Ἡ ἐθνική ταυτότητα ὡς δίλημμα καί ὡς προοπτική

Τοῦ Πασχάλη Μ. Κιτρομηλίδη*

Ὁ ὅρος ἐθνική ταυτότητα σημαίνει τήν ἰδιότητα τοῦ μέλους ἑνός ἔθνους. Διαθέτω ἐθνική ταυτότητα σημαίνει διαθέτω ἐναργῆ ἐπίγνωση ὅτι ἀνήκω σέ μιά ἐθνική κοινότητα καί ἐπίσης ὅτι ἐπιθυμῶ νά συμμετέχω στήν κοινότητα αὐτή. Ἡ κατανόηση συνεπῶς τῆς ἐθνικῆς ταυτότητας ἐξαρτᾶταιἄμεσα ἀπό τό πῶς κατανοοῦμε τό ἔθνος, αὐτόν τόν πραγματικό ἱστορικό πρωταγωνιστή τῆς διαμόρφωσης τοῦ νεότερου καί σύγχρονου κόσμου. Ἡ ἀνέλιξη τῆς κοινωνικῆς καί πολιτικῆς θεωρίας ὡς πρός τόν ὁρισμό τοῦ ἔθνους ἀπό τόν Ernest Renan ὡς τούς σύγχρονους μεταμοντέρνους στοχαστές θέτει σοβαρές προκλήσεις καί στόν τρόπο πού ἀντιλαμβανόμαστε καί προσδιορίζουμε τήν ἐθνική ταυτότητα.Ὅπως γίνεται προφανές ἀπό αὐτές τίς εἰσαγωγικές παρατηρήσεις τό ζήτημα τῆς ἐθνικῆς ταυτότητας εὔκολα μπορεῖ νά ἀποβεῖ ἐπίμαχο καί ἐξ ἴσου εὔκολα μπορεῖ νά ἐμπλακεῖ σέ ἰδεολογικές ἀντιπαραθέσεις πού μᾶλλον συσκοτίζουν παρά συμβάλλουν στήν ἀναλυτική ἀποσαφήνισή του. Ὡστόσο θά μπορούσαμε νά ἐντοπίσουμε τουλάχιστον τά ἐπίπεδα ἐπί τῶν ὁποίων θά ἦταν ἐποικοδομητικό νά ἐπιχειρηθεῖ ἡπροσέγγιση τοῦ θέματος. Πιστεύω ὅτι τά ἐπίπεδα αὐτά εἶναι τρία: α. τό ἱστορικό, β. τό κανονιστικό, γ. τό πρακτικό, ἐκεῖνο δηλαδή τῶν πολιτικῶν μέ τίς ὁποῖες οἱ ὀργανωμένες κοινωνίες θά μποροῦσαν νά διαχειριστοῦν τό ζήτημα τῶν ταυτοτήτων τοῦ πληθυσμοῦ τους.

     Ὁ περιορισμένος  χῶρος με ὑποχρεώνει νά ἀναφερθῶ στήν ἐθνική ταυτότητα στά τρία αὐτά ἐπίπεδα  μᾶλλον ἀποφατικά μέ τή διατύπωση  ὁρισμένων ἀξιωματικῶν θέσεων, πού  θά μποροῦσαν φυσικά καί νά ἀμφισβητηθοῦν καί νά ἀναιρεθοῦν.

