«ΤΑ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΑ ΜΑΣ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΜΑ» «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ – ΣΚΟΠΙΑ» κ. ΑΧ. ΛΑΖΑΡΟΥ

Ὕ­στε­ρα ἀ­πὸ τὰ ἐλ­λείμ­μα­τα στὰ χρή­μα­τα, και­ρὸς εἶ­ναι νὰ ποῦ­με καὶ τί ἐλ­λείμ­μα­τα κά­να­με στὰ Ἐ­θνι­κὰ θέ­μα­τα. Εἴ­μα­στε ἡ χώ­ρα ποὺ ἀ­να­πτέ­ρω­σε τὸ φρό­νη­μα ὅ­λων τῶν λα­ῶν μὲ τὴν ἐ­πο­ποι­ΐ­α τοῦ 1940. Μί­α χώ­ρα μι­κρή, μὲ μι­κρὴ προ­πα­ρα­σκευ­ή, ἀλ­λὰ μί­α χώ­ρα ποὺ ἦ­ταν βε­βα­ί­α ὅ­τι θὰ ἡτ­τη­θῆ τε­λι­κά, ἀλ­λὰ δὲν ἐν­νο­οῦ­σε νὰ πα­ρα­δο­θῆ ὅ­πως τὸ ζη­τοῦ­σε ὁ Μου­σο­λί­νι τὸ χρό­νο ἐ­κεῖ­νο. Δὲ θὰ σᾶς πῶ τί εἶ­παν οἱ λα­οὶ ἢ οἱ ἀρ­χη­γοὶ τῶν λα­ῶν, θὰ σᾶς πῶ τί εἶ­παν οἱ ἴ­διοι οἱ Ἰ­τα­λοί. Ὁ ἀρ­χη­γὸς τοῦ Ἰ­τα­λι­κοῦ ναυ­τι­κοῦ με­τὰ τὴν ἀν­τί­στα­σή μας στὴ Βό­ρει­ο Ἤ­πει­ρο, γύ­ρι­σε καὶ εἶ­πε στὸ στε­νὸ πε­ρι­βάλ­λον καὶ ὄ­χι δη­μό­σια: «Εὐ­γνω­μο­νῶ τοὺς Ἕλ­λη­νες, δι­ό­τι μᾶς ἔ­βγα­λαν ἀ­πὸ τὴν πλά­νη ὅ­τι ὁ φα­σι­σμὸς τοῦ Μου­σο­λί­νι ἦ­ταν παν­το­δύ­να­μος. Καὶ ἀ­πο­δεί­χθη­κε μὲ τὴν ἀν­τί­στα­ση τῶν Ἑλ­λή­νων ὅ­τι ἦ­ταν φε­νά­κη, ἦ­ταν ψέμ­μα. «Αὐ­τὸ ποὺ εἶ­πε ἕ­νας, τὸ ἐ­πα­νέ­λα­βε δι­πλω­μά­της, ὅ­λοι οἱ ἐκ­πρό­σω­ποι. Οἱ Ἰ­τα­λοὶ ὁ­μο­λο­γοῦν ὅ­τι σώ­θη­καν χά­ρη στοὺς Ἕλ­λη­νες, χά­ρη στὴν ἀν­τί­στα­ση τῶν Ἑλ­λή­νων. Βέ­βαι­α χαί­ρο­μαι ποὺ ὑ­πάρ­χουν στὸ ἀ­κρο­α­τή­ριο νέ­οι, ἀλ­λὰ ἐ­γὼ ἔ­ζη­σα κι αὐ­τὸ ἀ­κό­μη τὸ φαι­νό­με­νο. Εἶ­δα τὸν παλ­μό, εἶ­δα τὴ συγ­κί­νη­ση, εἶ­δα τὴ συ­να­δέλ­φω­ση, εἶ­δα τὴν πα­τρι­ω­τι­κὴ στά­ση ὅ­λων τῶν Ἑλ­λή­νων. Ὅ­ταν τε­λεί­ω­σε ὁ πό­λε­μος, εἴ­πα­με ὁ κα­θέ­νας τὸ κον­τό του καὶ τὸ μα­κρύ του, Δό­ξα καὶ Τι­μὴ στοὺς Ἕλ­λη­νες. Τε­λεί­ω­σε ὁ πό­λε­μος. Εἴ­χα­με τὴν ἀ­τυ­χί­α, ἐ­μεῖς κατ᾿ ἐ­ξαί­ρε­ση ἀ­πὸ ὅ­λους το­ύς ἄλ­λους λα­οὺς λό­γῳ κα­κο­δαι­μο­νί­ας, νὰ ἔ­χου­με μί­α ἄλ­λη πε­ρι­πέ­τεια ἡ ὁ­ποί­α ἔ­λη­ξε τὸ 1949 καὶ ἡ ὁ­ποί­α Ἐ­θνι­κὴ πε­ρι­πέ­τεια ἐ­στοί­χι­σε πε­ρισ­σό­τε­ρο ἀ­πὸ τὴ συμ­με­το­χή μας στὸ Β΄ Παγ­κό­σμιο Πό­λε­μο. Αὐ­τὴ εἶ­ναι ἡ ἀ­λή­θεια.

Με­τὰ τὸ 1949 προ­σπα­θή­σα­με νὰ ἀ­να­συγ­κρο­τη­θοῦ­με, νὰ γνω­ρί­ζου­με τοὐ­λά­χι­στον βα­σι­κὰ ποι­ὰ ἦ­ταν τὰ στοι­χεῖ­α ποὺ μᾶς ἐ­πέ­τρε­ψαν καὶ ποι­ὰ τὰ στοι­χεῖ­α ποὺ μᾶς πα­ρεμ­πό­δι­σαν νὰ πα­ρα­κο­λου­θή­σου­με τὴν ἐ­ξέ­λι­ξη τῶν ἄλ­λων λα­ῶν. Οἱ ἀρ­χη­γοὶ τῶν Εὐ­ρω­πα­ϊ­κῶν δυ­νά­με­ων, ὅ­ταν εἶ­δαν καὶ τὶς θυ­σί­ες τῶν ἄλ­λων κρα­τῶν, σκέ­φτη­καν: «Ἐ­πι­τέ­λους νὰ βά­λου­με ἕ­να φραγ­μό, κά­που νὰ στα­μα­τή­σου­με, νὰ ἀρ­χί­σου­με πλέ­ον νὰ ἔ­χου­με μί­α συμ­φι­λί­ω­ση–συ­νερ­γα­σί­α». Καὶ ἦ­ταν ἡ σκέ­ψη τῆς οἰ­κο­νο­μι­κῆς ἀ­γο­ρᾶς, δη­λα­δὴ αὐ­τὸ ποὺ σή­με­ρα τὸ ζοῦ­με μὲ ἄλ­λη πλευ­ρά, ἦ­ταν τό­τε κα­θε­στώς, τὸ 1949 μέ­χρι τὸ 1950 τό­σο, καὶ δη­μι­ουρ­γή­θη­κε ἡ Ε.Ο.Κ.

