Δημοσιεύσεις ετικέτας «ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ»

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

  Εἶ­πε ὁ γε­ρω–Κων­στάν­τιος ἀ­πό τό Κου­τλου­μου­σια­νό Κελ­λί τῶν Ἀρ­χαγ­γέ­λων, ὁ Γέ­ρον­τας τοῦ  π. Ρα­φα­ήλ: «Μέ ὁ­δη­γό τήν Πα­να­γί­α μας ἄς προ­χω­ρᾶ­με μέ­χρι νά πε­θά­νου­με ἐ­δῶ στό Ἅ­γιον Ὄ­ρος. Πρίν ἀ­πό μᾶς ἦ­ταν ἄλ­λοι, τώ­ρα ἐ­μεῖς, ἀρ­γό­τε­ρα ἄλ­λοι θά ἔρ­θουν, ἄν μεί­νη κα­λο­γε­ρι­κό τό Ἅ­γιον Ὄ­ρος. Ὅ­σο πά­ει χά­νει τό Ἅ­γιον Ὄ­ρος τήν ἡ­συ­χί­α του, τήν εὐ­λά­βεια πρός τά πα­λαι­ά, σέ ὅ,τι βρή­κα­με. Νέ­α παι­διά, νέ­ο πνεῦ­μα κομ­μέ­νο ἀ­πό τήν πα­ρά­δο­ση».

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

     Ο γε­ρω Ἀ­θα­νά­σιος, ἀ­πό τό Κελ­λί τοῦ Ἁ­γί­ου Κλή­μεν­τος, γνώ­ρι­σε πα­λαι­ά στά Καυ­σο­κα­λύ­βια ἀ­σκη­τές πού περ­νοῦ­σαν ὅ­λη τήν ἑ­βδο­μά­δα μέ ἐ­νά­τη, χω­ρίς λά­δι· μό­νον τό Σαβ­βα­το­κύ­ρια­κο κα­τέ­λυ­αν.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

   Εἶ­πε Γέρων: «Οἱ πα­λαι­οί πα­τέ­ρες ἐ­δῶ στήν Σκή­τη Ξε­νο­φῶν­τος, ἐ­πει­δή ἦ­ταν πρῶ­τα στό Ρωσ­σι­κό, εἶ­χαν αὐ­στη­ρή κοι­νο­βια­κή γραμ­μή. Γιά νά πᾶς στόν γε­ί­το­να νά ζη­τή­σης ἕ­να ἐρ­γα­λεῖ­ο, ἔ­πρε­πε νά φο­ρᾶς κοντό καί τά μαλ­λιά νά τἄ­χης μα­ζε­μέ­να μέ­σα στό σκοῦ­φο.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Πα­λαι­ά στά Καυ­σο­κα­λύ­βια ὑ­πῆρ­χαν Γέ­ρον­τες εὐ­λα­βεῖς, ἐ­νά­ρε­τοι καί ἀ­γω­νι­στές. Ἔ­κα­ναν στό Κυ­ρια­κό μέ­χρι ἑ­ξῆν­τα ἀ­γρυ­πνί­ες ὁ­λο­νύ­κτι­ες τόν χρό­νο. Γε­ρον­τά­κια ὑ­πε­ρή­λι­κες ἔρ­χον­ταν μέ δυ­σκο­λί­α λό­γῳ γή­ρα­τος καί ἀ­σθε­νεί­ας, καί πε­ρί­με­ναν στό Κυ­ρια­κό μι­σή ὥ­ρα, μέ­χρι νά χτυ­πή­ση ἡ καμ­πά­να. Τη­ροῦ­σαν ἀ­λου­σί­α καί εὐ­ω­δί­α­ζαν. Με­τά τήν κοί­μη­σή τους, κα­τά τήν ἀ­να­κο­μι­δή, οἱ κά­ρες τους ἦ­ταν κα­τα­κί­τρι­νες