α. Σέ ἱστορικό ἐπίπεδο  ἡ μαρτυρία τῆς  ἐμπειρίας  τῆς  νεωτερικότητας ἀναδεικνύει  ἀνάγλυφα τό γεγονός ὅτι οἱ σύγχρονες  ἐθνικές  ταυτότητες πού ἐκφράζουν  τή φυσιογνωμία  τῶν  ὑπαρκτῶν ἐθνών  τοῦ κόσμου διαπλάστηκαν ἀπό τά νεώτερα ἐθνικά κράτη διά τῆς παιδείας καί τῆς καλλιέργειας τῆς ἐθνικῆς  ἰδεολογίας, κατά κανόνα καί διά  τῆς κολακείας τῆς συλλογικῆς  αὐταρέσκειας. Εἶναι ὅμωςἱστορικά ἀβάσιμο νά θεωρεῖται ἤ ἔστω  νά δημιουργεῖται ἡ ὑποψία ὅτι, ἐπειδή στίς σύγχρονες ἐκδοχές τους οἱ ἐθνικές ταυτότητες σφυρηλατήθηκαν ἀπό τά ἐθνικά κράτη τῆς νεωτερικότητας, ἀναδύθηκαν ἐκ τοῦ μηδενός. Οἱ ἐθνικές κοινότητες συνιστοῦν τίς σύγχρονες μορφές πού προσέλαβαν πληθυσμιακές συλλογικότητες, οἱ ὁποῖες εἶχαν προϋπάρξει ὡς πολιτισμικές κοινότητες στό παρελθόν. Αὐτές οἱπολιτισμικές κοινότητες προσδιορίζονται κυρίως ἀπό τή γλώσσα καί σέ ὁρισμένες περιπτώσεις ἀπό τή θρησκεία καί ἐπιτέλεσαν μακραίωνες διαδρομές στόν χρόνο πρίν μεταμορφωθοῦν σέ ὁμοιογενῆ πολιτικά καί πολιτισμικά σύνολα στούς κόλπους τῶν κρατῶν τῆς νεωτερικότητας.

β. Σέ κανονιστικό  ἐπίπεδο ἡ ἐθνική ταυτότητα θέτει  πιό ἀκανθώδεις προκλήσεις. Ὁ πολίτης  τοῦ σύγχρονου κόσμου καλεῖται νά  διαχειριστεῖ  πολλαπλές ταυτότητες καί  βρίσκεται συχνά  ἀντιμέτωπος μέ διλήμματα ὡς  πρός  την  ἠθική  ἱεράρχηση αὐτῶν τῶν  ταυτοτήτων και  τῶνὑποχρεώσεων πού συνεπάγονται. Ἡ ἐθνική ταυτότητα καί ἡ πρωταρχική νομιμοφροσύνη πρός τό ἔθνος καί  τά συμφέροντά του πού ἀπαιτεῖ δέν συμβιβάζεται πάντα με  μία  ἠθική οἰκουμενικῶν  ἀξιῶν, ὅπωςἀπαιτοῦν τά δικαιώματα τοῦ ἀνθρώπου καί ὁ σεβασμός τῆς ἑτερότητας καί τῆς διαφορᾶς. Μάλισταἑκάστοτε οἱ ἀπαιτήσεις νομιμοφροσύνης πρός τό ἔθνος πού ἐκ τῶν πραγμάτων κατατείνουν πρός τη λογική τῆς ἠθικῆς μερικότητας μπορεῖ νά δημιουργοῦν καταναγκασμούς πού να  ἀπειλοῦν τήνἐλευθερία τῆς ἀτομικῆς ἠθικῆς συνείδησης καί νά παρεμβάλλουν προσκόμματα στήν ἐπιτέλεση τῆς κατηγορικῆς προσταγῆς.

γ. Σέ ἐπίπεδο  πολιτικῶν  τέλος  τό ζήτημα τῆς  ἐθνικῆς  ταυτότητας, πού στο  πρόσφατο παρελθόνἀποτέλεσε  τό πρωταρχικό θεμέλιο  τῆς  συνοχῆς  τῶν  κοινωνιῶν, βρίσκεται σήμερα στο  ἐπίκεντρο  τῆς πρόκλησης  πού  θέτει   προς  το  κράτος ἀλλά  καί  προς  την  κοινωνία τῶν  πολιτῶν  ἡ ἀντιμετώπιση  τῆς  ἀνατροπῆς  τῶν  δημογραφικῶν ἰσορροπιῶν πού προέκυψε ἀπό τά μαζικά μεταναστευτικά φαινόμενα  μετά  το  τέλος  τοῦ  Ψυχροῦ  Πολέμου.

     Ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ  νά ὁλοκληρώσω αὐτή τή συνοπτική παρουσίαση τοῦ ζητήματος τῆς ἐθνικῆς  ταυτότητας μέ δυό ἐπισημάνσεις.