Τὴ στιγ­μὴ ποὺ ἀρ­χί­ζει ἡ Ε.Ο.Κ. ἐ­κεῖ ἐμ­φα­νί­ζε­ται στὸ Εὐ­ρω­πα­ϊ­κὸ προ­σκή­νιο Ἀκα­δη­μα­ϊ­κὸς γυ­ναί­κα,  κα­θη­γή­τρια Πα­νε­πι­στη­μί­ου, τοῦ Πα­νε­πι­στη­μί­ου Λου­βέν, ἡ Κλαὶρ Πρε­ὸ καὶ ἀ­πευ­θύ­νε­ται μὲ ἑ­βδο­μα­δια­ῖες ἐ­πι­στο­λὲς πρὸς τοὺς Ὑ­πουρ­γοὺς Παι­δεί­ας τῆς Εὐ­ρώ­πης, λέ­γον­τας κά­τι ἁ­πλὸ πού τὸ ἔ­ζη­σε ἡ ἴ­δια: «Κύ­ριοι Ὑ­πουρ­γοί, θέ­λε­τε νὰ δη­μι­ουρ­γή­σου­με μί­α ὑ­περ­κρα­τι­κὴ ὑ­πό­στα­ση; Πο­λὺ κα­λά, συμ­φω­νοῦ­με. Ἐ­γὼ λό­γῳ εἰ­δι­κό­τη­τας θὰ σᾶς προ­τεί­νω τὴ δι­κή μου γνώ­μη.  «Ποι­ὰ ἦ­ταν ἡ γνώ­μη τῆς μα­κα­ρί­τισ­σας Κλαὶρ Πρε­ό; «Ἂν θέ­λε­τε νὰ κά­νου­με πραγ­μα­τι­κὴ Εὐ­ρώ­πη, πρέ­πει νὰ δε­χθεῖ­τε ὡς ἐ­πί­ση­μη γλῶσ­σα τὴν Ἑλ­λη­νι­κή».  Καὶ ἔ­γρα­φε κά­θε ἑ­βδο­μά­δα ἄρ­θρο πρὸς τοὺς Ὑ­πουρ­γοὺς Παι­δεί­ας, πῶς θὰ μπο­ροῦ­σε νὰ ἀν­τι­με­τω­πί­ση τὸ γλωσ­σι­κὸ πρό­βλη­μα τῆς Εὐ­ρώ­πης. Κυ­ρί­ες καὶ κύ­ριοι, ἐ­κεῖ­νοι ποὺ δὲ συμ­με­τεῖ­χαν δι­ό­λου στὴν ἀ­πε­γνω­σμέ­νη προ­σπά­θεια μιᾶς σο­φῆς γυ­ναί­κας, ἦ­ταν ἡ Ἑλ­λάς. Ἀ­γω­νι­ζό­ταν γιὰ νὰ ἐ­πι­βλη­θῆ ἡ Ἑλ­λη­νι­κὴ γλῶσ­σα ὡς ἐ­πί­ση­μη γλῶσ­σα τῆς Εὐ­ρώ­πης καὶ δὲ βρέ­θη­κε Ἑλ­λη­νι­κὸ ἢ κρα­τι­κὸ ἵ­δρυ­μα, τὸ Ὑ­πουρ­γεῖ­ο Ἐ­ξω­τε­ρι­κῶν πα­ρα­δείγ­μα­τος χά­ρη, τὸ Ὑ­πουρ­γεῖ­ο Πο­λι­τι­σμοῦ, τὸ Ὑ­πουρ­γεῖ­ο Παι­δεί­ας, τό­σα συ­να­φῆ καὶ νὰ τῆς ποῦν, «βρὲ κυ­ρά μου, ἐ­σὺ εἶ­σαι ἡ χρυ­σὴ γυ­ναί­κα τῆς Εὐ­ρώ­πης, σὲ εὐ­χα­ρι­στοῦ­με ἐκ μυ­χί­ων, για­τί αὐ­τὰ ποὺ ὑ­πο­στη­ρί­ζεις εἶ­ναι ἀ­λή­θεια». Χά­σα­με τὴν εὐ­και­ρί­α τῶν αἰ­ώ­νων, δι­ό­τι ἡ γυ­ναί­κα αὐ­τὴ τεκ­μη­ρί­ω­νε τὶς θέ­σεις. Ἂν ὑ­πῆρ­χαν με­ρι­κὲς φω­νὲς στὴν Ἑλ­λά­δα, ἦ­ταν ἐ­κεί­νων τῶν εἰ­δι­κῶν ἐ­πι­στη­μό­νων, ἀλ­λὰ ποὺ δὲν εἶ­χαν κά­λυ­ψη κομ­μα­τι­κὴ ἢ πο­λι­τι­κή.

