ὅταν παιδιὰ θρήσκων ἀνθρώπων  ἢ καὶ παπάδων ἀκόμα καὶ θεολόγων καὶ ἀνθρώπων ποὺ κάνουν τοὺς θρήσκους καὶ ἄλλων πολλῶν ἐδοκίμασαν νὰ γίνουν μοναχοὶ ἢ ἱερεῖς, αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι ἔγιναν χειρότεροι καὶ ἀπὸ δαίμονες. Ἐξανέστησαν ἐναντίον τῶν πάντων. Ἔγιναν οἱ χειρότεροι ἐχθροὶ τῶν ἀνθρώπων. Θυμᾶμαι γονεῖς ποὺ ἔφερναν τὰ παιδιά τους εἰς τὶς ὁμιλίες καί ,ὅταν τὸ παιδί τους κάποια στιγμὴ ἔκαμε ἕνα βῆμα παραπάνω, ἔγιναν οἱ χειρότεροι ἄνθρωποι ποὺ ἔλεγαν τὰ χειρότερα λόγια.  Καὶ ἐγὼ τοὺς λέω:  μὰ ἐσὺ ἔφερες τὸ παιδί σου στὴν ὁμιλία, δὲν τὸ ἔφερα ἐγώ.  Καὶ μία φορὰ εἶπα σὲ ἕναν πατέρα, ὅταν ἔβλεπα ὅτι ἡ κόρη του ,τέλος πάντων, εἶχε ζῆλο στὴν ἐκκλησία: « Κοίταξε, μὴν τὴν ξαναφέρεις στὴν ὁμιλία. Μὴν τὴν ξαναφέρεις νὰ τῆς μιλήσω ,διότι ἡ κόρη σου θὰ γίνει μοναχὴ καὶ αὔριο θὰ σοῦ φταίω ἐγώ.  Ὄχι πάτερ μου, ἀλίμονο, ἐμεῖς σὲ λατρεύουμε». Καὶ ἔγινε ἡ κόρη του μοναχὴ. Ἑφτὰ χρόνια πέρασαν καὶ δὲν μοῦ μιλᾶ ἀκόμα. Ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἔχαναν ὁμιλία, ἔτσι,  δὲν ἔχαναν ὁμιλία. Ἦταν πάντοτε οἱ πρῶτοι. Ὁμιλίες, ἀγρυπνίες, βιβλία, ξέρω γώ, τὰ πάντα. Καὶ ἔφερναν καὶ τὰ παιδιά τους καί, ὅταν ἦρθεν ἡ ὥρα ποὺ τὸ παιδί τους μέσα στὴν ἐλευθερία του, τέλος πάντων, ἀποφάσισε ἕναν δικό του δρόμο, τότε οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἀκολούθησαν τὸ τελείως ἀντίθετο στρατόπεδο καὶ ἀπέδειξαν ὅτι γιὰ αὐτοὺς ὁ Χριστὸς δὲν εἶχε μιλήσει ποτὲ μὲς τὴν δική τους τὴν καρδιά. Ἁπλῶς ἦταν θρῆσκοι ἄνθρωποι. Γιὰ αὐτὸ οἱ θρῆσκοι ἄνθρωποι εἶναι τὸ πιὸ δύσκολο εἶδος μὲς τὴν ἐκκλησία. Γιατί, ξέρετε κάτι ; Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι καμμιὰ φορὰ δὲν θὰ θεραπευθοῦν. Γιατὶ νομίζουν ὅτι εἶναι κοντὰ στὸν Θεό. Ἐνῶ οἱ ἁμαρτωλοί, ξέρω γώ, οἱ χαμένοι ἂς ποῦμε, ἔτσι, αὐτοὶ ξέρουν ὅτι εἶναι ἁμαρτωλοί. Γιὰ αὐτὸ ὁ Χριστὸς εἶπε ὅτι οἱ τελῶνες καὶ οἱ πόρνες θὰ πᾶν στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ εἶπε στοὺς Φαρισαίους: Ἐσεῖς, ἐσεῖς ποὺ εἴσαστε θρῆσκοι δὲν θὰ πᾶτε ποτὲ στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ οὐδέποτε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἄλλαξε τὴν καρδιά τους. Ἁπλῶς ἀρκοῦνταν στὴν τήρηση τῶν θρησκευτικῶν τύπων.

Ἔτσι λοιπὸν ἐμεῖς ἂς προσέξουμε τὸν ἑαυτόν μας νὰ καταλάβομε ὅτι ἡ ἐκκλησία εἶναι ἕνα νοσοκομεῖο πού μᾶς θεραπεύει, μᾶς κάνει νὰ ἀγαποῦμε τὸν Χριστὸν  καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶναι μία φλόγα ποὺ ἀνάβει μέσα στὴν καρδιά μας, καὶ νὰ ἐξετάζομε τὸν ἑαυτό μας ἐὰν βρισκόμαστε στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν βλέπομε μέσα μας ὅλες αὐτὲς τὶς κακίες καὶ τὶς ἰδιοτέλειες καὶ τὶς πονηρὶες, τότε πρέπει νὰ ἀνησυχοῦμε.  Γιατὶ δὲν εἶναι δυνατὸ ὁ Χριστὸς νὰ εἶναι μέσα στὴν καρδιά μας καὶ νὰ εἴμαστε γεμάτοι ξύδι.

Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ προσεύχεσαι καὶ νὰ εἶσαι γεμάτος χολὴ ἐναντίον τοῦ ἄλλου ἀνθρώπου; Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ διαβάζεις τὸ Εὐαγγέλιο καὶ νὰ μὴν δέχεσαι τὸν ἀδερφό σου; Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ λὲς ἔχω τόσα χρόνια στὴν ἐκκλησία, ἔχω τόσα χρόνια ποὺ εἶμαι μοναχός, κληρικὸς ἢ ὁ,τιδήποτε καὶ ὅμως τὸ ἄλφα τῆς πνευματικῆς ζωῆς ποὺ εἶναι ἡ ἀγάπη νὰ λείπει; Ποῦ εἶναι τὸ νὰ  ὑπομένεις τὸν ἀδερφό σου, νὰ κάνεις λίγο ὑπομονή; Μὲ τὸ νὰ μὴν τὸ δέχεσαι σημαίνει ὅτι τίποτα δὲν ἔκαμες. Τίποτα , ἀπολύτως τίποτα. Τίποτα ἀπολύτως. Ἐδῶ ὁ Χριστὸς ἔφτασε στὸ σημεῖο νὰ πεῖ γιὰ τὶς παρθένες ἐκεῖνες ὅτι δὲν εἶχε καμμιὰ σχέση μαζί τους. Τοὺς πέταξε ἔξω ἀπὸ τὸν νυμφώνα παρ’ ὅλο ποὺ εἶχαν ὅλες τὶς ἀρετὲς, διότι δὲν εἶχαν τὴν ἀγάπη. Διότι ἤθελε νὰ τοὺς πεῖ ὅτι μπορεῖ νὰ ἔχετε ἀρετὲς ἐξωτερικὲς , μπορεῖ νὰ μείνατε παρθένες, μπορεῖ νὰ κάματε χίλια πράγματα, ἀλλὰ δὲν κατορθώσατε τὴν οὐσία αὐτοῦ ποὺ εἶχε σημασία πάνω  ἀπ’ ὅλα. Ἐὰν αὐτὸ δὲν τὸ καταφέρεις, τί τὰ θέλεις ὅλα τὰ ἄλλα; Τί τὰ θέλω ἐγὼ τώρα ἂν τρώω λάδι σήμερα καὶ δὲν τρώω λάδι. Μπορεῖ νὰ μὴν τρώω λάδι ,ἂς ποῦμε, καὶ νὰ τρώω τὸν ἀδερφό μου ἀπὸ τὸ πρωὶ ὡς τὴ νύχτα. Ἔλεγαν εἰς τὸ Ἅγιον Ὅρος, λέει, μὴν ρωτᾶς ἂν τρώω ψάρι. Τὸν ψαρὰ νὰ μὴν φᾶς καὶ ψάρι φάε. Ἢ τὸν λαδὰ νὰ μὴν φᾶς καὶ φάε μία σταξιὰ λάδι. Τὸ νὰ φᾶς τὸν ἄλλον ἀπὸ τὴν γλώσσα εἶναι πολὺ χειρότερο ἀπὸ τὸ νὰ φᾶς μία κουταλιὰ λάδι. Καὶ ὅμως στέκομεν ἐκεῖ . Τρῶμε λάδι, δὲν τρῶμε λάδι, τρῶμε ψάρι, δὲν τρῶμε ψάρι. Ξέρω γώ, βούτηξε τὸ κουτάλι στὸ ἄλλο φαγὶ καὶ μπορεῖ νὰ τσακωθοῦμε ἐκεῖ, νὰ σκοτωθοῦμε μὲ τὸν ἄλλον ἄνθρωπο, γιατὶ ἐβούτηξε τὸ κουτάλι προηγουμένως σὲ ἕνα ἄλλο φαΐ. Καταλαβαίνετε πόσο γελοία εἶναι ἐτοῦτα τὰ πράγματα καὶ μᾶς κοροϊδεύουν καὶ οἱ δαίμονες, ἀλλὰ καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι ἐκτὸς ἐκκλησίας. Καὶ ὅταν μπαίνουν κοντά μας, ἀντὶ νὰ βλέπουν τοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐκκλησίας μεταμορφωμένους σὲ Ἰησοῦ Χριστὸ, νὰ εἶναι γλυκεῖς ἄνθρωποι καὶ νὰ εἶναι ὥριμοι ἄνθρωποι, ἰσορροπημένοι, ὁλοκληρωμένοι ἄνθρωποι, ἄνθρωποι γεμάτοι ἁρμονία ,ἂς ποῦμε, μέσα τους, μᾶς βλέπουν δυστυχῶς μὲ ὅλα αὐτὰ τὰ πάθη μας καὶ ὅλες ἐκεῖνες τὶς ξινίλες μας καὶ λένε:  Ἔ, νὰ γίνω ἔτσι;  Καλύτερα νὰ μοῦ λείπει.