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Πα­λαιά, θυ­μᾶ­μαι, πή­γαι­νε κά­ποι­ος σ᾿ ἕ­να μο­να­στή­ρι, σ᾿ ἕ­να Κελ­λί, δο­κί­μα­ζε καί ἔ­με­νε, δέν ἔ­φευ­γε· κα­θό­ταν μέ­χρι τέ­λος. Βέβαια περ­νοῦ­σαν πει­ρα­σμο­ύς, ἀλ­λά ἔ­κα­ναν ὑ­πο­μο­νή. Σήμερα μέ τόν πα­ρα­μι­κρό πει­ρα­σμό φε­ύ­γουν. Ὕ­στε­ρα πα­ίρ­νουν ἕ­να ἐ­ρει­πω­μέ­νο Κελ­λί, γυ­ρί­ζουν στόν κό­σμο καί μα­ζε­ύ­ουν λε­φτά, τό φτει­ά­χνουν καί κά­νουν τήν ζωή τους. Αὐ­τό ὅ­μως δέν εἶ­ναι κα­λο­γε­ρι­κή.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Ἡ ἀ­πο­μά­κρυν­ση τοῦ μο­να­χοῦ ἀ­πό τόν κό­σμο καί ὁ πε­ρι­ο­ρι­σμός του στό Ἅ­γιον Ὄ­ρος εἶ­ναι ἕ­να σι­ω­πη­λό κή­ρυγ­μα γιά τόν κό­σμο. Καί νά θέ­λη ὁ μο­να­χός νά τό κρύ­ψη, νά κλε­ί­ση τό στό­μα του μέ κα­λά­ϊ, αὐ­τό δι­δά­σκει σι­ω­πη­λά. Σκέ­φτον­ται ὅ­τι ὁ μο­να­χός ἄ­φη­σε τά πάν­τα καί πῆ­γε στό Ἅ­γιον Ὄ­ρος καί ὅτι  γιά νά μέ­νη τό­σα χρό­νια σημαίνει ὅτι κά­τι βρῆ­κε.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

»Ὁ κα­θέ­νας εἶ­χε μί­α πε­τσέ­τα μέ τήν ὁ­ποί­α σκού­πι­ζε τό κου­τα­λο­πή­ρου­νό του. Τά τύ­λι­γε μέ­σα καί τά ἔ­βα­ζε κά­τω ἀπ᾿ τό τρα­πέ­ζι. Δέν εἶ­χε τό­τε χαρ­το­πε­τσέ­τες καί πλυ­σί­μα­τα. Οἱ πα­τέ­ρες εἶ­χαν πολ­λή ἀ­κτη­μο­σύ­νη. Με­ρι­κοί ἔ­κα­ναν ροῦ­χα ἀ­πό τσου­βά­λια. Κάποιοι πλέ­νον­ταν κά­θε δύ­ο–τρεῖς μῆ­νες, ἄλ­λοι ἀ­ραι­ό­τε­ρα, ἄλ­λοι πο­τέ. Γιά ἄ­σκη­ση δέν εἴχα­με σόμ­πες στά κελ­λιά. Μό­νο στό νο­σο­κο­μεῖ­ο εἶ­χαν μί­α σόμ­πα καί ἕ­να μαγ­κά­λι στήν Λι­τή. Ἐ­πί ἡ­γου­μέ­νου Παύ­λου ἔ­βα­λαν σόμ­πες στά κελ­λιά τους οἱ πα­τέ­ρες.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

»Πα­λαιά στοῦ Δι­ο­νυ­σί­ου εἶ­χαν τήν τά­ξη, ἄν ἐρ­χό­ταν τό κα­λο­κα­ί­ρι κα­νέ­νας ἡ­λι­κι­ω­μέ­νος καί τα­λαι­πω­ρη­μέ­νος ἀ­πό τήν ζέ­στη, νά τοῦ πλένουν τά πό­δια. Ὁ Ἀρ­χον­τά­ρης εἶ­χε αὐ­τό τό δι­α­κό­νη­μα. Τώρα χά­θη­κε αὐ­τή ἡ τά­ξη, ἡ κα­λο­γε­ρι­κή».

