ΟΙ ΡΑΜΠΟ, Η ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η …ΕΛΛΑΔΑ

«Σήμερα ἡ ἐπιβίωσή μας ἐξαρτᾶται ἀπό τήν τεχνική, τεχνολογική καί πολιτισμική πρόοδο τοῦ Δυτικοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ἡ ζωή μας ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἱκανότητα  νά ἀποκρούσουμε τήν εἴσοδο αὐτῆς τῆς προόδου στήν καρδιά μας».

     Ὅσο καί ἄν αὐτό ἀκούγεται ἐξωπραγματικό καί γιά τούς περισσοτέρους ἴσως ἀνόητο, ἐντούτοις εἶναι συγκλονιστικό σήμερα, σέ μία ὁλοταχῶς  παγκοσμιοποιούμενη κοινωνία, νά  βιώνει, (ὄχι νά ζεῖ), κανείς στήν Ἑλλάδα. Γιά τή συντριπτική πλειοψηφία  σίγουρα τό μεγάλο παιχνίδι παίζεται στό τρίγωνο: Ἀμερική, Βορειοδυτική Εὐρώπη καί Ἄπω Ἀνατολή.

      Γιά ὅλους αὐτούς τούς «ρεαλιστές», οἱ κατευθύνσεις τῆς ἀνθρωπότητας διαμορφώνονται σέ αὐτό τό τρίγωνο. Γιά τήν πλειοψηφία ὁ κόσμος ὑπάρχει  ἐρήμην τοῦ ὁποιουδήποτε Δημιουργοῦ (ἄραγε, τί εἶναι αὐτό;) καί, σύμφωνα μέ αὐτές τίς ἀπόψεις, τό μέλλον αὐτοῦ τοῦ κόσμου ἐξαρτᾶται ἀποκλειστικά καί μόνον ἀπό τήν πρόοδο τοῦ ἀνθρώπου.

     Ἄν ὅμως δέν εἶναι ἔτσι τά πράγματα καί κάπου ὑπάρχει ἕνα «ἄγνωστο κενό», πού «καταβροχθίζει» ἀργά ἀλλά σταθερά τήν ἀνθρωπότητα καί, πού μόνον  κάποια ἀνώτερη δύναμη,  μπορεῖ νά  ἀντιμετωπίσει; Τότε δέν θά ἔχει σημασία πόσες δυνατότητες ἔχουν οἱ ἠλεκτρονικοί ὑπολογιστές,  τά κινητά τηλέφωνα, οἱ ἐπιστήμονες τῶν γονιδίων, ἀλλά  αὐτοί πού ἔχουν τήν ἱκανότητα νά ἐπικοινωνοῦν καί νά μεσιτεύουν πρός αὐτήν τήν ἀνώτερη δύναμη (Θεός;). Σκεφτεῖτε ἄν αὐτό εἶναι τό πραγματικό παιχνίδι.  Τότε, ἴσως αὐτό παίζεται ἔξω ἀπό τό ἀνωτέρω σημαντικό τρίγωνο.   Ἀλήθεια, ἔχετε διανοηθεῖ πώς ἴσως παίζεται στόν χῶρο τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς (εὐρύτερη Ἑλλάδα) καί ἴσως αὐτοί πού εἶναι οἱ μόνοι ἱκανοί μεσῖτες γιά τή σωτηρία της ἀνθρωπότητας λέγονταν πάντοτε καί καθορίζονταν ὡς …Ἅγιοι ;

     Πρίν ἀπό λίγα χρόνια εἶχε  ὑποστηριχτεῖ ἀπό  πολλούς μελετητές  τῆς «Νέας ἐποχῆς», κυρίως ἀμερικανικῆς προέλευσης (βλέπε Χάντιγκτον), ὅτι οἱ νέοι πόλεμοι θά εἶναι πολιτισμικοί. Ἡ ἄποψη αὐτή ἐξέθρεψε τό παγκόσμιο τρομοκρατικό κίνημα καί τή λαίλαπα τῆς σύγχρονης τρομολαγνείας. Ἀπό τήν ἄλλη, ἡ λεγόμενη παγκοσμιοποίηση -καί αὐτή ἀμερικανικῆς ἔμπνευσης- ὑποστηρίζει τή συνύπαρξη τῶν πολιτισμῶν καί τή δημιουργία πολυπολιτισμικῶν  κοινωνιῶν. 

     Τώρα, θά μοῦ πεῖτε  πῶς συμβιβάζονται  οἱ δύο αὐτές «ἐκ πρώτης ὄψεως» ἀντίθετες ἀπόψεις; Στήν πραγματικότητα δέν εἶναι καθόλου ἀντίθετες. Αὐτό ἀκριβῶς τό παγκόσμιο μοντέλο, πρεσβεύει μέν τόν πολυπολιτισμό, ἀλλά μέ ἕνα βασικό χαρακτηριστικό. Τήν ἐπικράτηση τοῦ ἰσχυροτέρου εἰς βάρος τοῦ ἀσθενεστέρου, κάτι ἀνάλογο δηλαδή μέ τόν νόμο τῆς ζούγκλας-ἐκεῖ πράγματι συμβιώνουν σαρκοφάγα, φυτοφάγα καί… παμφάγα ζῶα- σέ μία «ἐκσυγχρονιστική» διάσταση. Ἀντί γιά συνύπαρξη πολιτισμῶν, ἐκεῖνο πού γίνεται στήν πραγματικότητα εἶναι ἐξάλειψη πολιτισμῶν καί ἐπιβολή μέ ὅλα τά μέσα τοῦ ἀμερικανικοῦ πολιτισμικοῦ μοντέλου. Τό μοντέλο αὐτό τείνει νά κυριαρχήσει παγκοσμίως. Τό κύριο δέ χαρακτηριστικό του εἶναι ἡ καταναλωτική κοινωνία καί ἡ ἰδεολογία τοῦ ἄπληστου κέρδους, συχνά ἐνδεδυμένη μέ ἕνα θρησκευτικό φονταμενταλισμό (οἱ δυνάμεις τοῦ «καλοῦ» ἀπέναντι στίς δυνάμεις τοῦ «κακοῦ»).  Ἔτσι τελειώνει καί ὁ περίφημος «πόλεμος τῶν πολιτισμῶν». Ἀξίζει νά σημειώσουμε ἐδῶ πώς οἱ Ὀθωμανοί (τελευταία ἐπικράτησε ἡ περίεργη ἄποψη ὅτι ἡ Ὀθωμανική κοινωνία ἦταν πολυπολιτισμική), ὅταν δημιούργησαν τήν τεράστια αὐτοκρατορία τους,  πρῶτοι διατύπωσαν καί ἐμπράκτως ἐφήρμοσαν τό δόγμα τῆς συνύπαρξης μουσουλμάνων, χριστιανῶν καί ἄλλων θρησκευτικῶν κοινοτήτων, ἀκριβῶς γιά νά χρησιμοποιηθοῦν οἱ χριστιανοί καί οἱ ὑπόλοιποι ὡς δοῦλοι καί ὑπηρέτες  στούς ἀφέντες Ὀθωμανούς.

