ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

«Δόξα ἐν ὑψίστοις»

 

Χρυσή βραδιά, γιομάτη θάμπη!

Σκιρτοῦν στό φῶς, βουνά καί κάμποι!

Μάγοι περνᾶνε βιαστικοί,

Στήν ἅγια γῆ τή βιβλική.

 

Τ’ ἄστρο τούς φέρνει πρός τόν Ἥλιο,

ποῦ λάμπει μ’ ἄρρητη λαμπή

-οἴ ἥλιοι μπρός Του ὅλοι θαμποί-

Στῆς χάρης τ’ ἄφθαρτο βασίλειο.

 

Ἄστρο λαμπρό τους ὁδηγεῖ

μέ μία γλυκιά μαρμαρυγή.

Μέσα ἡ καρδιά χτυπᾶ νά σπάσει

ἀπ’ τή λαχτάρα κι ἀπ’ τή βιάση!

 

Μά νά ἡ ἐνσάρκωση τοῦ πόθου

καί νά ἡ ἐλπίδα ζωντανή.

Ὅση χαρά οἴ ψυχές τούς νιώθουν,

ποιά θά τήν ἔλεγε φωνή;

 

Λάμπουν τά μέτωπα, τά μάτια,

Καί πλημμυρίζει φῶς ὁ νοῦς.

Σ’ ἄφθαρτα μπαίνουνε παλάτια,

τώρα καί σ’ ἄυλους οὐρανούς.

 

Ἀγγέλων ὕμνοι ἀντιλαλοῦνε

κι ἀπό βοσκούς δοξαστικά.

Κάποιες φτωχές ψυχές τ’ ἀκοῦνε

καί προσκυνᾶνε μυστικά.

 

Κάποιες ψυχές, πού σ’ ἀγαπῆσαν

-κι εἴν’ οἴ ψυχές μας, Λυτρωτή!

ω, τί δρολάπια μᾶς χτυπῆσαν,

ὡς νά ΄ρθουμε στή Φάτνη αὐτή!

 

Μά στό σκοτάδι, στό χαλάζι,

στή συμφορά καί στήν ὀργή,

ξάφνου ἡ γλυκιά Σου αὐγή χαράζει

καί πλέει στό φῶς ὅλη ἡ γῆ.

 

Κι ἐμεῖς, στό φῶς τῆς στρατολάτες,

καί μέ τούς μάγους συντροφιά

μ’ ἐλπίδα τίς καρδιές γεμάτες,

ποῦ τρύπησαν σκληρά καρφιά,

 

τ’ ἅγια Σου σπάργανα φιλοῦμε

μπροστά Σου ἐδῶ γονατισμένοι

καί ταπεινοί παρακαλοῦμε,

σέ Σένα ὁλόψυχα δοσμένοι.

 

Δῶσε γαλήνη, Βασιλιά μας,

παντοῦ καί μέσα στήν καρδιά μας.

Στεῖλε γλυκιά παρηγοριά,

σέ πολιτεῖες καί σέ χωριά.

 

Δέξου, Χριστέ, τήν προσευχή μας

κι ἄς γίνει Φάτνη Σου ἡ ψυχή μας.

Κᾶνε ν’ ἀνθίσουν ἄσπροι κρίνοι,

ὅπου περίσσεψαν οἴ θρῆνοι.

 

Μεσ’ στίς ψυχές νά φέξει ἡ Πίστη

πεντάχτινο ἄστρο τῆς αὐγῆς,

Κι ἄς ποῦν τό «Δόξα ἐν ὑψίστοις»

γλῶσσες, λαοί, φυλές τῆς γής.

 

Γ. Βερίτης