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

»Τόν θε­σμό τοῦ Γέροντος τόν εὐ­λα­βοῦν­το πο­λύ, ἐ­νῶ στήν ἡ­λι­κί­α θά μπο­ροῦ­σε νά εἶ­ναι καί ἐγ­γό­νι τους ὁ Ἡ­γο­ύ­με­νος. Ἐ­νῶ εἶ­χαν μι­σόν αἰ­ῶ­να καί πε­ρισ­σό­τε­ρο στήν κα­λο­γε­ρι­κή φέ­ρον­ταν στόν Γέροντα σάν νέ­α κα­λο­γε­ρά­κια.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Τότε στό Μο­να­στή­ρι μας οὔ­τε γλυ­κά εἴ­χα­με οὔ­τε τυ­λι­χτά, οὔτε φα­νέλ­λες κα­λο­και­ρι­νές, οὔτε κάλ­τσες κα­λο­και­ρι­νές. Τό μό­νο γλυ­κό στό Ἀρ­χον­τα­ρί­κι ἦ­ταν τό νε­ράν­τζι ἀ­πό τή νε­ραν­τζιά τοῦ Μο­να­στη­ριοῦ. Ἐ­πί­σης ἔ­κα­ναν καί κυ­δώ­νι πελ­τέ. Ὁ Ἀρ­χον­τά­ρης ἐ­μᾶς τούς νέ­ους, ἄν τοῦ ζη­τού­σα­με, μᾶς ἔ­δι­νε λί­γο. Ἄν ὅμως ἦταν Ἀρχοντάρης ὁ γερω Μητρο­φά­νης καί τοῦ ζη­τού­σα­με, ἔ­λε­γε μέ ἀ­πο­ρί­α: “Κύ­ρι­ε ἐ­λέ­η­σον! Κα­λό­γε­ρος καί γλυ­κό;”.