     Ἀνάμεσα σέ ὅλα αὐτά συχνά ἀναρωτιόμουν  ποῦ βρισκόμαστε ἐμεῖς, ἄν ἔχουμε ἀκόμα νά προβάλουμε κάτι τό ἰδιαίτερο,  κάτι πού νά ἔχει ἀξία, ὄχι μόνο γιά ἐμᾶς ἀλλά καί γιά ὅλη τήν ἀνθρωπότητα ἤ ἔχουμε  ἀπορροφηθεῖ καί ὑποταχθεῖ πλήρως, μετά ἀπό ἕναν πολυετῆ καί  ἀνελέητο πολιτισμικό βομβαρδισμό (δόξα νά ἔχει ἡ τηλεόραση), στό  παγκοσμιοποιημένο μοντέλο. Προβληματισμοί χωρίς καμία ρατσιστική, φασιστική  ἤ ἄλλη «-ιστική» (ἐκφράσεις πού δέν ἀνήκουν στήν ἑλληνική γλῶσσα) προκατάληψη. Ἐδῶ θά μπορούσαμε νά ἐπικαλεστοῦμε τά σοφά λόγια ἑνός γέροντα, πού ἁγίασε μέ τά τόσα θαύματά του καί πρίν  ἀπό τήν κοίμησή του ἀλλά καί μετά. Ἔλεγε λοιπόν μέ τή γνωστή του σιγουριά: «Ἡ Ἑλλάδα εἶναι ἡ χώρα πού παράγει ἁγίους. Σήμερα οἱ φίλοι μας θέλουν νά μᾶς τσαλακώσουν λίγο καί οἱ ἐχθροί μας νά μᾶς ξεσκίσουν. Δέν πειράζει ὅμως. Ἔχουν οἱ ἄνθρωποι τά σχέδιά τους. Ἔχει καί ὁ Θεός τά δικά Του», ( Πατήρ Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης).  

     Ἡ ἐσωτερική ὁδός, πού προτείνει τή συμμετρία ἀνάμεσα στήν ἐξωτερική στροφή τοῦ ἀνθρώπου  πρός τά ἐπίγεια καί τά ἐγκόσμια καί τήν ἐσωτερική ροπή ἤ κατεύθυνση πρός τό θεῖο στοιχεῖο μέσα μας, εἶναι τό «ψυχικό σύνταγμα» τῆς Ἁγιορείτικης κοινότητας. Καί ἀκόμα παραπέρα, προτείνει τήν τελική ὁδό πού εἶναι ἡ λεγόμενη θέωση, ἡ  ἀποκάλυψη τῆς θείας ἐνέργειας καί ἡ βίωσή της, μέσα ἀπό τήν ἡσυχαστική μέθοδο, ἀπό τό νοῦ καί τήν καρδιά τῶν ἀνθρώπων. Ἐδῶ ἐντοπίζεται καί ἡ διαφορά ἀντίληψης τοῦ κόσμου μεταξύ Δύσης καί Ἀνατολῆς (ὄχι ὡς γεωγραφικές ἀλλά ὡς πνευματικές ἔννοιες).

     Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ ἐσωτερική ἰσορροπία τοῦ ἀνθρώπου  μέ τήν ἐπικράτηση τοῦ δυτικοῦ πολιτισμικοῦ μοντέλου διαταράχτηκε σέ ἐπικίνδυνο βαθμό. Γιά νά τό καταλάβουμε, φτάνει νά κάνουμε μία βόλτα στούς δρόμους τῶν σημερινῶν μεγαλουπόλεων. Ἡ ἀνισορροπία πού ἐπικράτησε μέ τίς «ἐπιταγές  τῆς μόδας» πολλαπλασίασε  καί καθιέρωσε τούς ἀνισορρόπους, πού σήμερα  κυριαρχοῦν στό μεγαλύτερο μέρος τοῦ κόσμου. Λέξεις καί ἔννοιες, ὅπως ἐλευθερία, δημοκρατία, ἀνθρώπινα δικαιώματα, ἔχουν χάσει τήν ἀξία τους, γιατί λέγονται ἀπό ἀνθρώπους ἀνισόρροπους καί ἀνάξιους νά τίς χειριστοῦν. Ἀλλά γιά ἐμᾶς, τούς κατοίκους τῆς χώρας αὐτῆς, ἄς δοῦμε πῶς φτάσαμε ὡς ἐδῶ καί «τί μέλλει γενέσθαι».

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ

     Στή μακρά ἱστορική μας διαδρομή βρεθήκαμε συχνά σέ κρίσιμα σταυροδρόμια. Ἕνα ὅμως ἦταν ἴσως τό πιό σημαντικό, γιατί ἀφοροῦσε στήν ἴδια τήν ταυτότητα καί τή μελλοντική μας πορεία.  Αὐτό ἦταν στόν 15ο αἰῶνα, τόν τελευταῖο  τῆς  μεγάλης -τῆς  μακροβιότερης σέ ὅλη τήν παγκόσμια ἱστορία- Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, μέ τήν πλαστή ὀνομασία πού τῆς εἶχαν  δώσει μετέπειτα οἱ δυτικοί ἱστορικοί,  «Βυζάντιο». Ἐκεῖνο τόν αἰῶνα, ὕστερα ἀπό μία πολύχρονη ἐσωτερική διεργασία, εἶχαν διαμορφωθεῖ δύο μεγάλα ἐσωτερικά ρεύματα. Τό ἕνα ἐκπροσωποῦνταν ἀπό τούς Δημήτριο Κυδώνη, Μανουήλ Χρυσολωρᾶ καί Βησσαρίωνα. Ἦταν αὐτοί πού ὑποστήριζαν τή συμμαχία μέ τή Δύση γιά τήν ἀπόκρουση τοῦ Ὀθωμανικοῦ κινδύνου.