Τὸ πρῶ­το λά­θος, τὸ πρῶ­το ἔλ­λειμ­μα. Ἡ Εὐ­ρώ­πη προ­χω­ρεῖ καὶ ἀ­πο­φα­σί­ζει τὸ Συμ­βού­λιο Εὐ­ρώ­πης, στὸ ὁ­ποῖ­ο συμ­με­τεῖ­χαν ὅ­λα τὰ κρά­τη καὶ τὰ δυ­τι­κὰ καὶ τὰ ὑ­πὸ κομ­μου­νι­στι­κὸ κα­θε­στώς, ἀ­να­το­λι­κὸ συ­να­σπι­σμό, ὅ­λα τὰ κρά­τη στὸ Συμ­βού­λιο Εὐ­ρώ­πης. Συμ­με­τεί­χα­με κι ἐ­μεῖς. Τὸ Συμ­βού­λιο Εὐ­ρώ­πης ἀ­πο­φα­σί­ζει μα­ζὶ μὲ τὸ μορ­φω­τι­κὸ τμῆ­μα τῆς Εὐ­ρω­πα­ϊ­κῆς Κοι­νό­τη­τας, ποὺ τό­τε ἦ­ταν στὰ σπάρ­γα­να ὡς Ε.Ο.Κ. νὰ ἐκ­δώ­ση ἕ­να βι­βλί­ο σὲ δι­α­στά­σεις ποὺ νὰ ἐ­πι­τρέ­πη νὰ συμ­πε­ρι­λαμ­βά­νον­ται ὅ­λοι οἱ λα­οὶ τῆς Εὐ­ρώ­πης καὶ νὰ ξέ­ρουν τὴν ἱ­στο­ρί­α ὅ­λοι οἱ λα­οὶ τῶν δι­πλα­νῶν λα­ῶν καὶ πα­ράλ­λη­λα οἱ ἀρ­χη­γοὶ αὐ­τῆς τῆς Εὐ­ρώ­πης νὰ ἐ­νερ­γοῦν γιὰ βο­ή­θεια ἢ ἀ­κό­μη καὶ γιὰ ἐ­πι­βο­λὴ τῆς τά­ξε­ως. Καὶ τὸ ἀ­νέ­θε­σαν στὸ Πα­νε­πι­στή­μιο τῆς Χά­γης. Οἱ ἐμ­πνευ­στὲς αὐ­τοῦ τοῦ ἔρ­γου εἶ­χαν λά­βει ὅ­λα τὰ ἐν­δε­δειγ­μέ­να μέ­τρα, ἕ­να ἀ­πὸ αὐ­τά, εἶ­ναι ἐ­τοῦ­το, εἶ­παν: 20 χρό­νια νω­ρί­τε­ρα ἑ­τοι­μα­στεῖ­τε γιὰ νὰ βγά­λου­με αὐ­τὸ τὸ βι­βλί­ο, δη­λα­δὴ ἡ Ἑλ­λά­δα νὰ ψά­ξη νὰ βρῆ τὰ παι­διά της ποὺ κα­τέ­χουν τὰ θέ­μα­τα ποὺ πρέ­πει νὰ ἀ­να­φέ­ρον­ται στὸ βι­βλί­ο. Τὸ δὲ ἀν­θρώ­πι­νο ἐ­πι­στη­μο­νι­κὸ δυ­να­μι­κὸ τῶν Ἑλ­λή­νων τό­σο τῆς δι­α­σπο­ρᾶς τῶν ἀ­πο­δή­μων, ὅ­σο καὶ τῆς ζων­τα­νῆς ἔ­στω καὶ φτω­χῆς Πα­τρί­δας μας εἶ­ναι ὑ­πὲρ ἀρ­κε­τό. Κα­νεὶς δὲν ἐ­κλή­θη. Ἔ­τσι τὰ ἄρ­θρα γιὰ ὅ­λα τὰ Ἐ­θνι­κὰ θέ­μα­τα γρά­φτη­καν ἀ­πὸ ξέ­νους. Δὲν μὲ πει­ρά­ζει δι­ό­τι γνω­ρί­ζω πο­λὺ κα­λὰ ὅ­τι ὑ­πάρ­χουν πολ­λοὶ ξέ­νοι ποὺ ὁ­μι­λοῦν καὶ γρά­φουν ὑ­πὲρ τοῦ Ἑλ­λη­νι­σμοῦ κα­λύ­τε­ρα ἀ­πὸ ἐ­μᾶς. Ὄ­χι, δὲν ἐ­πε­λέ­γη­σαν αὐ­τοί, οἱ ἀν­τι­κει­με­νι­κοί, οἱ ἀ­με­ρό­λη­πτοι, ἐ­κεῖ­νοι ποὺ ἀ­γα­ποῦν τὴν ἀ­λή­θεια, ἔ­στω τὴν ἀ­λή­θεια τῶν Ἑλ­λή­νων καὶ νὰ προ­βάλ­λουν, γιὰ ὅ­λα τὰ θέ­μα­τα τὰ Ἐθνι­κά. Ὅ­ταν ἀ­νοί­ξη κα­νεὶς τὸ βι­βλί­ο αὐ­τὸ «Ἡ Εὐ­ρώ­πη καὶ οἱ λα­οὶ της» τρο­μά­ζει μὲ τὴν ἰ­δέ­α,… Ἡ Κρή­τη λέ­ει, ὡς τὸν 10ο αἰ­ῶ­να ἦ­ταν Ἑλ­λη­νι­κή, ὕ­στε­ρα πῶς ἔ­γι­νε καὶ τὴν κα­τέ­κτη­σαν οἱ Ἄ­ρα­βες, ἔ­μει­ναν κά­ποι­ο δι­ά­στη­μα ἐ­κεῖ καὶ ὕ­στε­ρα κα­τέ­βη­κε ὁ Νι­κη­φό­ρος καὶ τὴν ἀ­πε­λευ­θέ­ρω­σε. Καὶ τί ἔ­γι­νε με­τά; Ἀ­να­φέ­ρει: Με­τὰ τὴν ἀ­πε­λευ­θέ­ρω­ση τῆς Κρή­της, οἱ κά­τοι­κοί της εἶ­ναι ὅ­λα τὰ με­λέ­τια τοῦ κό­σμου 10–15, καὶ Ἕλ­λη­νες. Καὶ δι­ε­ρω­τῶ­μαι, τοὐ­λά­χι­στον ἕνα Κρητικὸς δὲ βρέθηκε νὰ διαμαρτυρηθῆ; «Πρὶν ἀπὸ τὴν κατοχὴ τῶν Μου­σουλ­μά­νων ἤ­μα­σταν Ἕλ­λη­νες, τώ­ρα πού μᾶς ἐ­λευ­θέ­ρω­σαν δὲν εἴ­μα­στε οἱ ἴ­διοι; «Φυ­σι­κὰ δὲν πε­ρι­μέ­νω ἀ­πὸ τὸν ἄν­θρω­πο ποὺ ἔ­χει τὰ βι­ο­τι­κὰ προ­βλή­μα­τα. Ὑ­πο­τί­θε­ται ὅ­τι ἔ­χω ἐ­πι­στη­μο­νι­κὰ κέν­τρα, ὑ­πο­τί­θε­ται ὅ­τι ἔ­χω Ὑ­πουρ­γεῖ­ο Πο­λι­τι­σμοῦ. Καὶ εἶ­ναι ἀ­κό­μη (τὸ βι­βλί­ο) ἐν ἰ­σχύ­ϊ…