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τπδ-τκς). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Νά ἔ­χου­με στα­θε­ρό­τη­τα στόν ἀ­γῶ­να μας. Νά μήν εἴ­μα­στε σάν τόν χε­ί­μαρ­ρο, πού κα­τε­βά­ζει μία φο­ρά τό νε­ρό καί με­τά ξη­ρα­ί­νε­ται· ἔτσι δέν βρί­σκει ἕ­νας δι­α­βά­της νά πι­ῆ λί­γο νε­ρό».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τοζ-τπγ). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Ἕ­να νέ­ο μέ σο­βα­ρά ψυ­χο­λο­γι­κά προ­βλή­μα­τα τόν ἔ­φε­ρε στόν Γέροντα ἕ­νας φί­λος του, γιά νά τόν βο­η­θή­ση. Τόν ρώ­τη­σε ὁ Γέροντας: «Θυ­μᾶ­σαι ποι­ός λο­γι­σμός σέ τρέ­λα­νε;». Ἐ­κεῖ­νος δέν θυ­μό­ταν καί ὁ Γέροντας τοῦ εἶ­πε ἀ­κρι­βῶς τί λο­γι­σμό εἶ­χε πρίν νά ἀρ­ρω­στή­ση. Ἐ­ξέ­φρα­σε ὁ Γέροντας μία με­γά­λη ἀ­λή­θεια. Ὅ­τι δη­λα­δή οἱ λο­γι­σμοί οἱ ἐμ­πα­θεῖς ὄ­χι μό­νο μᾶς τρελ­λα­ί­νουν, ἀλ­λά καί μᾶς κο­λά­ζουν, ὅ­πως λέ­νε καί οἱ ἅ­γιοι Πα­τέ­ρες: «Εἷς λο­γι­σμός σώ­ζει καί εἷς λο­γι­σμός ἀ­πολ­λύ­ει».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τξς-τος). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Προ­σκυ­νη­τές με­τέ­φε­ραν στόν Γέροντα τά σχό­λια τῶν ἐ­φη­με­ρί­δων γιά τήν πτώ­ση κλη­ρι­κοῦ. Ἄκου­σε μέ προ­σο­χή, χω­ρίς νά τα­ρα­χθῆ καί νά πα­ρα­συρ­θῆ, καί μέ ἠ­ρε­μί­α καί τα­πε­ί­νω­ση ἀ­πάν­τη­σε: «Ἐ­γώ δέν ξέ­ρω τί ἀ­κρι­βῶς συ­νέ­βη, ἀλ­λά, ἄν ἔ­γι­ναν ὅ­πως μοῦ τά εἴ­πα­τε, φα­ί­νε­ται πώς ὁ Θε­ός λυ­πή­θη­κε τόν ἄν­θρω­πο αὐ­τόν, ἐ­πει­δή ἴσως εἶ­χε με­γά­λο ἐ­γω­ϊ­σμό, καί ἐ­πέ­τρε­ψε τήν πτώ­ση αὐ­τή μέ σκο­πό νά με­τα­νο­ή­ση καί νά σω­θῆ».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τνς-τξε). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Οἱ ἁ­πλοί ἄν­θρω­ποι πα­λαι­ό­τε­ρα μέ τήν ἁ­πλό­τη­τά τους κα­τέ­λη­γαν στήν γνώ­ση. Ἐ­νῶ σή­με­ρα μορ­φώ­νον­ται καί αὐ­τή τήν γνώ­ση τους τήν χρη­σι­μο­ποι­οῦν ἐ­κεῖ πού δέν ἁρ­μό­ζει. Βάζουν τήν λο­γι­κή ἐ­κεῖ πού δέν μπα­ί­νει, δέν βγα­ί­νει ἄ­κρη τε­λι­κά καί ἔ­τσι στό τέ­λος πέ­φτουν στήν πιό με­γά­λη ἄ­γνοι­α καί  πλά­νη».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τμζ-τνε). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Ὅ­ταν ὁ Θε­ός θέ­λη νά ἑλ­κύ­ση κά­ποι­ον κοντά Του, τοῦ δί­νει μία σο­κο­λά­τα, γιά νά τόν γλυ­κά­νη. Τότε ἡ ψυ­χή τρελ­λα­ί­νε­ται ἀ­πό τήν χα­ρά της καί πά­ει κοντά στόν Θεό. Μόλις ὁ Θε­ός τήν δέ­σει μα­ζί Του μέ­σῳ τοῦ ἁ­γί­ου φό­βου Του, τό­τε γιά πο­λύ και­ρό δέν τῆς δί­νει καμ­μία ἄλ­λη πα­ρη­γο­ριά. Ὅ­μως ὅλο αὐ­τό τό δι­ά­στη­μα ὁ Θε­ός ἑ­τοι­μά­ζει γιά τήν ψυ­χή ἐ­κε­ί­νη ὁ­λό­κλη­ρο ζα­χα­ρο­πλα­στεῖ­ο».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τλς-τμς). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Ὁ ἅ­γιος Χρυ­σό­στο­μος, ὅ­ταν κοι­μό­ταν, ἄ­να­βε ἕ­να κε­ρί καί τό ἔ­βα­ζε πά­νω σέ μία λα­μα­ρί­να. Κάρφωνε ἕ­να καρφί στό κε­ρί, ἀφοῦ κα­νό­νι­ζε πό­ση ὥ­ρα θά κά­νει νά φθά­ση ἡ φλό­γα στό καρφί. Με­τά ἔ­πε­φτε τό κα­ρφί στήν λα­μα­ρί­να καί ἀ­πό τό θό­ρυ­βο ξυ­πνοῦ­σε».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τκς-τλε). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Εἴ­τε σφάλ­λου­με εἴ­τε ὄ­χι, νά ζη­τοῦ­με συγ­χώ­ρη­ση, ὅ­ταν μᾶς ἐ­λέγ­ξουν. Ἔ­τσι τα­πει­νω­νό­μα­στε καί χα­ρι­τω­νό­μα­στε. Ἄν ἄ­δι­κα κα­τη­γο­ρού­μα­στε, ἄς ὑ­πο­μέ­νου­με τήν ἀ­δι­κί­α μέ χα­ρά νά ξε­πλη­ρώ­σου­με καμ­μί­α ἁ­μαρ­τί­α. Δι­ό­τι, ὅ­ταν ἤ­μα­σταν στόν κό­σμο, δέν λυ­πή­σα­με τούς γο­νεῖς, τά ἀ­δέλ­φια καί ἄλ­λους; Αὐ­τές οἱ ἁ­μαρ­τί­ες πῶς θά ξε­πλη­ρω­θοῦν; Μό­νο μέ τήν ἐ­ξο­μο­λό­γη­ση καί τήν συγ­χω­ρη­τι­κή εὐ­χή;».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τιη-τκε). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Τόν τα­πει­νό τόν προ­δί­δει ἡ χά­ρις τοῦ Θε­οῦ καί γί­νε­ται ἀ­γα­πη­τός. Γιά νά ἔλ­θη ἡ χά­ρις, πρέ­πει νά φύ­γη ὁ ἐ­γω­ϊ­σμός, ἡ ὑ­πε­ρη­φά­νεια, ἡ ζή­λεια, ἡ κε­νο­δο­ξί­α. Γιά νά φύ­γουν αὐ­τά, πρέ­πει νά τα­πει­νω­θοῦ­με. Καί γιά νά τα­πει­νω­θοῦ­με, πρέ­πει νά ὑ­πα­κού­ου­με, νά κό­ψου­με τό θέ­λη­μά μας».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τζ-τιζ). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Ὅ­ταν σέ συ­ναν­τή­ση ἕ­να φί­δι, πρῶ­τα σέ κοι­τά­ζει, σέ ψυ­χο­λο­γεῖ κα­λά καί, ἂν δῆ ὅ­τι ἔ­χεις τήν χά­ρι τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, ἔρ­χε­ται κον­τά σου, σέ νι­ώ­θει σάν ἀ­φέν­τη του, σέ γλύ­φει, σέ προ­σκυ­νά­ει, για­τί νιώ­θει τό Ἅ­γιο Πνεῦ­μα καί αὐ­τό. Ὅ­λα τά ζῶ­α τό νιώ­θουν. Ἂν ὅ­μως δέν τό ἔ­χης, σέ φο­βᾶ­ται, σέ ἀ­πο­στρέ­φε­ται καί φεύ­γει».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τα-τς). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Ἡ κρυ­φή ὑ­πε­ρη­φά­νεια δύ­σκο­λα κα­τα­λα­βαί­νε­ται. Βλέ­πει ὅ­μως κα­νείς ὅ­τι μέ­σα του δέν ἔ­χει ἐ­σω­τε­ρι­κή ἀ­νά­παυ­ση. Ὅ­ταν κα­νείς εἶ­ναι ἄρ­ρω­στος στό μυα­λό καί ὑ­πε­ρη­φα­νεύ­ε­ται, ὁ Θε­ός τοῦ δί­νει πα­ρη­γο­ριά καί χα­ρά, σάν κά­ποι­ο παι­δί, ἄρ­ρω­στο δι­α­νο­η­τι­κά, πού πί­στευ­ε ὅ­τι εἶ­ναι στρα­τη­γός καί χαι­ρό­ταν. Ὅ­ποι­ος ὅ­μως ἔ­χει κρυ­φή ὑ­πε­ρη­φά­νεια δέν αἰ­σθά­νε­ται ἐ­σω­τε­ρι­κή ἀ­νά­παυ­ση καί πα­ρη­γο­ριά. Μπο­ρεῖ νά ἀ­να­παύ­η κα­νείς ψεύ­τι­κα τόν λο­γι­σμό του, ἀλ­λά τήν συ­νεί­δη­σή του δέν μπο­ρεῖ νά τήν ἀ­να­παύ­ση, ἄν βέ­βαι­α δέν ἔ­χη πο­ρω­θῆ». Πρέ­πει με­τά τήν πνευ­μα­τι­κή δι­ά­γνω­ση, νά μή δέ­χε­ται τούς ἐ­παί­νους καί νά ἀ­πο­βάλ­λη κά­θε ἰ­δέ­α πού ἔ­χει γιά τόν ἑ­αυ­τό του. Ἄν δε­χθῆς ἕ­ναν ἔ­παι­νο γιά μί­α ἀ­ρε­τή πού ἔ­χεις, εἶ­ναι μι­σή ἁ­μαρ­τί­α, για­τί ὁ ἄν­θρω­πος δέν ἔ­χει τί­πο­τα κα­λό δι­κό του, ὅ­λα εἶ­ναι τοῦ Θε­οῦ Ἄν δέν τήν ἔ­χης κι­ό­λας, εἶ­ναι μι­ά­μι­ση ἁ­μαρ­τί­α