     Τό ἄλλο ρεῦμα πού ἐξέφραζαν κυρίως Μικρασιάτες, ὅπως  οἱ Μάρκος Εὐγενικός, Γεώργιος Σχολάριος, Ἰωάννης Εὐγενικός θεωροῦσαν τόν κίνδυνο πού προερχόταν ἀπό τή Δύση ὡς  πολύ πιό σημαντικό, ἐπειδή, ὅπως ὑποστήριζαν, θά ἀλλοίωνε τό πνευματικό ὑπόβαθρο τῆς Ἀνατολικῆς Αὐτοκρατορίας. Ἄλλωστε γνώριζαν ὅτι ἡ Δύση δέν μποροῦσε νά βοηθήσει οὐσιαστικά τήν Κωνσταντινούπολη καί, τό μόνο πού τήν ἐνδιέφερε, ἦταν ἡ ὑποδούλωση τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας στήν ἐξουσία τοῦ Πάπα.

     Εἶναι ἀξιοσημείωτο νά ὑπογραμμίσουμε ὅτι τά δύο αὐτά ρεύματα τοῦ 15ου αἰῶνα, εἶναι συνέχεια δύο ἄλλων ρευμάτων πού ὑπῆρχαν μέσα στή Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία. Ὅσοι ἔβλεπαν τή σωτηρία καί τό μέλλον ἀπό τή Δύση, διαπνέονταν ἀπό τό σχολαστικό πνεῦμα τῆς «Δυτικῆς Θεολογίας», πού στηρίζεται κατεξοχήν στή λογική καί στή φιλοσοφία. Αὐτό τό πνεῦμα σήμερα ἐξελίχτηκε στόν ἄκρατο ὠφελιμισμό καί ὑλισμό, πού ὁδήγησε  σέ ἕναν ἀχαλίνωτο  καταναλωτισμό. Ἀπό τήν ἄλλη, ὅσοι αἰσθάνονταν ὡς μεγαλύτερο κίνδυνο τόν προερχόμενο ἀπό τή Δύση, ἐξέφραζαν τό ἡσυχαστικό πνεῦμα διαποτισμένο ἀπό ἕναν «χαρακτηριστικό» ἀνθρωπισμό. Γιά πολλούς φαίνεται περίεργο πῶς τό δεύτερο ρεῦμα,  δηλαδή ἐκεῖνο  τῶν Ἡσυχαστῶν, ἔβρισκε στούς Τούρκους καί στό Ἰσλάμ μία διέξοδο  ἀπό τήν κατάσταση  πού εἶχε τότε περιέλθει τό Ἀνατολικό Ρωμαϊκό Κράτος. Ὅσο ὅμως καί ἄν φαίνεται αὐτό παράδοξο, οἱ Ἡσυχαστές δικαιώθηκαν ἀπό τήν ἱστορία. Ἡ διορατικότητά τους  προέβλεψε πώς, παρά τήν Ὀθωμανική κατάκτηση, ἡ Ὀρθοδοξία θά διασώζονταν καί θά μεγαλουργοῦσε.

     Παράλληλα, σέ αὐτό τό σημαντικό σταυροδρόμι  παρουσιάστηκε γιά πρώτη φορά τόσο ἔντονα τό ἑξῆς ἐρώτημα : «Τί εἶναι Ἀνατολή καί τί εἶναι Δύση καί ποιά εἶναι ἡ θέση τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί, κυρίως, ποιά εἶναι ἡ οἰκουμενική διάσταση τῆς  Ἑλληνορθόδοξης ταυτότητας»; Τό ἐρώτημα αὐτό ἔλαβε μία νέα διάσταση  κατά τή σύγχρονη περίοδο, κατά τήν ὁποία ἡ Ἑλλάδα ἔγινε μέλος τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης, καί θεωρητικά ἀντιπροσωπεύει αὐτό πού λέμε πάντοτε,  ὅτι  δηλαδή «ἀνήκομεν εἰς τήν Δύσιν».

     Μελετῶντας τό θέμα αὐτό,  κατ’ ἀρχήν, γνωρίζουμε ὅτι  τούς ὅρους αὐτούς συνήθως τούς χρησιμοποιοῦμε  γεωγραφικά, παρά μέ τήν ἰδεατή τους ἔννοια. Ὅμως οἱ ὄροι αὐτοί, Ἀνατολή καί Δύση, δέν εἶναι ἁπλῶς γεωγραφικοί ἀλλά, στήν πραγματικότητα, συνιστοῦν καί διαγράφουν ἕναν ἰδιαίτερο τρόπο καί στάση ζωῆς. Οἱ ὅροι δηλαδή «Δύση» καί «Δυτικός ἄνθρωπος», ὑποδηλώνουν μίαν ἀφετηριακή ἀνθρώπινη στάση ἀπέναντι στόν κόσμο καί στήν ἱστορία. Τί ἐννοοῦμε μέ αὐτό; Τά στοιχεῖα πού χαρακτηρίζουν τό Δυτικό ἄνθρωπο εἶναι ὅτι προτάσσει πάντοτε τήν πρακτική χρησιμότητα, σέ ὁποιοδήποτε θέμα τόν ἀπασχολεῖ, τῆς πνευματικῆς του σημασίας (τί ἀξία ἔχει;). Ἀκόμη καί  ἡ ἀνώτερη δύναμη, ὁ Θεός, προσεγγίζεται μέ τό ἐρώτημα, ἐάν μᾶς εἶναι χρήσιμος ἤ ὄχι. Ἀντίθετα, τόν Ἀρχαῖο καί Βυζαντινό Ἕλληνα ἀπασχολοῦσε τό ὀντολογικό πρόβλημα κάθε πράγματος καί ὄχι ἡ χρησιμοθηρική του ἀξία. Προσπαθοῦσε νά δεῖ πίσω ἀπό τά ὄντα τό «λόγο(τήν οὐσία)» τῶν ὄντων καί διατύπωνε το ἀκόλουθο ἐρώτημα : «τί εἶναι αὐτό πού τό κάνει νά εἶναι αὐτό πού εἶναι, ὅπως εἶναι, καί νά μήν εἶναι κάτι ἄλλο». Ὁ Ἕλληνας πάντοτε ἀναζητοῦσε νά βρεῖ τό λόγο ὑπάρξεως τῶν ὄντων. Ἑπομένως, οἱ ὄροι  Δυτικός καί Ἀνατολικός δέν ἑρμηνεύονται ἀπό τή γεωγραφική τους πλευρά, ἀλλά ἀπό τή στάση ζωῆς καί τόν τρόπο συμπεριφορᾶς τοῦ καθενός μας. Εἶναι ἕνας ἰδιαίτερος τρόπος ζωῆς, ἡ ἰδιαιτερότητα κάθε παραδόσεως, ἡ ὁποία φαίνεται περισσότερο σέ κάποια χαρακτηριστικά σημεῖα τῆς ἱστορίας κάθε ἔθνους.