Ἐσὺ ποὺ πᾶς στὴν ἐκκλησία, τί σὲ ὠφέλησε ἡ ἐκκλησία; Ὅπως λέγαμε χτές, πῆγες στὰ προσκυνήματα,  εἶδες τοὺς πατέρες, εἶδες τὰ ἅγια λείψανα, εἶδες τὸ Ἅγιον Ὅρος, τὴν Παναγία τῆς Τήνου, ὅλα αὐτὰ γιὰ τὰ  ὁποῖα  ἤρθαμε. Ποιὸ τὸ ὄφελος, τελικά, ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα; Μεταμορφώθηκε ἡ καρδιά μας;  Γίναμε πιὸ ταπεινοὶ ἄνθρωποι; Γίναμε πιὸ γλυκεῖς ἄνθρωποι; Γίναμε πιὸ πρᾶοι ἄνθρωποι εἰς τὸ σπίτι μας, εἰς τὴν οἰκογένειά μας, στὸ μοναστήρι μας; Ξέρω γώ, ἐκεῖ ποὺ ἐργαζόμαστε. Αὐτὸ ἔχει σημασία. Ἐὰν δὲν τὰ καταφέραμε αὐτὰ τὰ πράγματα, τουλάχιστον ἂς γίνομεν ταπεινοί.  Μέσα ἀπὸ τὴν μετάνοια. Ἂς γίνομε ταπεινοί. Ἐὰν οὔτε καὶ αὐτὸ τὸ καταφέραμε, τότε εἴμαστε ἄξιοι πολλῶν δακρύων, ἔτσι. Εἴμαστε γιὰ κλάματα. Διότι δυστυχῶς ὁ χρόνος περνᾶ καὶ χάνεται καὶ ἐμεῖς μετροῦμε χρόνια.

Ἔλεγε ὁ γέρων Παίσιος, ὅταν τὸν ρωτοῦσαν: Γέροντα, πόσα χρόνια ἔχεις ἐσὺ στὸ Ἅγιον Ὅρος;  Λέει:  Ἐγὼ ἦρθα τὴν ἴδια χρονιὰ ποὺ ἦρθε τὸ μουλάρι τοῦ γείτονα. Ὁ γείτονάς του, ὁ γερο-Ζῆτος εἶχε ἕνα μουλάρι καὶ ξέρετε στὸ Ἅγιο Ὅρος κάθε κελὶ ἔχει καὶ ἕνα ζῶο, ἕνα μουλάρι  ποὺ κουβαλοῦν τὰ πράγματά τους. Ἔ, τὸ ζῶο αὐτὸ ζεῖ πολλὰ χρόνια, δὲν ἀγοράζεις κάθε μέρα μουλάρια, εἶναι ἀκριβά. Λοιπόν, τὴν χρονιὰ ποὺ ἦρθα ἐγὼ, λέει, στὸ Ἅγιον Ὅρος, ἀγόρασε καὶ ὁ γείτονας τὸ μουλάρι του. Ἔχομε τὰ ἴδια χρόνια στὸ Ἅγιον Ὅρος, ἀλλὰ τὸ καημένο ἐκεῖνο ἔμεινε μουλάρι καὶ ἐγὼ τὸ ἴδιο ἔμεινα. Δὲν ἄλλαξα. Λοιπὸν λέμε πολλὲς φορὲς ἐγὼ ἔχω σαράντα χρόνια καὶ τὰ λέμε ἐμεῖς οἱ παπάδες καὶ οἱ καλόγεροι αὐτὰ τὰ πράγματα. Ἔχω σαράντα χρόνια στὸ μοναστήρι. Μὰ τὰ χρόνια εἶναι εἰς βάρος σου. Ὁ Θεὸς θὰ σοῦ πεῖ: Σαράντα χρόνια καὶ ἀκόμα δὲν κατάφερες νὰ γίνεις τίποτα; Ἔχεις σαράντα χρόνια, ἀκόμα θυμώνεις, ἀκόμα κατακρίνεις, ἀκόμα ἀντιλογεῖς, ἀκόμα ἀνθίστασαι, ἀκόμα δὲν ὑποτάσσεσαι;  Ἔχεις σαράντα χρόνια καὶ δὲν ἔμαθες τὸ ἄλφα, τὸ πρῶτο πράγμα τῆς μοναχικῆς ζωῆς , τῆς χριστιανικῆς ζωῆς; Τί νὰ κάμω τὰ χρόνια σου; Τί νὰ σὲ κάμω, ἂν ἔχεις πενήντα χρόνια μὲ ψωμὶ  καὶ δὲν μπορεῖς νὰ ἀπαντήσεις στὸν ἄλλον μὲ ἕναν καλό σου λόγο; Τί νὰ κάμω ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα;

Ὅλα αὐτὰ εἶναι εἰς βάρος μας. Ὅλα αὐτὰ τὰ λέω πρῶτα ἀπὸ ὅλα γιὰ τὸν ἑαυτό μου. Γιατὶ ἰσχύουν γιὰ τὸν ἑαυτό μου πρῶτα καὶ ἐπειδὴ τὰ ξέρω ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου, γιὰ αὐτὸ σᾶς τὰ λέω. Καὶ νομίζετε ὅτι τὰ λέω γιὰ τὸν καθένα ἀπὸ ἐσᾶς. Λένε γιὰ μένα τὰ εἶπες. Δὲν εἶναι γιὰ σένα ποὺ τὰ εἶπα. Γιὰ μένα εἶναι ποὺ τὰ εἶπα. Γιὰ μένα πρῶτα.