Στὸ ἄρ­θρο γιὰ τὸ Μα­κε­δο­νι­κό, τέ­τοι­α τέ­ρα­τα καὶ ση­μεῖ­α εἶ­ναι γραμ­μέ­να σὲ βι­βλί­ο ποὺ ἰ­σχύ­ει σή­με­ρα. Ἔ­γι­νε τὸ 1978, φέ­ρει τὴ σφρα­γί­δα τοῦ Πα­νε­πι­στη­μί­ου τῆς Χά­γης, φέ­ρε­ται ὡς ἐ­πι­στη­μο­νι­κό, για­τί καὶ τὸ Συμ­βού­λιο Εὐ­ρώ­πης καὶ τὸ Μορ­φω­τι­κὸ τμῆ­μα τῆς Εὐ­ρω­πα­ϊ­κῆς Ἑ­νώ­σε­ως ἔ­χουν βά­λει τὰ χρή­μα­τα γιὰ νὰ βο­η­θή­σουν τά­χα τοὺς λα­οὺς νὰ συ­νεν­νο­η­θοῦν. Πῶς γί­νε­ται; Εἶ­ναι πράγ­μα­τι ἀ­δι­α­νό­η­το, ὅ­μως εἶ­ναι πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Τὸ ἀν­τι­λη­φθή­κα­με ἕ­να χρό­νο πρὶν ἐκ­δο­θεῖ. Τὸ ᾿77 λοι­πὸν τὸ δι­α­βά­ζω καὶ βλέ­πω αὐ­τὰ τὰ τέ­ρα­τα. Εἶ­ναι ἀ­δύ­να­το νὰ σᾶς πῶ πό­σες φο­ρὲς ἀ­να­φέρ­θη­κα ἐ­πι­σή­μως πρὸς ὅ­λες τὶς ὑ­πη­ρε­σί­ες. Καμ­μί­α ἀ­πο­λύ­τως μέ­ρι­μνα. Αὐ­τὸ τοὐ­λά­χι­στον 30 φο­ρὲς δι­α­κη­ρύ­χθη­κε. Στα­μα­τῶ στὸ ση­μεῖ­ο αὐ­τό. Ἕλ­λη­νες ἐ­πι­μέ­ρους ἐ­δῶ στὴν Μα­κε­δο­νί­α, στὴν Ἤ­πει­ρο, στὴν Θεσ­σα­λί­α, στὴν Πε­λο­πόν­νη­σο, στὴν Κρή­τη, στὴν Κύ­προ δὲν ὑ­πάρ­χουν; Ὑ­πάρ­χουν! Εἰ­δι­κὰ γιὰ τὸ Μα­κε­δο­νι­κὸ ἔ­γρα­ψε σε­μνό­τα­τος, ἐγ­κρι­τό­τα­τος, ὑ­πέ­ρο­χος κα­θη­γη­τής. Ὁ τό­μος ὁ πρῶ­τος ἐκ­δό­θη­κε στὴν Ἀ­θή­να τὸ 1954, δὲν εὕρι­σκε ποὺ νὰ τὸ ἐκ­δώ­ση καὶ δό­θη­κε στὸ Γαλ­λι­κὸ Ἰν­στι­τοῦ­το. Τὸ Γαλ­λι­κὸ Ἰν­στι­τοῦ­το δὲν εἶ­ναι βι­βλι­ο­πω­λεῖ­ο Ἐ­λευ­θε­ρου­δά­κη, τὰ ἔ­βγα­λε, μπῆ­καν στὴ σει­ρά, ἂν θε­λή­σει κα­νέ­νας νὰ πά­ρη θὰ πά­ρη. Εἰ­δο­ποι­ή­θη­καν οἱ πάν­τες, ὅ­λες οἱ ὑ­πη­ρε­σί­ες, αὐ­τὲς ποὺ δὲν ξέ­ρουν πό­σα ἔ­ξο­δα κά­νουν καὶ δὲν πῆ­γαν νὰ τὸ πά­ρουν. Ὁ κα­θη­γη­τὴς ἔ­ζη­σε μέ­χρι 92 χρό­νια, πε­ρι­μέ­νον­τας, ὅ­πως τοῦ εἶ­χαν ὑ­πο­σχε­θεῖ, νὰ τὸ με­τα­φρά­σουν ἀλ­λὰ δὲν εὕ­ρι­σκαν χρή­μα­τα, τὰ πή­γαι­ναν ἀλ­λοῦ, δὲν πε­ρίσ­σευ­αν. Ὁ δεύ­τε­ρος τό­μος εἶ­ναι τὸ 1976. Ἤ­θε­λα ὅ­μως γιὰ νὰ ἔρ­θω ἐ­δῶ καὶ νὰ σᾶς πῶ, νὰ εἶ­μαι βέ­βαι­ος ὅ­τι ὄν­τως τὸ βι­βλί­ο αὐ­τὸ εἶ­ναι τὸ ἐγ­κρι­τό­τε­ρο καὶ ρώ­τη­σα ἕ­να φί­δι κο­λο­βό, Γάλ­λο, τοῦ λέ­ω: «Κύ­ρι­ε κα­θη­γη­τά, ἔ­χε­τε γρά­ψει γιὰ τὸν συμ­πα­τρι­ώ­τη μου Ἰ­ω­άν­νη Κα­λέ­ρη ἕ­να σχό­λιο πού μοῦ μοιά­ζει λί­γο πι­κρό­χο­λο!». «Ἔ! ἀγα­πη­τέ μου φί­λε ὅ­ταν δι­α­βά­ζη κα­νεὶς τό­σα πολ­λὰ ἐ­κεῖ μέ­σα…». «Δὲν τὸ δι­ά­βα­σες, τοῦ λέ­ω, σοῦ εἶ­παν». Ἀ­πευ­θύ­νο­μαι τό­τε σὲ ἕ­ναν Ρου­μᾶ­νο, κα­θη­γη­τὴ πά­λι Πα­νε­πι­στη­μί­ου στὴ Γερ­μα­νία­, στὴ Ρου­μα­νί­α καὶ γε­νι­κὸ γραμ­μα­τέ­α στὸ Ἰν­στι­τοῦ­το Γερ­μα­νι­κῶν σπου­δῶν στὸ Πα­ρί­σι. Μοῦ λέ­ει ὅ­τι «τὸ βι­βλί­ο τοῦ Κα­λέ­ρη εἶ­ναι τὸ κα­λύ­τε­ρο, εἶ­ναι τὸ ὑ­πέ­ρο­χο βι­βλί­ο».

Αὐ­τὸς ὅ­μως ὁ Ρου­μᾶ­νος ἔ­χει μί­α ἱ­στο­ρί­α: Σὰν νέ­ο παλ­λη­κά­ρι μό­λις τε­λεί­ω­σε τὸ Πα­νε­πι­στή­μιο, δι­α­βά­ζον­τας γιὰ τὸν Ἑλ­λη­νι­σμό, πε­ρισ­σό­τε­ρο τὸν εἶ­χε συγ­κι­νή­σει ἡ Μα­κε­δο­νί­α καὶ αὐ­τὸς ὡς γλωσ­σο­λό­γος ἀρ­χι­κὰ εἶ­πε νὰ γρά­ψη μί­α δι­α­τρι­βὴ δι­δα­κτο­ρι­κὴ στὸ Πα­νε­πι­στή­μιο τοῦ Λέ­νιγ­κραντ. Τὸ γρά­φει καὶ τὸ ἐγ­κρί­νει τὸ Πα­νε­πι­στή­μιο τοῦ Λέ­νιγ­κραντ καὶ χα­ρού­με­νος ἐ­πι­κοι­νω­νεῖ στὴ Θεσ­σα­λο­νί­κη μὲ τὸν κα­θη­γη­τὴ τῆς γλωσ­σο­λο­γί­ας Νι­κό­λα­ο Ἀν­δρι­ώ­τη τὸν ἀ­εί­μνη­στο καὶ τοῦ λέ­ει: «Σκέ­φτη­κα ὅ­τι θὰ σᾶς ἐν­δι­έ­φε­ρε μί­α δι­δα­κτο­ρι­κὴ δι­α­τρι­βὴ ποὺ ἀ­να­φέ­ρε­ται στὴν Ἑλ­λη­νι­κό­τη­τα τῆς ἀρ­χαί­ας Μα­κε­δο­νι­κῆς δι­α­λέ­κτου καὶ τῶν χρη­στῶν τῆς δι­α­λέ­κτου αὐτῆς, δη­λα­δὴ τῶν Μα­κε­δό­νων». Καὶ φυ­σι­κὰ ὁ Ἀν­δρι­ώ­της τὸν κά­λε­σε… ἦρ­θε στὴ Θεσ­σα­λο­νί­κη, ἔ­γι­νε ἡ πα­ρου­σί­α­ση, ἔ­γρα­ψε ὁ ἡ­με­ρή­σιος τύ­πος, ὁ πε­ρι­ο­δι­κὸς τύ­πος, ὅ­λα τὰ μέ­σα ἐ­πι­κοι­νω­νί­ας. Ἐκ­πρό­σω­ποι Ὑ­πουρ­γεί­ων στὴ Μα­κε­δο­νί­α καὶ στὴ Θεσ­σα­λο­νί­κη συγ­κε­κρι­μέ­να ὑ­πάρ­χουν ἀ­πὸ παν­τοῦ. Δι­ε­ρω­τῶ­μαι: Ἐ­κεί­νη τὴν ἡ­μέ­ρα κα­νέ­νας δὲν πλη­ρο­φο­ρή­θη­κε; Ὁ ἄν­θρω­πος δὲν ἀ­πο­γο­η­τεύ­τη­κε. Ἔ­κα­νε ἕ­να τη­λε­φώ­νη­μα καὶ στὸν κα­θη­γη­τὴ Γλωσ­σο­λο­γί­ας στὸ Πα­νε­πι­στή­μιο Ἀ­θη­νῶν καὶ ἐ­κεῖ­νος ἦ­ταν ἐ­πί­σης συγ­κι­νη­μέ­νος. Τοὺς πῆ­ρε δη­λα­δὴ ὅ,τι ὡ­ραι­ό­τε­ρο ἀ­πὸ τὰ χέ­ρια, ἀλ­λὰ «μὲ γειά του μὲ χα­ρά του», ἀ­φοῦ βγαί­νει νι­κη­τής. Ἀλ­λὰ τοῦ εἶ­πε μό­νο: Ἐ­γὼ τὴν πα­ρου­σί­α­ση τοῦ βι­βλί­ου σας θὰ τὴν κά­νω ἐ­δῶ στὸ κέν­τρο τῶν Ἀ­θη­νῶν στὴν Ἀρ­χαι­ο­λο­γι­κὴ Ἑ­ται­ρεί­α.