     Γιά νά γίνει περισσότερο κατανοητό τό θέμα, θά περιγράψουμε τά σημαντικά σημεῖα τῶν δύο παραδόσεων συγκριτικά, χωρίς κανένα ρατσιστικό περιεχόμενο, ἕνα στοιχεῖο πού -εἴτε τό θέλουμε εἴτε ὄχι- εἰσήγαγε ὁ δυτικός ὠφελιμιστικός πολιτισμός στόν τρόπο σκέψης μας. Ποιά εἶναι λοιπόν αὐτά τά σημαντικά σημεῖα : 1)Ἡ ἀποκεντρωμένη κοινότητα, κέντρο τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς. Στήν Ἀνατολή  ὑπῆρξε ἀληθινή ἀποκέντρωση, πού διατηροῦσε  βασικά στοιχεῖα ἀνθρωπισμοῦ. Ἡ κοινότητα συναντᾶται καί στήν ἀρχαία Ἑλλάδα, ἐνῶ τό κοινοτικό σύστημα ἑδραιώθηκε καί  λειτούργησε στήν ἐντέλεια κατά τή Βυζαντινή περίοδο. Στή συνέχεια,  διατηρήθηκε καί ἀναπτύχθηκε μέσα στό εὐρύτερο πλαίσιο τῆς Ὀθωμανικῆς κοινοτικῆς διάρθρωσης, πού  ὅμως ὀφειλόταν σέ καθαρά βυζαντινή ἐπίδραση. Ἡ μελέτη τῆς Τουρκοκρατίας μᾶς δίνει πολλά στοιχεῖα γιά τή γνώση τοῦ κοινοτισμοῦ, πού διατηρεῖ καί διαφυλάσσει τήν ἀξιοπρέπεια τοῦ ἀνθρώπου καί δίνει τίς δυνατότητες νά ἀναπτυχθοῦν οἱ διαπροσωπικές σχέσεις. Ἡ κοινοτική ὀργάνωση  ἐπέτρεψε τή συσσωμάτωση, συναδέλφωση καί ἀλληλοβοήθεια ὅλων τῶν κοινωνικῶν στρωμάτων μέ θαυμαστά ἀποτελέσματα.

     Ἀντίθετα, στήν ἄλλη πλευρά, στή Δύση, ὅπως ἀναπτύχθηκε κατά τή διάρκεια τοῦ Μεσαίωνα, κέντρο ἦταν ἡ ἀνερχόμενη ἀστική κοινωνία και,  στή συνέχεια, ἡ βιομηχανοποιημένη πολιτεία. Στή Δύση δηλαδή ἐπικράτησε σταδιακά  μία ἀπρόσωπη πολιτεία. Ἐδῶ θά θυμηθοῦμε αὐτό πού εἶχε διαπιστώσει -λίγο πρίν ἀπό τό θάνατό του- ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους Δυτικούς ψυχολόγους τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνα, ὁ Κάρλ Γιούνγκ, γιά τίς μεγαλουπόλεις τοῦ σημερινοῦ πολιτισμοῦ, ὅτι εἶναι, «ἕνα σύγχρονο σέ διάρκεια ὁλοκαύτωμα καί μία τραγική ἰσοπέδωση τῆς ἀνθρώπινης ψυχολογίας».  Σήμερα μποροῦμε κάπως νά καταλάβουμε τή διαφορά Ἀνατολῆς καί Δύσεως στό σημεῖο αὐτό, ἄν δοῦμε τή διαφορά μεγαλουπόλεως καί ἐπαρχίας, ἄν καί στήν τελευταία δέν  ὑφίσταται ὁ κοινοτισμός, ὅπως ἐπί Βυζαντίου καί Τουρκοκρατίας. 2) Κέντρο τῆς κοινότητας ἦταν ἡ Ἐκκλησία,  ὄχι ὅμως μέ τήν αὐστηρά πουριτανική ἔννοια τοῦ ὄρου,  ὅπως γινόταν στήν ὑπόλοιπη Εὐρώπη μέ τό θλιβερό προηγούμενο τῆς «Ἱερᾶς Ἐξετάσεως». Ἡ Ἐκκλησία ἦταν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀρχαίας Ἑλλάδας μέ τή θρησκευτική, πλέον, διάσταση. Ἡ παλιά παραδοσιακή ἐνορία, τῆς ὁποίας τά ὅρια συνήθως συνέπιπταν μέ ἐκεῖνα τῆς κοινότητας, καθιερώνεται ὡς ὁ χῶρος, στόν ὁποῖο διασώθηκε τό παραδοσιακό ἦθος ὡς στάση ζωῆς. Σέ ὅλη τή διαχρονικότητα τοῦ Ἑλληνισμοῦ  ὅλος ὁ ἀνθρώπινος καί κοινωνικός βίος πλάθεται γύρω ἀπό τήν «Ἐκκλησία», δηλαδή τήν ἐνορία καί τό μοναστῆρι.  Ἀκόμη καί τά λόγια καί ὁ ἦχος τῶν δημοτικῶν τραγουδιῶν σχετίζονται μέ τόν ἐκκλησιαστικό ἦχο καί ἦθος, καθώς συχνά ὁ λαϊκός τραγουδιστής εἶναι καί ψάλτης στήν ἐκκλησία . Ἡ Δημογεροντία ἀσχολοῦνταν μέ τά θέματα πού ἀπασχολοῦσαν τήν κοινότητα, μέ τή διαχείριση τῶν φιλανθρωπικῶν ἱδρυμάτων, μέ τήν ἀνέγερση ναῶν, μέ τό γάμο καί τά διαζύγια, ἐνῶ διέθετε καί δικαστική ἐξουσία. Ἡ λατρευτική καί πολιτική ζωή ἦταν στενά συνδεδεμένες. Δέν ὑπῆρχε διάσπαση μεταξύ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἤθους καί τοῦ κοινωνικοῦ τρόπου ζωῆς. Ἡ κοινωνία διερχόταν μέσα ἀπό τήν «Ἐκκλησία» καί ἡ ἐκκλησιαστική ζωή διαπότιζε ὅλη τήν κοινωνική ζωή. Ἡ πολιτική δέ βιωνόταν μέ τή μορφή τοῦ κομματισμοῦ, ἀφοῦ, ἄλλωστε, ἡ λέξη πολιτική δηλώνει τή ζωή τῆς πόλης.