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (σκα-τ). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

      «Τά ὀ­στᾶ ἑ­νός Γέ­ρον­τος στήν Προ­βά­τα κα­τά τήν ἀ­να­κο­μι­δή ἦ­ταν κα­τα­κί­τρι­να καί εὐ­ω­δί­α­ζαν. Ὁ ὑ­πο­τα­κτι­κός του συν­τε­τριμ­μέ­νος ἐ­ξω­μο­λο­γή­θη­κε: ”Ἐ­γώ τόν ἁ­γί­α­σα. Ὅ­που μέ ἔ­στελ­νε τοῦ ἔ­λε­γα, “νά πᾶς ἐ­σύ”, δέν τοῦ ἔ­κα­να κα­θό­λου ὑ­πα­κο­ή. Πολ­λές φο­ρές τόν χτύ­πη­σα καί αὐ­τός τά ὑ­πέ­μει­νε ὅ­λα­”».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (σπ-σκ). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

 «Νά μήν ἀ­να­φέ­ρου­με κα­θό­λου τό ὄ­νο­μα τοῦ πει­ρα­σμοῦ. Σ᾿ ἕ­ναν Γέ­ρον­τα ἑ­κα­τόν χρό­νων ἐμ­φα­νί­στη­κε ὁ δι­ά­βο­λος, γιά ψύλ­λου πή­δη­μα, για­τί εἶ­πε: “Βρέ τόν πει­ρα­σμό”, καί τόν ρώ­τη­σε ὁ πει­ρα­σμός “­τί θέ­λεις”­, καί ἐ­κεῖ­νος ἔ­πα­θε σόκ».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (σο-σοθ). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

 «Ἀν­δρι­σμός εἶ­ναι νά ἔ­χη κα­νείς παλ­λη­κα­ριά μέ­σα του. Ὅ­σοι ἀ­να­δεί­χθη­καν με­γά­λοι (ἥ­ρω­ες κ.λπ.), εἶ­χαν με­γά­λη καρ­διά, ἦ­ταν παλ­λη­κά­ρια. Ἀν­δρι­σμός εἶ­ναι νά δί­νε­σαι ὁ­λό­κλη­ρος μέ ἐμ­πι­στο­σύ­νη στόν  Θεό­. Ἄν σοῦ πῆ μία κου­βέν­τα ὁ ἄλ­λος, δέν πει­ρά­ζει. Νά σκε­φτῆς: ”Ἐ­γώ πό­σες φο­ρές ἔ­σφα­λα;”. Εἶ­ναι παλ­λη­κα­ριά νά ση­κώ­νης ὅ,τι σοῦ λέ­νε. Αὐ­τός πού ἔχει ἀν­δρι­σμό, ἔ­χει καί ἀ­γά­πη καί ὁ Θε­ός τό ὑ­πο­λο­γί­ζει. Ὁ ἀν­δρι­σμός δέν εἶ­ναι βαρ­βα­ρό­τη­τα ἀλ­λά λε­βεν­τιά. Λε­βεν­τιά καί ὄ­χι κα­κο­μοι­ριά».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (σνη-σξθ). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