Καὶ γρά­φει πά­λι ὁ Ἀ­θη­να­ϊ­κὸς ἡ­με­ρή­σιος καὶ πε­ρι­ο­δι­κὸς τύ­πος, ὅ,τι πιὸ κο­λα­κευ­τι­κό. Κα­λὰ στὴν Θεσ­σα­λο­νί­κη δὲν τὸ πῆ­ραν εἴ­δη­ση, στὴν Ἀρ­χαι­ο­λο­γι­κὴ Ἑ­ται­ρεί­α γιὰ ἐκ­δή­λω­ση ποὺ κά­νει τὸ Πα­νε­πι­στή­μιο Ἀ­θη­νῶν, τὸ Ὑ­πουρ­γεῖ­ο Ἐ­ξω­τε­ρι­κῶν, τὸ Ὑ­πουρ­γεῖ­ο Πο­λι­τι­σμοῦ καὶ τῶν ἄλ­λων, δὲν ἔ­στει­λαν ἕ­να «παι­δα­ρέ­λι» νὰ ἀ­κού­ση τί εἶ­πε; Καὶ ἀ­φοῦ ἄ­κου­σαν ἀν­τι­λή­φθη­σαν ὅ­τι ἦ­ταν ἕ­να θαυ­μά­σιο Ἐ­θνι­κὸ δῶ­ρο δο­σμέ­νο ἀ­πὸ ἕ­ναν Ρου­μά­νο ποὺ θὰ μπο­ροῦ­σε νὰ γρά­ψη ἄλ­λα ἀντ᾿ ἄλ­λων, ἂν ἦ­ταν πλη­ρω­μέ­νος ἀ­πὸ τὴ χώ­ρα του…

Ἐ­δῶ ὅ­μως εἴ­χα­με ἕ­ναν πρό­σθε­το λό­γο: Ὁ Ρου­μᾶ­νος Τσι­τσε­ρῶ­νε ἀ­πὸ ἐ­κεῖ, ἀ­φοῦ εἶ­δε ὅ­τι εἶ­χε αὐ­τὴ τὴν ἀ­πή­χη­ση στὸν ἐ­πι­στη­μο­νι­κὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ κό­σμο, γνω­στο­ποί­η­σε στοὺς εἰ­δι­κοὺς ὅ­τι εἶ­χε προ­ε­τοι­μά­σει μί­α ἐρ­γα­σί­α γιὰ τὸ ἐ­θνο­λο­γι­κὸ καὶ γλωσ­σι­κὸ ὑ­πό­στρω­μα ὅ­λη τῆς Ἑλ­λη­νι­κῆς Χερ­σο­νή­σου. Ἐ­πει­δὴ γί­νον­ται οἱ συ­ζη­τή­σεις, «ξέ­ρε­τε στὰ Γι­άν­νε­να, ἐ­κεῖ στὰ Ζα­γο­ρο­χώ­ρια εἶ­ναι Σλά­βοι, στὸ ἄλ­λο ὑ­πάρ­χουν ἐ­κεῖ­να, «πῆ­ρε ὅ­λη τὴν Ἑλ­λά­δα αὐ­τὸς καὶ ἀ­πο­δει­κνύ­ει τὴν Ἑλ­λη­νι­κὴ γλωσ­σι­κὴ καὶ ἐ­θνο­λο­γι­κή. Καὶ θὰ πε­ρί­με­νε κα­νεὶς ὄ­χι ἁ­πλῶς νὰ τὸν πα­ρα­κο­λου­θή­ση καὶ νὰ τὸν συγ­χα­ρῆ, ἀλ­λὰ νὰ τὸν ἀ­ξι­ο­ποι­ή­ση. Ὅ­ταν τὸ Σκο­πια­νὸ παίρ­νει τὶς δι­α­στά­σεις αὐ­τές, ὅ­τι δη­λα­δὴ καὶ οἱ Ἀρ­χαῖ­οι Μα­κε­δό­νες εἶ­ναι Σκο­πια­νοὶ καὶ ἡ γλῶσ­σα ἐ­κεί­νη εἶ­ναι Σκο­πια­νὴ καὶ τὰ ὑ­πό­λοι­πα, ἀν­τὶ νὰ κα­λέ­ση τὸν Λα­ζά­ρου, νὰ κα­λέ­ση αὐ­τὸν τὸν ξέ­νο. Ἀ­φοῦ εἶ­δαν ὅ­τι αὐ­τὸς ὁ ἄν­θρω­πος χω­ρὶς νὰ πα­ρα­κι­νη­θῆ ἀ­πὸ κα­νέ­ναν, ἀλ­λὰ ἀ­πὸ γνή­σιο ἐ­πι­στη­μο­νι­κὸ ἐν­δι­α­φέ­ρον καὶ ἀ­πὸ μί­αν ἀ­γά­πη πρὸς τὸν Ἑλ­λη­νι­σμὸ ὅ­λων τῶν ἐ­πο­χῶν, κά­θι­σε κι ἔ­γρα­ψε αὐ­τά, ὅ­ταν ἀ­νά­βη ἡ φω­τιὰ μὲ τὰ Σκό­πια νὰ κα­λέ­ση τὸν Ρου­μά­νο καὶ νὰ τὸν το­πο­θε­τή­ση ἐ­πὶ κε­φα­λῆς μπρο­στά. Δὲν τὸν κά­λε­σε κα­νείς.

Ξέ­ρε­τε τί θὰ πῆ νὰ  ὑ­πάρ­χη στὴ Ρω­σι­κὴ γλώσ­σα ἐ­πι­στη­μο­νι­κὴ δι­α­τρι­βὴ μὲ τὴν ὁ­ποί­α ἀ­να­πτύσ­σε­ται ἡ Ἑλ­λη­νι­κό­τη­τα τῆς Μα­κε­δο­νί­ας; Λοι­πόν, ὅ­ταν ὑ­πάρ­χη στὰ Ρώ­σι­κα ἐγ­κε­κρι­μέ­νη δι­α­τρι­βὴ γιὰ τὴν Ἑλ­λη­νι­κό­τη­τα τῆς Μα­κε­δο­νί­ας δὲ χρει­ά­ζε­ται νὰ εἶ­σαι δι­πλω­μά­της. Τὴν ὥ­ρα ποὺ κά­νει ἀ­να­κοί­νω­ση στὸ Ὑ­πουρ­γεῖ­ο Ἐ­ξω­τε­ρι­κῶν τῆς Ρω­σί­ας, ὅ­τι δη­λα­δὴ τὸ δί­και­ο τὸ ἔ­χουν οἱ Σκο­πια­νοί, στεῖ­λε στὸ Ὑ­πουρ­γεῖ­ο Ἐ­ξω­τε­ρι­κῶν τῆς Ρω­σί­ας ἕ­να ἀν­τί­τυ­πο τῆς δι­δα­κτο­ρι­κῆς δι­α­τρι­βῆς, δι­ό­τι Ρῶ­σοι τὸ ἐ­νέ­κρι­ναν, καὶ νὰ σβή­ση ἀ­πὸ τὸ χάρ­τη ἐ­κεῖ­νος ποὺ ἔ­κα­νε τὴν ἀνακοίνωση. Δηλαδὴ εἶναι τὰ ἰ­σχυ­ρό­τε­ρα ὅ­πλα τὰ ἐ­πι­στη­μο­νι­κὰ τὰ ὁ­ποῖ­α ὑ­πάρ­χουν καὶ μά­λι­στα εἶ­ναι ἐ­πι­τεύγ­μα­τα ξέ­νων καὶ δὲν τοὺς κα­λέ­σα­με οὔ­τε γιὰ ἕ­να τσί­που­ρο, καὶ προ­πάν­των δὲν τὰ χρη­σι­μο­ποι­οῦ­με στὴν κα­τάλ­λη­λη στιγ­μή.