     Ἐνῶ αὐτά ἴσχυαν στήν Ἀνατολή, ἀντίθετα, στή Δύση κέντρο τῆς κοινωνικῆς καί πολιτικῆς ζωῆς κατέστη ἡ διανόηση τοῦ κινήματος τοῦ Διαφωτισμοῦ, πού, στή συνέχεια, «γέννησε» τό ἐργοστάσιο τῆς βιομηχανοποιημένης κοινωνίας. Ἡ κοινωνική ζωή θεοποιεῖται  αὐτονομούμενη πλήρως ἀπό τό Δημιουργό. Σ’ αὐτό, βέβαια, φταίει καί ἡ θεολογία τῶν Φράγκων, πού ἀπέβλεπε περισσότερο στήν καταδυνάστευση τοῦ λαοῦ παρά στήν πνευματική του καλλιέργεια. Ἡ πολιτική καί κοινωνική ζωή, ἡ ψυχαγωγία, ὁ χορός, τό τραγοῦδι, ἡ παιδεία καί τό Δίκαιο, ὅλα ἀποδεσμεύθηκαν ἀπό τήν ἐκκλησιαστική ζωή. Ἀποδεσμεύτηκαν ἀπό ἐκεῖνες τίς ἐσωτερικές βάσεις στίς ὁποῖες στηριζόταν πάντοτε ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη, καί σταδιακά ἀπέκτησαν ἕνα διαστροφικό χαρακτήρα. 3) Ἕνα ἄλλο σημεῖο, στό ὁποῖο φαινόταν  ὁ διαφορετικός τρόπος ζωῆς τοῦ  Ἀνατολικοῦ με τόν Δυτικό ἄνθρωπο, ἦταν καί ὁ τρόπος ἀσκήσεως  τῶν ἐπαγγελματικῶν τους δραστηριοτήτων. Στήν Ἀνατολή κυριαρχοῦσε ὁ συνεργατισμός καί οἱ συντεχνίες, στίς ὁποῖες ἀναπτύσσεται καί καλλιεργεῖται ἕνας γνήσιος ἀνθρωπισμός. Ἡ μελέτη τῶν συντεχνιῶν κατά τήν περίοδο τῆς Ὀθωμανικῆς Ἀὐτοκρατορίας μᾶς δίνουν ἕνα μέτρο συγκρίσεως τόσο μέ τά συνδικάτα τῆς Δύσεως ὅσο καί μέ τά ἀντίστοιχα  σημερινά τους στήν Ἑλλάδα, ἀναδεικνύοντας τήν ἀνωτερότητα τῶν πρώτων. Πάντοτε οἱ ἄνθρωποι ἐπιδίωκαν τή συνάθροιση σέ διάφορες ἑνώσεις γιά τή διακίνηση τῶν προϊόντων τους καί τήν ἱκανοποίηση τῶν ψυχικῶν καί κοινωνικῶν ἀναγκῶν τους. Οἱ συντεχνίες συναντῶνται σέ ὅλη τή διαχρονικότητα τῆς Ἀνατολικῆς παράδοσης. Στή Βυζαντινή ἐποχή αὐτές οἱ ἑνώσεις χαρακτηρίζονται μέ πολλά ὀνόματα: συστήματα, τάξεις, τάγματα, σώματα, σύλλογοι, σωματεῖα. Στήν περίοδο τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας οἱ συντεχνίες λέγονται καί «ἰσνάφια» ἤ «ἐσνάφια». Οἱ συντεχνίες ἔχουν τίς ρίζες τους στό Βυζάντιο,  ἀλλά, κατά τή διάρκεια τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, διοργανώθηκαν σέ νέα δεδομένα. Πέρα ἀπό τίς «ἰδιαίτερες» συντεχνίες ὑπῆρχαν καί ἑνώσεις συνεργατικῶν συνεταιρισμῶν, ὅπως ἡ «Συντροφιά τῶν Ἀμπελακίων», πού ἀριθμοῦσε  περί τά 6.000 μέλη καί στήν ὁποία ἀνῆκαν 22 κοινότητες τῆς Θεσσαλίας. Ἀντίθετα, στή Δύση ἔχουμε τά λεγόμενα συνδικάτα, τῶν ὁποίων μόνο μέλημα ἦταν πάντοτε ἡ οἰκονομική διάσταση ὡς ἕνα ξεκάρφωτο καί συχνά ζωῶδες μέγεθος. Τά συνδικάτα ἐκπροσωποῦσαν μίαν ἀπρόσωπη κοινότητα, χωρίς ταυτότητα, ἀλλά συχνά μέ κοινό χαρακτηριστικό τήν «ταμπέλα» καί τήν ἰδεολογική τοποθέτηση.