 «Μοὔ­λε­γε ἕ­νας κο­σμι­κός: “Ἐ­σεῖς οἱ κα­λό­γε­ροι οὔ­τε παι­διά κά­νε­τε οὔ­τε τί­πο­τε”. Καί τοῦ λέ­ω: Εὐ­λο­γη­μέ­νε, πό­σα παι­διά μπο­ρεῖς νά κά­νης ἐ­σύ; Δέ­κα, ἂς εἶ­ναι εἴ­κο­σι, ἂς εἶ­ναι τριά­ντα. Ὁ κα­λό­γε­ρος μπο­ρεῖ (μέ τήν προ­σευ­χή του) νά κά­νη 500 καί 5.000. Ἀκό­μα προ­σεύ­χε­ται γιά τά δι­κά σου παι­διά καί γιά νά μπο­ροῦν νά κά­νουν παι­διά ὅ­σα ἀν­δρό­γυ­να δυ­σκο­λε­ύ­ον­ται, νά, ὅ­πως ὁ ἅ­γιος Ἀρ­σέ­νιος».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (σνβ-σνζ). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Τόν π. Πορ­φύ­ριο τόν ἔ­χω δεῖ δύο τρεῖς φο­ρές. Σέ πολ­λούς πε­ρι­έ­γρα­ψε τό σπί­τι καί τό χω­ριό τους. Σέ ἄλ­λους ἀ­πε­κά­λυ­ψε ποῦ ὑ­πάρ­χει νε­ρό καί ἔ­σκα­ψαν καί τό βρῆ­καν. Σέ ἕ­ναν μέ τρί­α πτυ­χί­α τοῦ εἶ­πε ὅ­λα τά προ­βλή­μα­τα πού εἶ­χε καί τόν βο­ή­θη­σε πο­λύ, ἐ­νῶ ἄλ­λοι Πνευ­μα­τι­κοί δέν μπό­ρε­σαν νά τόν βο­η­θή­σουν. Κά­πο­τε περ­νών­τας ἀ­πό ἕ­να μέ­ρος, ὅ­που ἔ­σκα­βε μί­α μπουλ­ντό­ζα, εἶ­πε: “Προ­σέξ­τε, μέ­σα στό χῶ­μα εἶ­ναι ἕ­νας Σταυ­ρός. Προ­σέξ­τε νά μήν τόν σπά­σε­τε”».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (σν-σνα). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Ἦρ­θε πα­λαιά στῶν Ἰ­βή­ρων ἕ­νας νέ­ος ἄν­θρω­πος γιά μο­να­χός. Ἦ­ταν 35 ἐ­τῶν. Αὐ­τός εἶ­χε πά­ει στήν Ἀ­με­ρι­κή 18 ἐ­τῶν καί σάν παι­δί πού ἦ­ταν, βρῆ­κε ἐ­λευ­θε­ρί­α καί λε­φτά· ἔτσι ὅ­λη νύ­χτα γλεν­τοῦ­σε. Ὅ­σα λε­φτά ἔ­βγα­ζε, τά σπα­τα­λοῦ­σε στίς γυ­ναῖ­κες. Ὅ­ταν ὅ­μως ἔ­γι­νε 35 χρό­νων, ἀ­πο­γο­η­τεύ­τη­κε καί σκέ­φθη­κε: “Τί κά­νω; Μία τέ­τοι­α ζω­ή πού ζῶ ἐ­γώ, τήν ζῆ καί ἕ­να κτῆ­νος.