Ὅλα αὐτὰ λοιπὸν τὰ λέμε τουλάχιστον γιὰ νὰ ταπεινωνόμαστε καὶ νὰ κλείνουμε τὸ στόμα μας , ὅταν κινοῦνται μέσα μας ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ ἐγωισμοὶ καὶ ὅλα ἐκεῖνα τὰ πράγματα, τὰ ὁποῖα δυστυχῶς μᾶς γελοιοποιοῦν καὶ μᾶς κάνουν νὰ φαινόμαστε ἀνόητοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐὰν ταπεινωθοῦμε καὶ πάψουμε νὰ ἔχουμε ἰδέα περὶ τοῦ ἑαυτοῦ μας, τότε πράγματι μπορεῖ σιγὰ σιγὰ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀρχίσει νὰ διορθώνει τὸν ἑαυτό του μέσα ἀπὸ τὴν μετάνοια, ἡ ὁποία γεννᾶται ὡς καρπὸς τῆς ταπεινώσεως. Αὐτὸς ποὺ  δὲν δικαιολογεῖται μετανοεῖ. Αὐτὸς ποὺ δικαιολογεῖται οὐδέποτε μετανοεῖ, οὐδέποτε δὲν θὰ μάθει τί σημαίνει μετάνοια αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ποὺ πάντοτε εἴτε ἐξωτερικὰ εἴτε ἐσωτερικὰ δικαιολογεῖ τὸν ἑαυτόν του. Γιὰ αὐτὸ λοιπὸν νὰ ἐξετάζουμε τοὺς ἑαυτούς μας. «Δοκιμάζετε ἑαυτοὺς ἀδελφοί», λέει ὁ Ἀπόστολος. Νὰ ἐξετάζεις τὸν ἑαυτό σου, ἐὰν ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι μέσα σου. Καὶ ὄχι τόσο ἀκόμα αὐτό, ἀλλὰ τουλάχιστον ἐὰν ζοῦμε μέσα στὸ χῶρο τῆς μετανοίας, ὥστε νὰ θεραπεύσει ὁ Θεὸς τὴν ὕπαρξή μας. Αὐτὴ ἡ σχέση μας μὲ τὴν ἐκκλησία νὰ μᾶς θεραπεύσει. Νὰ γίνουμε ἄνθρωποι θεραπευμένοι ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὴν ἁμαρτία.

Λένε πολλοὶ ἄνθρωποι πῶς φτάνομε ἐκεῖ. Πῶς φτάνομε ἐκεῖ; Ὅταν ἀφήσουμε τὸν ἑαυτό μας εἰς τὰ χέρια τοῦ καλοῦ ἰατροῦ Θεοῦ. Ὅταν ἀφήσουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ ἐμπιστοσύνη στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, ὥστε μέσα ἀπὸ τὶς περιστάσεις μας, μέσα ἀπὸ τὶς δυσκολίες μας ὁ Θεὸς, ποὺ ξέρει γιὰ τὸν κάθε ἕνα τί χρειάζεται, θὰ μᾶς ὁδηγήσει μέσα ἀπὸ ἐκείνους τοὺς δρόμους καὶ σιγὰ σιγά, σιγὰ σιγὰ μέσα ἀπὸ τὸ πέρασμα τῶν χρόνων ὁ ἄνθρωπος θὰ τελειωθεῖ, θὰ τελειοποιηθεῖ. Φτάνει ἐμεῖς νὰ δώσουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ ἐμπιστοσύνη εἰς τὸν Θεὸ, ὅπως δίνουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ ἐμπιστοσύνη εἰς τὸν γιατρὸ ἤ, ξέρω γώ, τώρα μέσα στὸ πλοῖο εἰς τὸν καπετάνιο. Ἔχομε ἐμπιστοσύνη. Μᾶς πηγαίνει καὶ ἐμεῖς δὲν ἀνησυχοῦμε γιὰ τὸ ποῦ πηγαίνουμε καὶ πότε θὰ φτάσουμε, γιατὶ ξέρουμε ὅτι αὐτὸς ποὺ ὁδηγεῖ τὸ καράβι ἔχει τὸ νοῦ του, εἶναι ἄγρυπνος, ξέρει τὸν δρόμο καὶ προσέχει.

Κάποιο ἄλλο σημαντικὸ στοιχεῖο , γιὰ τὸ ὁποῖο ἤθελα νὰ πῶ κάτι περισσότερο καὶ ἐπειδὴ μερικοὶ μὲ παρεκάλεσαν, εἶναι τὸ θέμα τοῦ χρόνου.