     Μέ αὐτά τά κριτήρια ἡ Ἀνατολή καί ἡ Δύση ἦταν -σήμερα πράγματι δύσκολα διακρίνουμε ἀκόμα τήν Ἀνατολή σέ ἀντιδιαστολή μέ τή Δύση-    μία ἰδιαίτερη στάση καί τρόπος ζωῆς πάνω στά διάφορα κοινωνικά, προσωπικά καί θρησκευτικά γεγονότα. Στήν Ἀνατολή κυριάρχησε ὁ προσωπικός χαρακτήρας σέ ὅλες τίς ἐκδηλώσεις, ἐνῶ στή Δύση ὁ ἀτομισμός καί ἡ εὐδαιμονία. Ἡ Δυτική ἀντίληψη γιά τή ζωή διέπεται ἀπό τόν ὀρθολογισμό, τοῦ ὁποίου ἔκφραση εἶναι ἡ φιλοσοφία,  ἡ φιλαυτία, δηλαδή ἡ ἀγάπη γιά τόν ἑαυτό μας καί ὁ περιορισμός στά ὅρια τοῦ ἀνθρώπινου ἐγώ, καί ἡ εὐδαιμονική ἀντιμετώπιση τῆς καθημερινῆς ζωῆς. Ἡ ἀναζήτηση δηλαδή τῆς ἀτομικῆς εὐτυχίας ἀδιαφορῶντας σχεδόν πάντοτε γιά τό σύνολο, γιά τήν ἀνθρώπινη κοινότητα (οἱ Η.Π.Α εἶναι ἡ μόνη  χώρα πού δέν ἔχει ὑπογράψει ἀκόμη  τή συνθήκη γιά τήν προστασία τοῦ περιβάλλοντος).

 

ΤΟ  ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΟ  ΠΡΟΒΛΗΜΑ

     Ἀλλά τό πιό σημαντικό σέ ὅλη αὐτήν τήν παράθεση εἶναι νά κατανοήσουμε τή σημερινή ψυχολογική πραγματικότητα.

     Στ’ ἀλήθεια οἱ δυνατότητες πού ὑπάρχουν σήμερα νά δοθεῖ κάποια ἀπάντηση στά ὑπαρξιακά προβλήματα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι πρακτικά δύο: ἡ μεταφυσική καί ἡ ἐπιστημονική ἀπάντηση. Καί οἱ δύο κινοῦνται στό πλαίσιο τῶν προβληματισμῶν πού δημιούργησε τό Δυτικό πολιτισμικό μοντέλο καί  βρίσκονται ἐκτός  τῆς «Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης», ὅπου τό ὑπαρξιακό πρόβλημα δίνει τή θέση του στήν ἡσυχαστική παράδοση τῆς ἤρεμης ἐπικοινωνίας μέ τό θεῖο τῶν ἀπεριόριστων δυνατοτήτων.

     Ἀπό τόν περασμένο αἰῶνα ἤδη, μέ τὴν ἐκρηκτική ἀνάπτυξη τῶν θετικῶν, κυρίως, ἐπιστημῶν, φάνηκε ὅτι βρέθηκε ἡ ἐπιστημονική λύση τοῦ ὑπαρξιακοῦ  προβλήματος. Κατά τή διάρκεια τοῦ 20οῦ, ὅμως,  αἰῶνα, αὐτή ἡ ἐπιστημονική ἐπανάσταση, ἐνῶ θεοποιήθηκε, ὑποχρεώθηκε σέ  κάποια ὑποχώρηση, καθώς ἄφηνε ἀναπάντητα βασικά ὑπαρξιακά ἐρωτήματα. Ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ἐπιστημονικῆς ἀδυναμίας ἦταν νά παρατηρηθεῖ ξανά μία στροφή πρός μεταφυσικές λύσεις. Ἔτσι παρατηρήθηκε τό παράξενο μεῖγμα τῶν ἀστρολόγων, τῶν κάθε λογῆς μέντιουμ καί παραψυχολόγων, νά συμβαδίζουν μὲ τήν τελευταία λέξη τῆς ἠλεκτρονικῆς τεχνολογίας. Σήμερα βλέπουμε δίπλα στά βιονικὰ πρότυπα, ἱεροκήρυκες, μάντεις, ταχυδακτυλουργούς καί φαινόμενα «Γκέλερ», νά μαγνητίζουν τόν ἐκσυγχρονισμένο ἄνθρωπο.

     Ἀλλά ὁ Δυτικός «πολιτισμένος» ἄνθρωπος, εἶχε ἀπορρίψει τίς μεταφυσικές ἑρμηνεῖες τοῦ κόσμου ἤδη ἀπό τήν ἐποχή τῆς Ἀναγέννησης. Δὲν ἦταν δυνατό σέ μία ἐποχὴ πού οἱ γνώσεις καί οἱ δυνατότητές του ἀπογειώνονταν, νά  ἀποδεχτεῖ  μεταφυσικές ἑρμηνεῖες τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου. Καί πράγματι, ἀπό τό τέλος τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνα, καταβάλλεται μία κολοσσιαία προσπάθεια μέ σκοπό νά πραγματοποιηθεῖ μία νέα διανοητική ἐπιστημονική σύνθεση πού νά ἱκανοποιεῖ καί  συγχρόνως νά ἠρεμεῖ τίς ἔμφυτες ἀνησυχίες τοῦ ἀνθρώπου. Ἐδῶ εἶναι καί  τό  πιό κρίσιμο σημεῖο τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, στό ὁποῖο  ἴσως ἡ δικιά μας παράδοση κληθεῖ νά παίξει σημαντικό ρόλο. Ἡ ἐπιστημονική καί τεχνολογική « μεταφυσική»,  εἶναι τό ἀποκορύφωμα, πού δείχνει καί τὴν πραγματική  διάσταση μίας  ἐσωτερικῆς «ἀποστασίας» τοῦ σύγχρονου πολιτισμοῦ. Ἐδῶ φαίνεται καί ἡ μεγάλη σημασία αὐτοῦ ποὺ  μποροῦμε νά ἀποκαλέσουμε  «Ὀρθόδοξο Δρόμο».

     Το  μεγάλο ἀτοὺ τοῦ Δυτικοῦ ἀνθρώπου, ὅπως προαναφέραμε, εἶναι ἡ ἀπίστευτη διόγκωση τῶν «πάσης φύσεως» γνώσεών του σέ πεδία πού γιά ἄλλες ἐποχές  θα ἄγγιζαν τά ὅρια τοῦ φανταστικοῦ. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι αὐτές οἱ γνώσεις ἔχουν ὡς συνέπεια τήν προσέγγιση τῆς φυσικῆς πραγματικότητας μέ διαρκῶς μεγαλύτερη ἀκρίβεια, λιγότερες ἁπλουστεύσεις καί ἁπλοποιήσεις. Ὅμως, ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς ἐξελίξεως, ἔγινε φανερή ἡ μή μηχανιστική  δομή  τοῦ κόσμου, το ἀπέραντο  τοῦ σύμπαντος γενικά, καί εἰδικότερα τοῦ ἴδιου τοῦ ἀνθρώπου. Κάθε φορά πού ἐπιτυγχανόταν  μία ἐπιστημονική κατάκτηση καί μία ἐπιστημονική ἑρμηνεία, παράλληλα, ἀνοιγόταν  ἕνα νέο ἄγνωστο πεδίο ἔρευνας.  Αὐτή ἡ διαπίστωση  σταδιακά ἄνοιξε ξανά χῶρο γιά τίς νέες μεταφυσικές προσεγγίσεις τοῦ ὑπαρξιακοῦ προβλήματος, χῶρος ὅμως πού γιά πολλούς ἐπιτείνει τό σύγχρονο ψυχολογικό πρόβλημα.

