Η Ελλάδα υπέρ της παρουσίας του σταυρού στις σχολικές αίθουσες

Η  κυβέρνηση της Ιταλίας άσκησε έφεση σε απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), προκειμένου να ανατραπεί η απαγόρευση παρουσίας σταυρού στις σχολικές αίθουσες.

 

Οι δικαστές στο Στρασβούργο είχαν κρίνει το 2009 ότι ο σταυρός μπορεί εύκολα να ερμηνευθεί από τους μαθητές όλων των ηλικιών ως θρησκευτικό σύμβολο, σύμβολο που μπορεί να ενοχλήσει μαθητές άλλων θρησκευμάτων ή άθεους.

 

Από την πλευρά της, η Ιταλία δήλωνε ότι ο σταυρός αποτελεί και σύμβολο της χώρας.

 

Στην υπόθεση αυτή  δέκα χώρες έχουν το ρόλο «τρίτου μεσολαβητή». μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα η οποία προέβη σε κοινή παρέμβαση υπέρ της Ιταλίας στην οποία συμμετέχουν επίσης η Κύπρος, ο Άγιος Μαρίνος, η Αρμενία, η Βουλγαρία, η Λιθουανία, η Μάλτα, το Μονακό, η Ρουμανία και η Ρωσία ,

 

«Οι χώρες έχουν το δικαίωμα να προσδιορίζονται σε σχέση με μια θρησκευτική κληρονομιά» δήλωσε ο σύμβουλός τους, ο καθηγητής του αμερικανικού δικαίου Τζόζεφ Ουέιλερ, λέγοντας ότι το σύμβολο του σταυρού υπάρχει σε σημαίες και νομίσματα.

 

Στο δικαστήριο του Στρασβούργου είχε προσφύγει αρχικά η Ιταλίδα μητέρα Σόλιε Λάουτσι, η υπόθεση της οποίας είχε απορριφθεί από τη Δικαιοσύνη της χώρας της.

 

Ο συνήγορός της Νικόλα Παολέτι είχε υποστηρίξει ότι «στα σχολεία που είναι δημόσια τα παιδιά πιστεύουν ότι το κράτος ταυτίζεται με αυτήν την πίστη και, αν δεν είναι καθολικών πεποιθήσεων, μπορεί να αισθάνονται μειονότητα και να υποφέρουν».

 

Το δικαστήριο με την πρωτόδικη απόφασή του έκρινε τότε ότι η παρουσία του σταυρού στα δημόσια σχολεία είναι «αντίθετη με το δικαίωμα των γονιών να αναθρέψουν τα παιδιά τους σύμφωνα με τις πεποιθήσεις τους και με το δικαίωμα των παιδιών στην ελευθερία της έκφρασης».

 

Η ιταλική εφημερίδα  Corriere della Sera εκτιμά ότι η απόφαση που έλαβε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σύμφωνα με την οποία απαγορεύεται να υπάρχουν σταυροί στις σχολικές αίθουσες της Ιταλίας: δημιούργησε ένα είδος εθνικής ενότητας για την υπεράσπιση του συμβόλου.  “Η απόφαση του Δικαστηρίου του Στρασβούργου έχει προκαλέσει ένα μικρό θαύμα: έχει δημιουργήσει ένα είδος εθνικής ενότητας για την υπεράσπιση του συμβόλου του χριστιανισμού”, γράφει ο αρθρογράφος Μάσιμο Φράνκο.

Η ιταλική Δεξιά, που πρόσκειται στην Kαθολική Εκκλησία, καταφέρθηκε όπως ήταν φυσικό εναντίον της απόφασης, όμως και ο αρχηγός του αντιπολιτευόμενου Δημοκρατικού Κόμματος (PD) Πιερλουίτζι Μπερσάνι δήλωσε επίσης ότι “η κοινή λογική έπεσε θύμα του δικαίου” και το άλλο κόμμα της αντιπολίτευσης, η Ιταλία των Αξιών (Idv), κατήγγειλε “μια λανθασμένη απάντηση στην απαίτηση για λαϊκότητα”.

“Αυτές οι θέσεις μεταφράζουν μια προσέγγιση που χαρακτηρίζεται από μια ευαισθησία οι ρίζες της οποίας πηγαίνουν πιο μακριά από πολιτικές, ακόμα και θρησκευτικές πεποιθήσεις”, σημειώνει ο Φράνκο.

“Η παρενέργεια που μπορεί να έχει το “όχι” του Δικαστηρίου είναι να δώσει περισσότερη τροφή στους σκληροπυρηνικούς” της Καθολικής Εκκλησίας, προσθέτει ο Φράνκο.

Η εφημερίδα Stampa εκτιμά από την μεριά της ότι, “αν μια θρησκεία είναι δυνατή, αν έχει πίστη στις δυνατότητές της να αφυπνίσει την πίστη, τότε δεν έχει ανάγκη μιας ειδικής προστασίας” όπως ζητούν κάποιοι εκπρόσωποι της ιταλικής Δεξιάς που προτείνουν να εισαχθούν οι ιταλικές, χριστιανικές ρίζες της Ιταλίας στο Σύνταγμα της χώρας.