Βλέπετε αὐτὲς τὶς μέρες ποὺ περάσαμε στὸ πλοῖο, ποὺ δὲν εἴχαμε ἐξωτερικὲς προκλήσεις, δὲν εἴχαμε κάτι, τὸ ὁποῖο νὰ μᾶς τραβᾶ τὴν προσοχή μας, ὅπως ἔχομε στὸ σπίτι μας, παραδείγματος χάριν, τὴν τηλεόραση. Βλέπετε πόσον χρόνο εἴχαμε; Καὶ κουβεντιάζαμε καὶ μεταξύ μας. Κουβεντιάζατε ὅσοι εἴσαστε παντρεμένοι, οἱ σύζυγοι μεταξύ τους, μὲ τὰ παιδιά σας. Τὰ παιδιὰ μεταξύ τους παίζανε, μιλοῦσαν καὶ εἴχαμε χρόνο στὴν διάθεσή μας πολὺ καὶ ἐπικοινωνούσαμε καὶ αὐτὸ ἦταν τὸ πιὸ σημαντικὸ ἀπὸ ὅλα: τὸ ὅτι μπορούσαμε νὰ ἐπικοινωνοῦμε. Τὸ πιὸ τραγικὸ εἶναι μέσα  στὸ σπίτι ὅταν ὅλοι κάθονται μπροστὰ στὴν τηλεόραση καὶ δὲν μιλᾶ ὁ ἕνας μὲ τὸν ἄλλο καὶ φεύγει ὁ χρόνος καὶ δὲν ἐπικοινωνοῦν οἱ ἄνθρωποι. Καὶ τὸ χειρότερο ἀπὸ ὅλα; Εἶναι τὸ τί βλέπομε στὴν τηλεόραση. Ἐκεῖ γίνεται μεγάλη φθορὰ τῶν δικῶν μας, τῶν παιδιῶν μας καὶ τῶν ψυχῶν μας. Ἔβλεπα αὐτὲς τὶς μέρες κάποια στιγμὴ ποὺ ἤμασταν ἔξω: εἶχαν ἐκεῖ καὶ τὰ παιδιὰ ποὺ κερνοῦν πράγματα, ἐκεῖ ποὺ σερβίρουν, εἶχαν μία τηλεόραση καὶ ἔτσι ἔπαιζε καὶ κανεὶς δὲν παρακολουθοῦσε, ἀλλὰ ἦταν ἀνοικτή. Κοίταζα ἔτσι κάποια στιγμὴ νὰ δῶ τί δείχνει καὶ ἔβλεπα, δὲν ξέρω τί ἔργο ἦταν, τέλος πάντων, κάτι ἦταν. Κάποιοι κυνηγοῦσαν κάποιους συνέχεια δηλαδὴ ἕνα κυνηγητό, πιστόλια, σφαῖρες, αὐτοκίνητα, ἐκρήξεις, πηδοῦσαν ἀπὸ τὸ ἕνα σπίτι στὸ ἄλλο. Μὰ ὅλα ἐκεῖνα τὰ πράγματα ἦταν κάτι φοβερό , ὅταν τὰ βλέπουν τὰ παιδιά σας, τὰ μικρὰ παιδιά σας δηλαδὴ νὰ βλέπουν ὅλη αὐτὴ τὴ βία. Δὲν λέω γιὰ τὰ ἄλλα τὰ αἰσχρὰ ποὺ εἶναι καὶ μὴ χειρότερα, ἂς ποῦμε, ἔχουν καταστρέψει καὶ γέρους, ἔτσι. Καὶ μὴν μοῦ πεῖ κανεὶς τώρα ὅτι δὲν εἶναι ἔτσι, γιατὶ τὰ ξέρω ἀπὸ πρῶτο χέρι. Τὰ ἀκοῦμε στὶς ἐξομολογήσεις. Γέροι ἄνθρωποι μεγάλης ἡλικίας, σοβαροὶ ἄνθρωποι καὶ νὰ καταστρέφονται ἀπὸ τὴν τηλεόραση, μέσα ἀπὸ αὐτὴ τὴν αἰσχρότητα ὅλη τὴν ὁποία καθημερινὰ δείχνουν. Δὲν μιλάω γιὰ ἐκεῖνα. Λέω γιὰ ὅλα τὰ ἄλλα, γιὰ ὅλη ἐκείνη τὴ βία ποὺ προβάλλει ἡ τηλεόραση. Μετὰ πῶς τὰ παιδιὰ δὲν θὰ ἐξοικειωθοῦν μὲ τὴν βία καὶ  δὲ θὰ εἶναι ἄτακτα, δὲ θὰ εἶναι ἀνυπάκουα,  δὲ θὰ κάνουν πράγματα τελείως ἔξω ἀπὸ τὴν φύση τους.