Κυ­ρί­ες καὶ κύ­ριοι, τί­θε­ται τὸ ἐ­ρώ­τη­μα: Σὲ ποι­ὸ ση­μεῖ­ο βρί­σκε­ται αὐ­τὴ τὴν ὥ­ρα; (Τὸ Μα­κε­δο­νι­κό). Ἐ­γὼ δὲ θὰ εἶ­χα καμ­μί­α ἀν­τίρ­ρη­ση, ἂν στὸ σύ­νο­λο εἶ­χα 50–100, νὰ ὑ­πάρ­χη ἕ­νας ποὺ νὰ ἔ­χη τὴν ἄ­πο­ψη τῶν Σκο­πια­νῶν, νὰ κα­θί­σω ὅ­πως πάν­τα νὰ τοῦ δώ­σω τὰ τεκ­μή­ρια, νὰ μοῦ δώ­ση καὶ ἐ­κεῖ­νος τὰ δι­κά του καὶ νὰ τὰ βροῦ­με. Σᾶς δι­α­βε­βαι­ώ­νω πὼς θὰ εἴ­χα­με ἀν­τι­με­τω­πί­σει ὅ­λες τὶς πε­ρι­πτώ­σεις. Θὰ πρέ­πη νὰ ποῦ­με σὲ ἐ­κεί­νους ποὺ θε­ω­ροῦν­ται ὅ­τι ἔ­χουν τὶς τύ­χες τοῦ Ἑλ­λη­νι­σμοῦ στὰ χέ­ρια τους. Ὄ­χι νὰ εἶ­ναι ἁ­πλῶς πιὸ εὐ­αί­σθη­τοι, ἀλ­λὰ νὰ ψά­ξουν νὰ βροῦν ὅ­λα τὰ ἀ­πα­ραί­τη­τα μέ­σα γιὰ τὴν ἀν­τι­με­τώ­πι­ση τῆς προ­πα­γάν­δας.

Στὸ ση­μεῖ­ο αὐ­τὸ ὁ κύ­ριος Λα­ζά­ρου ὁ­λο­κλη­ρώ­νον­τας τὴν ὁ­μι­λί­α του δέ­χθη­κε ἐ­ρω­τή­σεις ἢ πα­ρεμ­βά­σεις καὶ σ᾿ ὅ­λα ἀ­πάν­τη­σε μὲ σα­φή­νεια.

Κυ­ρί­ες καὶ κύ­ριοι ὁ με­γά­λος καυ­γᾶς γί­νε­ται γιὰ τὶς λε­γό­με­νες πλη­θυ­σμια­κὲς ὁ­μά­δες ποὺ χρη­σι­μο­ποι­οῦν ἕ­να ξε­νι­κὸ ἰ­δί­ω­μα. Μέ­σα σὲ αὐ­τὲς τὶς πλη­θυ­σμια­κὲς ὁ­μά­δες εἶ­ναι καὶ οἱ βλα­χό­φω­νοι Ἕλ­λη­νες, οἱ Βλά­χοι. Ὅ­λοι ἔ­χου­με ὑπ᾿ ὄ­ψη ὅ­τι στὰ χρό­νια του Ἁ­γί­ου Κο­σμᾶ ὑ­πῆρ­χαν ἐ­πι­στή­μο­νες ποὺ εἶ­χαν γρά­ψει τὴν ἀ­λή­θεια, πα­ρα­κι­νη­θέν­τες ἀ­πὸ τὸν Ἅ­γιο Κο­σμᾶ. Ἂς ἀ­να­φέ­ρου­με ἕ­να χα­ρα­κτη­ρι­στι­κὸ πα­ρά­δειγ­μα: Στὴ Λά­ρι­σα γεν­νή­θη­κε ἕ­νας λό­γιος, ἕ­νας γραμ­μα­τι­ζού­με­νος ποὺ εἶ­ναι γνω­στὸς σή­με­ρα ὡς Κων­σταν­τῖ­νος Μι­χα­ὴλ Κού­μας. Ὁ Κού­μας λοι­πὸν ἔ­γρα­ψε δω­δε­κά­το­μη ἱ­στο­ρί­α τοῦ Ἑλ­λη­νι­σμοῦ, ὁ δω­δέ­κα­τος τό­μος ἐ­πι­γρά­φε­ται εἰ­δι­κὰ Ἕλ­λη­νες καὶ ἐ­κεῖ ἀ­να­φέ­ρε­ται συν­τό­μως καὶ τὰ λέ­ει τό­σο τέ­λεια. Πό­τε; Τὸ 1800 καὶ δη­μο­σι­εύ­τη­κε τὸ 1832. Κα­θη­γη­τὴς σὲ Πα­νε­πι­στή­μιο τῆς Ρου­μα­νί­ας, κα­τα­γό­με­νος ἀ­πὸ τὸ Μέτσο­βο, Νι­κό­λα­ος Τζαρ­τζού­λης, ἅ­γιος ἄν­θρω­πος, ἔ­γρα­ψε τὰ ἴ­δια. Ἀ­πὸ τὴ Μα­γνη­σί­α ἕ­νας ὑ­πέ­ρο­χος γλωσ­σο­λό­γος, ποὺ ἦ­ταν ὁ ἱ­δρυ­τὴς τῆς γλωσ­σο­λο­γι­κῆς σχο­λῆς τοῦ Πα­νε­πι­στη­μί­ου τοῦ Ἰ­α­σί­ου, ἔ­γρα­ψε δύ­ο τό­μους 1819 σε­λί­δων λέ­γον­τας, ζών­τας στὴ Ρου­μα­νί­α, ὅ­τι δὲν ἦρ­θαν ἀ­πὸ ἐ­κεῖ, ἀ­πὸ ἐ­δῶ πῆ­γαν πρὸς τὰ ἐ­κεῖ. Δὲν ἀ­νέ­βαι­νε κα­νεὶς ἀ­πὸ πλού­σια πε­ρι­ο­χὴ στὰ κα­τσά­βρα­χά μας ἐ­δῶ γιὰ νὰ πλου­τί­ση, ἀ­πὸ ἐ­δῶ ἔ­φευ­γαν γιὰ νὰ σω­θοῦν ἀ­πὸ τὸν Τοῦρ­κο καὶ συγ­χρό­νως ἐ­κεῖ νὰ κά­νουν τὴν τύ­χη τους, καὶ ὅ­λοι αὐ­τοὶ πλού­τι­σαν. Βρι­σκό­μα­στε τώ­ρα στὸ ἑ­ξῆς δί­λημ­μα: Συγ­κρο­τή­μα­τα–ὁ­μά­δες ποὺ ἀ­παρ­τί­ζουν ἕ­να ἁ­πλὰ Σω­μα­τεῖ­ο, ἵ­δρυ­μα–κέν­τρο ἐ­ρευ­νῶν μει­ο­νο­τι­κῶν ὁ­μά­δων ἐ­πι­χο­ρη­γού­με­νο ἀ­πὸ τὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ κρά­τος καὶ ἀ­πὸ τὶς Εὐ­ρω­πα­ϊ­κὲς Κοι­νό­τη­τες. Ἕ­να ἵ­δρυ­μα Ἑλ­λη­νι­κῆς καὶ ἐ­ξω­τε­ρι­κῆς πο­λι­τι­κῆς καὶ γρά­φει ἕ­να βι­βλί­ο «Ὁ Ἑλ­λη­νι­σμὸς τῆς Ἀλ­βα­νί­ας». Τὸ δι­α­βά­ζεις, ἂν φυ­σι­κὰ ἔ­χεις μί­α σχε­τι­κὴ προ­παι­δεί­α. Τί θέ­λει νὰ πῆ; Θέ­λει νὰ πῆ ὅ­τι ὁ Ζάπ­πας Βαγ­γέ­λης ἢ Κων­σταν­τῖ­νος ποὺ ἄ­φη­σαν κλη­ρο­νό­μο τὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ κρά­τος δὲν εἶ­ναι Ἕλ­λη­νες, για­τί χρη­σι­μο­ποι­οῦ­σαν τὰ Βλά­χι­κα.