Η απόφαση του Στρασβούργου έχει διχάσει καθολικούς και λαϊκούς και στην Ισπανία. Οργανώσεις ιδιωτικών σχολείων εξεγέρθηκαν εναντίον της απόφασης που χαρακτηρίζουν “απαράδεκτη και απροσδόκητη”, ενώ εκτιμούν ότι “αν κάτι τέτοιο συνέβαινε στην Ισπανία θα έπρεπε να διαδηλώσουμε έντονα”.

“Η Ιταλία δεν μπορεί να διαχωριστεί από την πίστη της, διότι είναι η κοιτίδα του καθολικισμού”, δήλωσε ένας αξιωματούχος. Στον αντίποδα η Ισπανική Ενωση Λαϊκών εκτιμά σε ανακοίνωση Τύπου της ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο “τίμησε το όνομά του” και ζήτησε από την ισπανική κυβέρνηση να εμπνευστεί από αυτή την απόφαση και να ζητήσει την άμεση απόσυρση των θρησκευτικών συμβόλων από τα δημόσια κτίρια για να “δώσει τέλος στον αναχρονισμό”.

Λίγους μήνες πρίν έντονες αντιδράσεις είχε προκαλέσει η πρόταση περιφερειακής υπουργού της Γερμανίας -η πρώτη γυναίκα τουρκικής καταγωγής που έχει αναλάβει μια τέτοια θέση- να αποσυρθούν οι σταυροί από τα δημόσια σχολεία.

Η ίδια δέχθηκε ακόμα και βέλη από στελέχη του κόμματος στο οποίο ανήκει, των Χριστιανοδημοκρατών (CDU).

«Τα χριστιανικά σύμβολα δεν έχουν θέση στα δημόσια σχολεία» δήλωσε η Αϊγκιούλ Οζκάν,  υπουργός Κοινωνικών Υποθέσεων του ομόσπονδου κρατιδίου της Κάτω Σαξονίας (κεντρική Γερμανία) σε συνέντευξή της που δημοσιεύεται από το εβδομαδιαίο περιοδικό Focus.

«Το σχολείο πρέπει να είναι ένας ουδέτερος χώρος» πρόσθεσε διευκρινίζοντας ότι ούτε η μαντίλα έχει θέση σε μια αίθουσα διδασκαλίας.

Η 38χρονη Οζκάν είναι η πρώτη τουρκικής καταγωγής υπουργός στη Γερμανία.

«Τα θρησκευτικά σύμβολα, ιδιαίτερα ο σταυρός, θεωρούνται από την περιφερειακή κυβέρνηση ένδειξη μιας εκπαίδευσης που έχει τη σφραγίδα της ανεκτικότητας, με υπόβαθρο τις χριστιανικές αξίες» δήλωσε, από την πλευρά του, ο πρωθυπουργός της Κάτω Σαξονίας Κρίστιαν Βουλφ.

Αλλες αντιδράσεις ήταν πολύ πιο έντονες. Ο υπεύθυνος στην κοινοβουλευτική ομάδα των Χριστιανικών Ενώσεων για θέματα κοινωνικής ένταξης Στέφαν Μίλερ, ο οποίος προέρχεται από τη Χριστιανική Κοινωνική Ένωση (CSU), τον πιο συντηρητικό κλάδο της CDU στη Βαυαρία, δήλωσε ότι οι θέσεις της Οζκάν «αποκκλίνουν σε τέτοιο βαθμό που προκαλεί τρόμο».

«Πολιτικοί αξιωματούχοι που θα ήθελαν να απαγορεύσουν τους σταυρούς στα σχολεία, πρέπει να σκεφτούν αν έχουν πραγματικά θέση σε ένα χριστιανοδημοκρατικό κόμμα» πρόσθεσε.

Ο «κύκλος των στρατευμένων χριστιανών» του κόμματος της Γερμανίδας καγκελάριου Ανγκελα Μέρκελ ήταν ακόμη πιο κατηγορηματικός και υποστήριξε ότι «η εμπειρία να γίνει μια μουσουλμάνα υπουργός της CDU στην Κάτω Σαξονία μοιάζει να έχει αποτύχει πριν ακόμη αρχίσει».

Σύμφωνα με τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης, η υπουργός έχει δεχθεί απειλές κατά της ζωής της και έχει τεθεί υπό αστυνομική προστασία.

Η Οζκάν δέχτηκε πάντως και κάποια στήριξη στους κόλπους της CDU. Ο υπουργός αρμόδιος για την κοινωνική ένταξη στη Βόρεια Ρηνανία – Βεστφαλία (δυτική Γερμανία) Αμίν Λάσετ είπε ότι ο διορισμός της Οζκάν αποτελεί μια ένδειξη που αυξάνει την αξιοπιστία της CDU στον τομέα της κοινωνικής ένταξης.