Ξέρετε πόσο ἄσχημο πράγμα εἶναι ὅταν βλέπεις μικρὰ παιδιὰ  νὰ μιμοῦνται μεγάλους ἀνθρώπους καὶ νὰ καταστρέφουν τὴν παιδικότητά τους.  Φέρνουν καμμιὰ φορὰ, ἔτσι ποὺ πηγαίνω σὲ καμμιὰ ἐκδήλωση, κάποια μωρὰ νὰ χορέψουν. Καὶ βλέπεις μωρὰ κοριτσάκια ἢ ἀγοράκια δέκα μὲ δώδεκα χρονῶν, γεμάτα ἀθωότητα καὶ κάνουν τέτοιες κινήσεις ὅταν χορεύουν ποὺ τὶς κάνουν μεγάλες γυναῖκες ἐξαθλιωμένες τελείως, ἂς ποῦμε, καὶ μὲ ἕνα ἄλλο ἦθος. Βλέπεις πῶς καταστρέφονται αὐτὰ τὰ παιδιὰ μιμούμενα αὐτοὺς τοὺς μεγαλύτερους ποὺ βλέπουν στὴν τηλεόραση. Καὶ νὰ κάμουν πράγματα, νὰ διασκεδάζουν μὲ πράγματα, τὰ ὁποῖα εἶναι καταστροφικά. Καὶ αὐτὸ δὲν τὸ λέω ἀπὸ πνευματικῆς ἀπόψεως μόνο, ἀλλὰ ἀπὸ πάσαν ἄποψη καὶ ψυχολογικὴ καὶ κοινωνικὴ καὶ οἰκογενειακὴ καὶ πνευματική. Ὅσο μπορεῖτε μακριὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ πράγματα. Βοηθῆστε τὰ παιδιά σας νὰ μὴν ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὶς τηλεοράσεις, γιατὶ γεμίζουν ἄσχημες εἰκόνες καὶ ἐσεῖς τὸ ἴδιο. Ἐὰν δὲν ἐπιτρέπεις στὸ παιδί σου νὰ δεῖ ἄσχημα ἔργα καὶ τὰ βλέπεις ἐσὺ ὁ μεγαλύτερος τί νόημα ἔχει; Ἢ  ἐκεῖνα τὰ ἀνόητα ποὺ γράφουν δὲν ἐπιτρέπεται πάνω ἀπὸ δεκαοχτώ, ξέρω γώ, τί λέει κάτω ἀπὸ δώδεκα, τί λέει, πάνω ἀπὸ δώδεκα. Ἂν θὰ γίνεις δώδεκα, ἐπιτρέπεται, ξέρω γώ, ἂς ποῦμε. Καὶ βέβαια αὐτὸ τὸ πράγμα καὶ μόνο τραβᾶ τὴν περιέργεια τῶν μικρῶν καὶ τὰ βλέπουν ὅλοι. Σοῦ λέει γιὰ νὰ μὴν ἐπιτρέπεται κάτω ἀπὸ δώδεκα σημαίνει κάτι ἔχει, τὸ ὁποῖο εἶναι ἄξιο πάσης περιεργείας.

Νομίζω ὅτι ἡ καταστροφή, ἡ ὁποία ἐπέρχεται στὸν ψυχικὸ κόσμο τῶν ἀνθρώπων, εἶναι τεράστια,γιατί- ὅπως λέγαμε ἐχτές- οἱ ἀγαθὲς εἰκόνες, οἱ καλὲς εἰκόνες ποὺ παίρνει κανεὶς τὸν βοηθοῦν πάρα πολὺ στὴν πνευματικὴ ζωή. Τὸ ἴδιο καὶ ἀντίθετα οἱ κακὲς εἰκόνες ποὺ βλέπει ὁ ἄνθρωπος, ὁ νέος ἄνθρωπος τοῦ δημιουργοῦν τόσα κακὰ μέσα  στὸν ψυχικό του κόσμο καὶ τοῦ μαθαίνουν τόσα κακὰ πράγματα ποὺ κυριολεκτικὰ ἡ ζημιὰ εἶναι ἀνυπολόγιστη καὶ δὲν ξέρομε ἐὰν καμμιὰ φορὰ θεραπεύεται. Ἐὰν ὅμως κανεὶς τὰ παρακολουθήσει τὰ πράγματα καὶ τὰ ἐρευνήσει θὰ δεῖ ὅτι ὄντως ἡ τηλεόραση φέρνει τεράστια καταστροφὴ στὸν ψυχισμὸ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἰδιαίτερα τῶν νέων ἀνθρώπων. Ἀλλὰ ὄχι μόνο αὐτό. Βλέπετε τὸ ἕνα κακὸ φέρνει τὸ ἄλλο. Εἶναι ὁλόκληρη ἁλυσίδα. Γιατὶ καταστρέφει τὴν ἐπικοινωνία, καταστρέφει τὸν χρόνο, καταστρέφει τὴν ἁγνότητα τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου καὶ μετὰ ὁ ἄνθρωπος κουράζεται πλέον, εἶναι κουρασμένος, δὲν ἔχει καμμιὰ διάθεση νὰ κάμει τίποτα. Γιατί ἐγέμισε ἡ ψυχή του ἀπὸ πράγματα ποὺ τὸν κούρασαν κι ὕστερα διερωτᾶται γιατί κουράζεται καὶ δὲν μπορεῖ νὰ  καταλάβει. Φροντίστε νὰ κάνετε ἕνα πείραμα: ἔτσι νὰ κόψετε ἢ νὰ μειώσετε, ἂς ποῦμε, τὴν παρακολούθηση αὐτῶν τῶν πραγμάτων, νὰ δεῖτε πόση ξεκούραση θὰ αἰσθανθεῖτε καὶ πόσος χρόνος θὰ μείνει στὴν διάθεσή σας ποὺ θὰ εἶναι πολὺ πιὸ γόνιμος γιὰ ὁ,τιδήποτε ἄλλο κάμετε.