Καὶ τώ­ρα μπαί­νω στὴν οὐ­σί­α: Κυ­ρί­ες καὶ κύ­ριοι σὲ κά­θε το­μέ­α πα­λαι­ό­τε­ρα λέ­γα­με πρέ­πει νὰ κα­λέ­σης για­τρό, τώ­ρα λέ­με τὸν εἰ­δι­κευ­μέ­νο στὸ κά­τι αὐ­τὸ για­τρό. Καὶ στὴν πε­ρί­πτω­ση ποὺ μι­λᾶ­με τώ­ρα, ὅ­ταν τί­θε­ται τέ­τοι­ο θέ­μα γλωσ­σι­κό, θὰ κα­λέ­σης τὸν ἄν­θρω­πο ποὺ μπο­ρεῖ νὰ ἀ­πο­δεί­ξη ὅ­τι ἂν καὶ χρη­σι­μο­ποι­εῖ φαι­νο­με­νι­κὰ ξε­νι­κὸ ἰ­δί­ω­μα, τὸ ἰ­δί­ω­μα αὐ­τὸ ἔ­χει μέ­σα στὶς ἀ­πο­δεί­ξεις τῆς Ἑλ­λη­νι­κό­τη­τας τοῦ χρή­στη. Ἡ πρώ­τη ἐ­πι­στη­μο­νι­κὴ δι­α­τρι­βὴ γιὰ τὰ Βλά­χι­κα στὴν Ἑλ­λά­δα ἐγ­κρί­θη­κε ἀ­πὸ τὴν Ἀ­θή­να τὸ 1966 καὶ ἐκ­δό­θη­κε τὸ 1976. Ὅ­ποι­ος θέ­λει ἂς τὴν ἀν­τι­κρού­σει, ἢ Ρου­μᾶ­νος ἢ ἄλ­λος. Οἱ Ρου­μᾶ­νοι τὴ δέ­χον­ται, τί κά­νου­με τοὺς Ἕλ­λη­νες καὶ αὐ­τὸ ἁ­πλού­στα­τα για­τί ἔ­χου­με ἔλ­λειμ­μα στὰ Ἐ­θνι­κά. Ἐ­κεῖ ποὺ χει­ρί­ζον­ται τὰ Ἑλ­λη­νι­κὰ δὲν ἔ­χουν το­πο­θε­τη­θεῖ ἄν­θρω­ποι πρῶ­τον ποὺ πρέ­πει νὰ ἀ­να­γνω­ρί­ζουν τὸ ἀν­τι­κεί­με­νο τῆς δου­λειᾶς τους καὶ δεύ­τε­ρον νὰ μὴν ἔ­χουν ὑ­πο­τα­χθῆ στὸ κόμ­μα, νὰ ἔ­χουν ὑ­πο­τα­χθῆ στὴν Πα­τρί­δα, στὸ Ἔ­θνος. Καὶ τὰ ἄλ­λα ποὺ λέ­γον­ται στὶς πε­ρι­πτώ­σεις ποὺ βρί­σκον­ται τέ­τοι­οι ἄν­θρω­ποι, τά­χα εἶ­ναι ἐ­θνι­κι­στής… Τί θὰ πῆ ἐ­θνι­κι­στής; Τὴν Πα­τρί­δα του ὑ­πο­στη­ρί­ζει. Ποι­ὸς εἶ­ναι αὐ­τὸς ποὺ θὰ βγῆ νὰ ἀν­τι­πα­λέ­ση μὲ τὸν ἄν­θρω­πο τὸν ἀ­πο­λύ­τως εὐ­συ­νεί­δη­το, τὸν ἀ­πο­λύ­τως ἀ­κρι­βῆ, ἐ­κεῖ­νον πού σοῦ δί­νει τεκ­μη­ρι­ω­μέ­να τὰ πράγ­μα­τα; Ἐ­ὰν δὲν ξα­να­βροῦ­με τὸ σω­στὸ δρό­μο σ᾿ αὐ­τό, οἱ πε­ρι­πέ­τει­ες θὰ πολ­λα­πλα­σια­στοῦν καὶ θὰ θρη­νή­σου­με πολ­λά.

–          Κύ­ρι­ε κα­θη­γη­τά, δε­χθή­κα­τε κα­θό­λου ἀ­πει­λὲς–πό­λε­μο γε­νι­κό­τε­ρα στὸ ἐ­ρευ­νη­τι­κό σας ἔρ­γο σὲ Εὐ­ρω­πα­ϊ­κὸ ἐ­πί­πε­δο, σ᾿ αὐ­τὸ τὸ θέ­μα τὸ Μα­κε­δο­νι­κό;

–          Στὸ ἐ­ξω­τε­ρι­κὸ δὲν ὑ­πῆρ­ξε κα­νέ­νας, οὔ­τε Γερ­μα­νός, οὔ­τε Γάλ­λος, οὔ­τε Ἰ­τα­λός, παίρ­νω αὐ­τοὺς ποὺ εἶ­ναι πιὸ κον­τὰ στὰ δι­κά μας Ἐθνι­κὰ προ­βλή­μα­τα. Ἄν μοῦ θέ­τα­τε μί­α μι­κρὴ ἔν­στα­ση τί γί­νε­ται μὲ τὸ Ἑ­νω­μέ­νο Βα­σί­λει­ο, ἐ­κεῖ χω­ρεῖ ἰ­δι­αί­τε­ρη συ­ζή­τη­ση, ἐ­κεῖ ἔ­χουν ὄ­χι ἕ­να Ὑ­πουρ­γεῖ­ο, ἰ­δι­αί­τε­ρη πο­λι­τι­κὴ γραμ­μή, ἐκ­με­ταλ­λευ­τεῖ­τε τούς Ἕλ­λη­νες, βάλ­τε τους τώ­ρα τὸ ᾿40 νὰ πο­λε­μή­σουν γιὰ νὰ μὴν ἔ­χη τὴν δύ­να­μη ὁ Ἰ­τα­λὸς νὰ βο­η­θή­ση τὸν Γερ­μα­νό. Καὶ βάλ­τε τους ὕ­στε­ρα, ἀ­φοῦ στεί­λε­τε τά­χα στρα­τεύ­μα­τα ἀ­ποι­κια­κὰ Ἰν­δούς, Νε­ο­ζη­λαν­δοὺς κ.τ.λ, τά­χα νὰ κά­νουν ἀν­τί­στα­ση στὴ Μα­κε­δο­νί­α.