     Ὁ χῶρος αὐτός ἀποτελεῖ σήμερα τή μεγάλη πρόκληση γιά τή σύγχρονη παγκόσμια ἀντίληψη. Ἡ προσπάθεια προσπελάσεως καὶ κάλυψής του πραγματοποιεῖται ἀπό πολλές  κατευθύνσεις μέ σημαντικότατα μέσα καί τεράστιους προϋπολογισμούς. Πρόκειται γιά μία προσπάθεια πού ἀγγίζει σχεδόν ὅλες τίς πλευρές τῶν ἐπιστημῶν, τῶν θετικῶν καί τῶν ἀνθρωπιστικῶν, μέ σκοπό τό κενό αὐτό νά μελετηθεῖ διεξοδικά. Στά περιεχόμενα τῆς προσπάθειας αὐτῆς περιλαμβάνεται  ἡ ἴδια ἡ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου καί  ἡ ἔντονη ἐπιθυμία του γιά ἀθανασία (τό αἰώνιο μεταφυσικό πρόβλημα, στό ὁποῖο  ἀκριβῶς ὀφείλεται καί ἡ  τεράστια ἀνάπτυξη τῆς γονιδιακῆς ἐπιστήμης). Γιά ὅλα αὐτά βέβαια ἀπαιτεῖται μία αὐτόνομη καί ἐξειδικευμένη ἐργασία. Ἐπειδή στοχεύει στήν ἀντιμετώπιση τοῦ ὀντολογικοῦ προβλήματος τοῦ πολιτισμοῦ καί ἐπειδή ἀπαιτεῖ  τεράστια κεφάλαια πού πρέπει νά δικαιολογηθοῦν, δέν ἀπασχολεῖ μόνον τήν ἐπιστημονική κοινότητα ἀλλά παράλληλα ἐκλαϊκεύεται, ἐμπορευματοποιεῖται καί προσφέρεται στό εὐρύ κοινό. 

     Ἔτσι, τά τελευταία χρόνια ἔχει γίνει μία συστηματική καί εὐρύτατη προσπάθεια ἐνημέρωσης τοῦ  κόσμου σχετικά μέ τό ἔργο ποὺ γίνεται γιά τήν ἐπίλυση τοῦ ὑπαρξιακοῦ προβλήματος καί τίς προοπτικές πού διανοίγονται. Πρός τόν σκοπό αὐτόν ἔχουμε μία  ἐκδοτική ἔκρηξη βιβλίων σχετικῶν  μέ αὐτά τά θέματα. Ὁ ρόλος αὐτῶν τῶν ἐκδόσεων ἀλλά καὶ οἱ ἀρκετά ἀκριβὲς τιμές τῶν βιβλίων αὐτῶν, πού φανερώνουν ὅτι ἔχουν μεγάλη ζήτηση,  δείχνουν ὅτι δέν πρόκειται γιά τυχαῖο γεγονός. Πρόκειται γιά βιβλία πού, σέ παγκόσμιο ἐπίπεδο, ἐπιχειροῦν νά ἁπλοποιήσουν τήν αἰχμή τῆς σύγχρονης ἐπιστημονικῆς ἔρευνας στούς τομεῖς τῆς κοσμολογίας, τῆς φυσικῆς, τῆς βιολογίας, τῆς ἀνθρωπολογίας καί τῆς πληροφορικῆς. Ἐξετάζουν πολύ «προχωρημένα» θέματα, τά ὁποῖα ἁπλοποιοῦν, γιά νά τά προσφέρουν, συνήθως, μέ εὔληπτο καί ἑλκυστικὸ τρόπο στὸ σύγχρονο ἀναγνώστη. Δέν προϋποθέτουν ἐξειδικευμένες γνώσεις, ἀλλά ὁπωσδήποτε ἀπαιτοῦν κάποιου εἴδους πανεπιστημιακής μόρφωσης.

     Τά θέματα αὐτά, μὲ τὰ ὁποία ἀσχολοῦνται καὶ παρουσιάζουν, ξεφεύγουν τελείως ἀπό τήν καθημερινή ἐμπειρία. Συζητοῦνται ἐπίτηδες πράγματα καί καταστάσεις, πού φαίνονται ἀπίστευτα καί ὅμως παρουσιάζονται ὡς πραγματικά, ὅπως γιά παράδειγμα ἡ προσέγγιση τοῦ θέματος τῆς ἄμεσης παρουσίας ἐξωγήινων καί οἱ ἐπιπτώσεις πού αὐτό τό θέμα μπορεῖ νά ἔχει πάνω στίς ἀνθρώπινες ὑποθέσεις. Μέ τίς συνεχεῖς ὅμως ἁπλουστεύσεις τους σέ συνδυασμό μὲ τήν ἐμπορευματοποίησή τους, (βλέπε πρίν ἀπό μερικά χρόνια τήν τεράστια ἐπιτυχία τοῦ ἔργου «Ὁ ἐξωγήινος») χάνουν τελικά τόν ἐπιστημονικό τους χαρακτήρα, λαμβάνουν   δημοσιογραφική  διάσταση καί μερικές φορές πλησιάζουν τά ὅρια τῆς ἐπιστημονικῆς φαντασίας.