Καὶ αὐτὰ βέβαια τὰ πράγματα δὲν εἶναι ἀσύνδετα μὲ τὴν πνευματική μας ζωὴ, γιατὶ ἡ πνευματικὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου βγαίνει μέσα ἀπὸ ὅλες τὶς ἐνέργειες ποὺ κάνει ὁ ἄνθρωπος. Βέβαια μὲ αὐτὸ δὲν θέλω νὰ σᾶς κόψω νὰ μὴν βλέπετε τὴν τηλεόραση . Δὲν εἶμαι ἐναντίον τῶν πραγμάτων αὐτῶν. Ἀλλὰ τελικὰ ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα ἀντὶ  νὰ μᾶς εὐκολύνουν τὴν ζωή, μᾶς τὴν δυσκολεύουν καὶ μᾶς τὴν καταστρέφουν , ὅπως ἐκάμαμε μὲ τὴν τεχνολογικὴ ἀνάπτυξη,  ποὺ βέβαια, ναὶ εἶναι πράγματι εὐκολία. Πιάνεις τὸ ἀεροπλάνο, πάεις. Πιάνεις τὸ πλοῖο, πάεις, δὲν κάμνεις κουπιὰ ὅπως κάμναν παλιά ἢ ἔχουμε χίλιες εὐκολίες, ἀλλὰ τελικὰ αὐτὴ ἡ μεγάλη εὐκολία μᾶς ἐγκλώβισε σὲ μία μεγάλη δυσκολία καὶ χάσαμε τὸν ἑαυτό μας, χάσαμε τὴν ὀμορφιὰ τῆς ζωῆς μας καὶ καταστρέψαμε καὶ τὸν κόσμο στὸ τέλος καὶ τώρα θέλομε ἄλλες ἐπιστῆμες καὶ ἄλλες ἀνακαλύψεις γιὰ νὰ δοῦμε ἐὰν μπορέσουμε νὰ σώσουμε ὁ,τιδήποτε πλέον ἀπέμεινε.

Ἔ, βέβαια ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα καὶ ὅλα ὅσα συνθέτουν τὴν τραγωδία τῆς πτώσης μας καὶ αὐτὸ τὸ στραπατσάρισμα τῆς προσωπικότητάς μας, ἐνῶ φαίνεται πράγματι ἀνθρωπίνως τόσο δύσκολο νὰ διορθωθοῦν, ἐν τούτοις ἐὰν κανεὶς στραφεῖ στὸν Θεό, τότε γίνεται αὐτὸ ποὺ ἔλεγε ὁ Χριστὸς «τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ». Αὐτὰ ποὺ εἶναι ἀδύνατα γιὰ τοὺς ἀνθρώπους εἶναι δυνατὰ γιὰ τὸν Θεό. Καὶ βλέπει κανεὶς τὸ θαῦμα τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖο καὶ μὲς τὶς μέρες μας καὶ μὲ ὅλα αὐτὰ τὰ δεδομένα καὶ μὲ ὅλες αὐτὲς τὶς προκλήσεις ποὺ συμβαίνουν γύρω μας  καὶ τὴν εὐκολία τῆς ἁμαρτίας συντελεῖται. Ἐν τούτοις ὅμως ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ἀγαποῦν τὸν Θεὸ καὶ ἀπὸ τὰ ἀγκάθια βγαίνουν τριαντάφυλλα. Ἀπὸ τὰ ἀγκάθια βγαίνουν τριαντάφυλλα καὶ γίνεται πραγματικὰ τὸ μεγάλο θαῦμα τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς ὑπόλοιπες ἀνθρώπινες δικές μας ἀδυναμίες, τὰ χάλια μας, τὰ προβλήματά μας, τὶς δυσκολίες τοῦ ἑαυτοῦ μας, τῆς ἐκκλησίας μας, τῆς οἰκογένειάς μας, τῆς κοινωνίας μας καὶ τῶν ὑπολοίπων ποὺ δυστυχῶς βομβαρδίζουν τὸν κάθε ἄνθρωπο. Γιὰ αὐτὸ ἐπιστρέφοντας ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα ἐπιστρέφουμε  ἐκεῖ ποὺ ἀρχίσαμε καὶ λέμε ὅτι τελικὰ ἡ λύση καὶ ἡ ἀπάντηση σὲ ὅλα τὰ προβλήματα εἶναι ὁ ἄνθρωπος νὰ στραφεῖ νὰ ἀγαπήσει τὸν Θεὸ καί, ὅταν ἀγαπήσει ὁ ἄνθρωπος τὸν Θεό, τότε ὁ Θεὸς θὰ τὸν θεραπεύσει, θὰ τὸν ἀναστήσει ὁ Θεὸς  καὶ νεκρὸς νὰ εἶναι ὁ ἄνθρωπος καὶ γιὰ  ἀποσύνθεση νὰ εἶναι  ὁ Θεὸς θὰ τὸν ἀναστήσει, φτάνει ὁ ἄνθρωπος νὰ πετάξει ἀπὸ μέσα του ὅλα τὰ ἄχρηστα καὶ νὰ βάλει μέσα στὴν καρδιὰ του τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ γύρω ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ πάνω στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ νὰ χτίσει τὴν ζωή του, νὰ χτίσει τὸν γάμο του, νὰ χτίσει τὴν οἰκογένειά του, νὰ χτίσει τὸν δρόμο του, τὶς σπουδές του, τὴν πορεία του. Ἐὰν τὸ κάνει αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος, πραγματικὰ τότε θὰ χαίρεται τὴν ζωή του καὶ ἡ ζωή του θὰ γίνει παράδεισος, γιατὶ ὁ παράδεισος δὲν εἶναι τίποτα ἄλλο παρὰ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ κόλασις δὲν εἶναι τίποτα ἄλλο παρὰ ἡ ἀπουσία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.