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (σμς-σμθ). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Κάποιος μο­να­χός φεύ­γει γιά εἴ­κο­σι μέ­ρες ἀπ᾿ τό Μο­να­στή­ρι του (ἰ­δι­όρ­ρυθ­μο) καί λέ­ει ὅ­τι θά πά­ει Θεσ­σα­λο­νί­κη. Ἀλ­λά αὐ­τός πη­γαί­νει σ᾿ ἕ­να πα­λαι­ό κα­μί­νι, κό­βει δύ­ο κλα­διά γιά σκε­πή καί κά­θε­ται μέ­σα εἴ­κο­σι μέ­ρες τρώ­γον­τας πα­ξι­μά­δι καί πί­νον­τας νε­ρό».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (σλς-σμε). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Κα­λύ­τε­ρα σπά­τα­λος πα­ρά φι­λάρ­γυ­ρος. Μέ τήν οἰ­κο­νο­μί­α θά πέ­σω ἔ­ξω. Γιά νά μοῦ φθά­σουν τά λου­κού­μια πού κερ­νοῦ­σα στόν κό­σμο, τά ἔ­κο­βα στά δύ­ο. Ἔ, τό­τε τά λου­κού­μια δέν μοῦ ἔ­φθα­ναν πο­τέ. Ὅ­ταν ἄρ­χι­σα νά πα­ρα­κα­λῶ τούς ἀν­θρώ­πους νά πά­ρουν καί δεύ­τε­ρο λου­κού­μι, ἔ, τό­τε εἶ­χα πε­ρίσ­σευ­μα ἀ­πό λου­κού­μια. Ὁ οἰ­κο­γε­νειά­ρχης ὅ­μως ἔ­χει ὑπο­χρέ­ω­ση χω­ρίς ἀ­γω­νί­α νά κά­νη οἰ­κο­νο­μί­ες γιά νά βο­η­θή­ση τά παι­διά του».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (σκη-σλε). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Τήν   δι­ά­κρι­ση  τήν  ἀ­πο­κτοῦ­με  τε­λευ­τα­ί­α.  Ἡ  δι­ά­κρι­ση εἶ­ναι ἡ κο­ρω­νί­δα τῶν ἀ­ρε­τῶν· εἶ­ναι τό στε­φά­νι πού προ­σφέ­ρει ὁ Θε­ός στούς ἀ­γω­νι­στές στό τέ­λος τῶν ἀ­γώ­νων. Ἐ­μεῖς νά προ­σπα­θοῦ­με νά ζοῦ­με σύμ­φω­να μέ τίς ἐν­το­λές τοῦ Θε­οῦ, καί Ἐ­κεῖ­νος θά μᾶς δώ­σει ὅ,τι μᾶς χρει­ά­ζε­ται γιά τήν σω­τη­ρί­α τῆς ψυ­χῆς μας».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τκζ-τκς). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Ἐ­νῶ στήν πνευ­μα­τι­κή ζωή προ­σπα­θεῖ κα­νε­ίς νά δῆ ὅ­λη τήν βρω­μιά πού ὑ­πάρ­χει μέ­σα του, στήν κο­σμι­κή ζωή προ­σπα­θοῦν νά τήν κα­λύ­ψουν μέ τό νά θέ­λουν νά φα­ί­νε­ται κα­λός ὁ ἐ­ξω­τε­ρι­κός ἄν­θρω­πος. Φτι­ά­χνουν κα­λο­ύ­πια ἐ­ξω­τε­ρι­κῆς συμ­πε­ρι­φο­ρᾶς, πού γί­νον­ται μο­νω­τι­κό ὑ­λι­κό, τοῖ­χος, καί δέν ἔρ­χε­ται μέ­σα ἡ θε­ί­α Χάρις».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (σκα-σκζ). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Μέ τήν ὑ­πε­ρη­φά­νεια, τόν ἐ­γω­ϊ­σμό εἶ­ναι εὔ­κο­λο νά πά­θη ζη­μιά κα­νείς. Βλέ­πεις ἀ­κό­μη καί στά φί­δια. Τήν ὀ­χιά εὔ­κο­λα τήν σκο­τώ­νεις. Ἐ­πει­δή ἔ­χει δη­λη­τή­ριο, ἔ­χει αὐ­το­πε­ποί­θη­ση· εἶ­ναι σί­γου­ρη γιά τόν ἑ­αυ­τό της κά­θε­ται ἐ­κεῖ, ση­κώ­νει τό κε­φά­λι, κου­νᾶ τήν γλῶσ­σα σάν ψα­λί­δι καί προ­κα­λεῖ. Ἔτσι προ­λα­βαί­νεις, πᾶς παίρ­νεις πέ­τρα καί τήν σκο­τώ­νεις. Ἐνῶ τά ἄλ­λα φί­δια, μό­λις τά δῆς, γλι­στροῦν καί φεύ­γουν».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (σιδ-σκ). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

σι­ς’

«Ἡ Ἐκ­κλη­σί­α εἶ­ναι ὅ­πως τό κα­ρά­βι. Ἄλ­λος κοι­μᾶ­ται, ἄλ­λος χα­ζεύ­ει. Αὐ­τό τρα­βᾶ τόν δρό­μο του. Ἄλ­λος πά­λι ἀ­γω­νί­ζε­ται, πα­λεύ­ει πά­νω μέ τά κύ­μα­τα. Ὅ­λοι μα­ζί προ­χω­ροῦν. Φθά­νει νά εἶ­σαι μέ­σα στήν Ἐκ­κλη­σί­α. Γι᾿ αὐ­τό νά φρον­τί­ζε­τε νά εἶ­στε πάν­τα στίς ἀ­κο­λου­θί­ες. Νά μή λεί­πε­τε».

Σελίδες