     Πρῶτον, ἡ πολιτική φρόνηση ἐπιβάλλει νά μήν ἀγνοεῖται  ἡ ἴδια ἡ ἀντιφατικότητα τῆς δημοκρατίας  πού πρέπει ν’ ἀποτελεῖ τήν ἀξιακή συνισταμένη τῶν προσεγγίσεων τῆς  σημερινῆς πρόκλησης. Ὁ σεβασμός τῆς δημοκρατίας ἐπιβάλλει νά μή ξεχνοῦμε ὅτι οἱ κοινωνικές πλειοψηφίες ἐπιζητοῦν καί περιβάλλουν μέ στοργή τίς ἐθνικές ταυτότητες πού νοηματοδοτοῦν ἀτομικές καί συλλογικές ὑπάρξεις καί προσφέρουν πυξίδες ἀναγνώρισης τοῦ συλλογικοῦ ἑαυτοῦ. Αὐτή ἡ συναισθηματική ἀνάγκη τῶν κοινωνιῶν ὀφείλει νά ἀντιμετωπίζεται μέ σοβαρότητα καί σεβασμό καί ἡ ἐθνική ταυτότητα καί οἱεὐαισθησίες πού τή συνοδεύουν πρέπει νά προσεγγίζονται χωρίς τήν ὀλέθρια ὑπεροψία τῶν διανοουμένων, ἰδίως τῶν προοδευτικῶν, ἀλλά μέ γνώση τῶν λεπτομερειῶν τῆς ἱστορίας πού τήν παρήγαγε καί τοῦ πολιτισμικοῦ κεκτημένου πού προϋποθέτει.

     Δεύτερον, γιά  νά λειτουργήσουν οἱ πολυπολιτισμικές λύσεις, ὥστε νά συντελεστεί ἡ ἐνσωματωση μεταναστευτικῶν ὁμάδων ἀπαιτεῖται νά συντρέχουν στήν κοινωνία ὑποδοχῆς προαπαιτούμενα πού θά καταστήσουν  τό ἐγχείρημα βιώσιμο. Θά ἔλεγα ὅτι πρωταρχικά μεταξύ αὐτῶν εἶναι ἡ ὕπαρξη κανόνων κοινωνικῆς συνύπαρξης, ὥστε οἱ κοινωνίες νά ἀποφύγουν, ἐλλείψει αἰδοῦς καί δίκης, ὅπως θά ἔλεγε ὁΠρωταγόρας, μαζικές μορφές ἀνομικῆς συμπεριφορᾶς καί τόν κίνδυνο τῆς αὐτοκαταστροφῆς, ὅπως συμβαίνει σήμερα στήν Ἑλλάδα. Ἐξίσου ἀναγκαῖο προαπαιτούμενο εἶναι ἡ ὕπαρξη παιδείας πού νάἑδράζεται κυρίως στήν καλλιέργεια τῆς γλώσσας καί τοῦ κεκτημένου τοῦ πολιτισμοῦ, ὥστε ἡπολυπολιτισμικότητα νά μήν ἐκπέσει σέ κοινωνική καί ἠθική Βαβυλωνία, ἀλλά νά ἀποβεῖ διά τῆςἀποτελεσματικῆς ἐπικοινωνίας πού διασφαλίζει ἡ παιδεία ἀγωγός κοινωνικῆς συνοχῆς.

     Θά μπορέσει ἡ  Ἑλλάδα τοῦ  εἰκοστοῦ πρώτου αἰώνα  να  ἀνταποκριθεῖ στίς προκλήσεις αὐτές  καθιστώντας  την  ἐθνική της ταυτότητα  βιώσιμη  και  ἐπιθυμητή ἐπιλογή  σέ μία κοινωνία μέ πολυπολιτισμικό ὁρίζοντα; Πιστεύω εἰλικρινά  ὅτι ἡ ἀπάντηση στό ἐρώτημα, πού εἶναι λιγότερο ρητορικό  ἀπ’  ὅτι  φαίνεται, συνίσταται στή σοβαρότητα τῆς παιδείας  καί στή  δημιουργικότητα τοῦ πολιτισμοῦ μας  ὡς παραγωγικῆς πράξης φυσικά  καί  ὄχι  ὡς  ὑποκριτικῆς  ρητορείας. 

*Ὁ κ.  Πασχάλης Μ.  Κιτρομηλίδης  εἶναι  καθηγητής τοῦ Πανεπιστημίου  Ἀθηνῶν, διευθυντής  τοῦ  Ἰνστιτούτου  Νεοελληνικῶν  Ἐρευνῶν  τοῦ  Ε.Ι.Ε.