     Ὁ κύριος στόχος  καί ἡ ἐξήγηση  γιατί γίνονται ὅλα αὐτά, μέ αὐτόν τόν τρόπο -ἐδῶ εἶναι καί τό «ζουμί» τῆς ὑπόθεσης- εἶναι ἡ προσπάθεια νά παρουσιαστεῖ ἡ ἄποψη, ὅτι ὁ κόσμος καί ὁ ἄνθρωπος μποροῦν νά ἐξηγηθοῦν μέ τήν πολυπλοκότητα καί τήν ὁμοιομορφία πού παρουσιάζουν, χωρίς τήν ἀνάγκη νά καταφύγουμε στήν ὕπαρξη μίας ὑπέρτατης -πάνω ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο- καὶ συνεπῶς ἀνεξέλεγκτης μεταφυσικῆς ἀρχῆς.  Γιά τόν σκοπό αὐτό χρησιμοποιοῦνται θεωρίες καί ἀπόψεις ἐκλεπτυσμένες, περίπλοκες, συχνά δυσνόητες καί ἔξω ἀπό τήν καθημερινή ἐποπτεία καί ἐξαιρετικά δύσκολο νά ἐπαληθευτοῦν,  ἀνθρωπόμορφων τεράτων.  

     Ἐδῶ φτάνουμε στό σημαντικότερο σημεῖο αὐτοῦ τοῦ ἄρθρου. Εἶναι ἀνάγκη νά διαπιστώσουμε καί νά παραδεχτοῦμε ὅτι τό βασικό καί κύριο χαρακτηριστικό αὐτῆς τῆς κατεύθυνσης, αὐτῆς τῆς σύγχρονης παγκοσμιοποιημένης τάσης, εἶναι πώς οἱ διάφορες θέσεις στίς ὁποῖες καταλήγουν οἱ σύγχρονες ἐπιστημονικές θεωρίες καί ἀποκαλύψεις,  παραδέχονται ἀναπόφευκτα  μία ὑπέρτατη ἀρχή,  πού ἑρμηνεύεται ὅμως μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε νά διαχωρίζεται ἀπό τή Δημιουργία. Στό τέλος πρεσβεύουν ἕνα Θεό-δημιούργημα, ὑπεράνω τοῦ Δημιουργοῦ, ἕνα «ἀποδεικτικό Θεό», κάτω ἀπό τά ἀνθρώπινα ἐπιστημονικά καί διανοητικά ἐπιτεύγματα. Βέβαια, ἡ προσπάθεια αὐτή  δέν εἶναι καθόλου εὔκολη, καθώς βρίσκεται ἀντιμέτωπη μέ πολλές ἀντιφάσεις καί ἐννοιολογικά χάσματα. Τά τελευταία ὅμως χρόνια ἔχουν ἐντατικοποιηθεῖ οἱ προσπάθειες ἀπαλείψεως κάθε «θεολογικῆς» προοπτικῆς στούς τομεῖς τῆς σύγχρονης κοσμολογικῆς ἔρευνας. Ἐκεῖ ὅμως πού ἴσως σκοντάφτουν, εἶναι ἕνα αἰώνιο -χωρίς ἀρχή καί τέλος- σύμπαν,  πού ἀποτελεῖ  τό δυσκολότερο θέμα γι’ αὐτό τό κίνημα. Γι’ αὐτό ἡ κορυφή τῆς ἐπιστημονικῆς γνώσης αὐτονομήθηκε τελείως ἀπό τόν πνευματικό ἀγῶνα γιά ἐσωτερική ὁλοκλήρωση καί, μέ τήν πολυπλοκότητα πού ἀπέκτησε, ἔγινε πρακτικά προσιτή μόνο σ’ ἐκείνους πού θέλουν νά κινοῦν τά παγκόσμια νήματα. Ἔτσι ὁδηγηθήκαμε στό σημεῖο τῆς θεωρίας γιά τή δημιουργία τοῦ σύμπαντος, ἀπόντος, ὅμως, τοῦ Δημιουργοῦ.

     Ἐδῶ  εἶναι καί τό ἐπίμαχο σημεῖο τῆς σημερινῆς ἐποχῆς. Ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου γιά ἐπιστημονική  καί τεχνολογική τελείωση, γιά βελτίωση  του βιοτικοῦ του ἐπιπέδου, γιά ψυχική ἀνάταση, φέρνει μέσα της καί, ἀσχέτως τῶν τυχόν ἀγαθῶν προθέσεων πολλῶν ἐρευνητῶν, μία σκοτεινή  καί ἀρνητική διάσταση  μέ συγκεκριμένο ὅμως σκοπό. Εἶναι ἴσως αὐτό πού  ἔχει προφητευθεῖ ὡς «Ἀντίχριστος». 

     Ὁ  ἐκσυγχρονιστικός ἄνθρωπος ἀδυνατεῖ νά κατανοήσει ὅτι, μέ τίς κατευθύνσεις πού λαμβάνει ἡ σύγχρονη ἐπιστήμη, θά ἀποδειχθεῖ τραγωδία, ἄν δέ συνδυαστεῖ μέ τήν κατάλληλη προσπάθεια ἐσωτερικῆς ὁλοκλήρωσης. Ἀλλιῶς, ὑπάρχει ὁ ἄμεσος κίνδυνος νά διευρυνθεῖ ἡ ἠθική ἀποτυχία τῆς κοινωνίας μας καί νά μεγαλώσει τό χάσμα τῆς ἀσυνεννοησίας μεταξύ τῶν ἀνθρώπων. Τότε λοιπόν  θά ἐπέλθει καί  ἡ ὁριστική καταστροφή.

     Ἐκεῖ ἀκριβῶς ἔρχεται τό μεγάλο ἐσωτερικό μήνυμα τῆς « Ὀρθόδοξης Ἀνατολικῆς Παράδοσης». Ἡ χαμένη ἰσορροπία καί ἡ ὁλοκληρωτική ψυχική ἀλλοτρίωση, ἐπικρέμανται ἀπειλητικά πάνω ἀπό τόν πλανήτη.  Ἡ ἐπιστροφή στήν ἁγιοποιητική πορεία τοῦ ἀνθρώπινου γένους, εἶναι ἴσως ἡ μοναδική λύτρωση ἀπό τό διαφαινόμενο ἀδιέξοδο, ἕνα μήνυμα πού  δέ θά πρέπει νά χαθεῖ, πρᾶγμα ὅμως δύσκολο, καθώς  βρίσκεται σέ μία φάση κατάρρευσης μετά ἀπό μία διαδικασία φθορᾶς πολλῶν αἰώνων.

     Οἱ ἅγιοι ὅμως δέν ἔπαψαν νά γεννιοῦνται καί αὐτό εἶναι ἴσως ἡ μεγαλύτερή μας ἐλπίδα.

ΝΙΚΟΣ  ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