Ἔτσι λοιπὸν εὔχομαι ὡς τέρμα τῆς ἐκπομπῆς μας αὐτὴ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ νὰ μᾶς συνοδεύει καὶ νὰ μὴν ξεχνᾶμε ὅτι ὅλα ὅσα κάμνομε τὰ κάμνομε γιὰ αὐτὸ καὶ μόνο τὸ λόγο καὶ νὰ μὴν γίνομε ἁπλῶς θρῆσκοι ἄνθρωποι ἀλλὰ νὰ γίνομε ἄνθρωποι ποὺ ἀγαποῦμε τὸν Θεὸ καὶ νὰ μεταβληθεῖ ἡ ζωή μας σωστὰ καὶ νὰ μεταμορφωθοῦμε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τὸν Κύριον ἠμῶν.

Τελειώνοντας ἁπλῶς θέλω καὶ ἐγὼ νὰ σᾶς εὐχαριστήσω ποὺ ἤρθατε στὴν ἐκδρομὴ τῆς Μητροπόλεώς μας. Νὰ σᾶς εὐχαριστήσω, γιατὶ πράγματι περάσαμε πάρα πολὺ ὡραῖα, ὄμορφα, ἥσυχα. Δὲν εἴχαμε μεγάλες ,ἔτσι, δυσκολίες. Ἐντάξει κάτι μικρὰ ποὺ συναντούσαμε δὲν εἶναι τίποτα. Πιστεύω ὅτι μᾶς ὠφέλησε πνευματικὰ ὅλους μας αὐτὴ ἡ ἐκδρομή. Νὰ εὐχαριστήσω τὸν Θεὸ πάνω ἀπὸ ὅλα πού μᾶς ἐσκέπασε καὶ μᾶς ἐφύλαξε ἀπὸ κάθε κακό. Πήγαμε καὶ ἤρθαμε σῶοι καὶ ἀβλαβεῖς. Καὶ νὰ εὐχαριστήσω, ἐκτὸς απὸ τὶς θερμὲς εὐχαριστίες  πρὸς  τὸν καπετάνιο καὶ τοὺς ὑπολοίπους, καὶ τὴν Λένια τὴν Ὀρφανίδου, ἡ ὁποία ἀνέλαβε τὴν ὅλη διοργάνωση τῆς ἐκδρομῆς καὶ μᾶς ἐβοήθησε ὅλους νὰ κυλήσουν τὰ πράγματα μὲ τὴν ἀπαιτούμενη ὀρθότητα καὶ ἀκρίβεια, γιατὶ πρέπει νὰ ξέρετε ὅτι αὐτὴ ἡ ἐκδρομὴ δὲν γίνεται σὲ μία μέρα, ἀλλὰ εἶναι ἀποτέλεσμα ἐργασίας πολλῶν μηνῶν. Χρειάζεται πολὺς καιρὸς καὶ πολὺ ἀγώνας νὰ ὀργανωθοῦν ἀκόμα καὶ τὸ τί θὰ φᾶμε πρωὶ, μεσημέρι ,νύχτα μὲ πάσαν ἀκρίβεια.

Εὔχομαι λοιπὸν νὰ ἔχομε ὅλοι μας τὴν σκέπη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στὴν ζωή μας καὶ τὴν ἐκ Θεοῦ ἀνταπόδοση σὲ ὅλους ὅσους ἐκοπίασαν εἰς τὴν ἐκδρομὴ αὐτή.

Ὁ Θεὸς μαζί σας.