Ἐ­γὼ τοὺς πρό­λα­βα! Τὸ μό­νο ποὺ ἤ­θε­λε ἡ Βρε­τα­νί­α τό­τε, εἶ­ναι νὰ φα­νῆ στὸν Χί­τλερ ἡ Ἑλ­λά­δα ὅ­τι συμ­μα­χεῖ μὲ τὴν Ἀγ­γλί­α καὶ νὰ τσα­κί­ση ὁ Χί­τλερ τὴν Ἑλ­λά­δα. Ἀλ­λὰ ὁ Χί­τλερ ὅ­ταν εἶ­δε τὴν ἀν­τί­στα­ση τῶν δι­κῶν μας ὀ­χυ­ρῶν, στά­θη­κε προ­σο­χή. Εὐ­τυ­χῶς κυ­ρί­ες καὶ κύ­ριοι, ὁ στρα­τός μας ὁ τρο­παι­οῦ­χος, ὁ νι­κη­φό­ρος χά­ρη στὴν τό­τε ἡ­γε­σί­α, ἡ ὁ­ποί­α θυ­σι­ά­στη­κε, ἐ­πέ­στρε­ψε τρι­α­κό­σι­ες χι­λιά­δες στὰ σπί­τια μὲ τρι­α­κό­σι­ες χι­λιά­δες ὅ­πλα καὶ κα­τὰ τὸ δι­ά­στη­μα τῆς Κα­το­χῆς εἴ­χα­με τὰ ἐρ­γα­τι­κὰ χέ­ρια γιὰ νὰ ἔ­χου­με πα­ρα­γω­γὴ καὶ σὲ λί­γο καὶ τὰ ὅ­πλα γιὰ νὰ κά­νου­με τὴ με­γά­λη ἀν­τί­στα­ση. Αὐ­τὴ εἶ­ναι ἡ λο­γι­κὴ τῶν πραγ­μά­των, ὅ­μως οἱ ξέ­νοι ἐ­πὶ τοῦ θέ­μα­τος ποὺ θί­ξα­με δὲν ἔ­φε­ραν ἀν­τίρ­ρη­ση, γνώ­μη μπο­ρεῖ νὰ δι­α­τυ­πώ­σουν καὶ μᾶς εἶ­ναι χρή­σι­μη, ἡ ἀν­τί­θε­τη γνώ­μη μπο­ρεῖ καὶ εἶ­ναι δε­κτή.

–          Τὰ Σκό­πια κα­τὰ πό­σο ἔ­χουν ἐ­πη­ρε­ά­σει τὴν κοι­νὴ γνώ­μη; Ἢ κα­τὰ πό­σο ἐ­λέγ­χουν μί­α κα­τά­στα­ση σὲ Ἐ­θνι­κὸ ἢ ἄλ­λο ἐ­πί­πε­δο στὸν Εὐ­ρω­πα­ϊ­κὸ χῶ­ρο ἀλ­λὰ καὶ στὴν Ἀ­με­ρι­κὴ συγ­χρό­νως;

–          Κυ­ρί­ες καὶ κύ­ριοι συ­νή­θως ὅ­ταν μᾶς βλέ­πουν ἔ­τσι νὰ θυ­μώ­νου­με λέ­νε γιὰ ποι­ὸ κρά­τος, γιὰ τό­σο δά; Εἶ­ναι λά­θος! Ἀ­κρι­βῶς ἐ­πει­δὴ εἶ­ναι τό­σο δὰ κρά­τος, ὁ κίν­δυ­νος εἶ­ναι δυ­σα­νά­λο­γα με­γά­λος. Δι­ό­τι πί­σω ἀ­πὸ αὐ­τὸ τὸ κρά­τος κρύ­βε­ται ἡ κά­θε δῆ­θεν με­γά­λη δύ­να­μη. Αὐ­τὸς εἶ­ναι ὁ κίν­δυ­νος, δὲν εἶ­ναι τὰ Σκό­πια. Τὰ Σκό­πια μπο­ρού­σα­με νὰ φταρ­νι­στοῦ­με καὶ νὰ χα­θοῦν, ἀν­τι­με­τω­πί­σα­με ὁ­λό­κλη­ρη σι­δη­ρό­φρα­κτη στρα­τιὰ τοῦ Μου­σο­λί­νι. Ὄ­χι, δὲν εἶ­ναι αὐ­τὸ τὸ θέ­μα, πί­σω ἀ­πὸ τὸν ἄν­θρω­πο τὸν Σκο­πί­ων ἄλ­λο­τε κρύ­βε­ται ὁ Ἰ­τα­λός, ἄλ­λο­τε κρύ­βε­ται ὁ Βρε­τα­νὸς καὶ πάν­το­τε κρύ­βε­ται ὁ Ἀ­με­ρι­κα­νός, βέ­βαι­α κρύ­βε­ται καὶ ὁ Ρῶ­σος. Για­τί ὄ­χι; Ἐκ­με­τάλ­λευ­ση κά­νουν. Αὐ­τὰ πρέ­πει νὰ τὰ ξέ­ρου­με… Ἂς ρί­ξου­με μί­α μα­τιὰ σὲ ὅ­σα ἔ­γρα­ψε ὁ μα­κα­ρί­της ὁ Γε­ώρ­γιος Μό­ρης ἢ ἂς ρί­ξου­με μί­α μα­τιὰ σὲ ὅ­σα ἔ­γρα­φαν οἱ δι­πλω­μα­τι­κοί μας ἀν­τι­πρό­σω­ποι στὸ χῶ­ρο τῆς Μα­κε­δο­νί­ας πρὸς τὸ Ὑ­πουρ­γεῖ­ο Ἐ­ξω­τε­ρι­κῶν. Ὅ­λοι μᾶς πε­ρι­γρά­φουν, μᾶς ἀ­πει­κο­νί­ζουν τὸ Μο­να­στή­ρι ὡς Ἑλ­λη­νι­κό­τα­το καὶ μᾶς ἐ­πι­βρά­βευ­σαν γι᾿ αὐ­τὸ ὅ­ταν μπῆ­καν οἱ Σέρ­βοι μέ­σα, βγῆ­κε ὁ πλη­θυ­σμὸς ἐ­κεῖ νὰ γυ­ρί­ζη καὶ λέ­ει στὸ Δή­μαρ­χο τοῦ Μο­να­στη­ρί­ου ὁ Σέρ­βος στρα­τη­γὸς: «Κύ­ρι­ε Δή­μαρ­χε, πε­ρά­σα­με νὰ μεί­νου­με, νὰ ξε­κου­ρα­στῆ ὁ στρα­τὸς καὶ θὰ φύ­γου­με για­τί τὸ Μο­να­στή­ρι εἶ­ναι Ἑλ­λη­νι­κό». Αὐ­τὸ τὸ ἤ­ξε­ρε ὁ Σέρ­βος, τὸ κέν­τρο τῶν Ἀ­θη­νῶν τὸ ᾿ξε­ρε; Τὸ ᾿ξε­ρε ἀλ­λὰ εἶ­χε μι­λη­θεῖ ἀ­πὸ ἀλ­λοῦ.

–          Κύ­ρι­ε κα­θη­γη­τά, σπου­δαί­α ὅ­λα αὐ­τὰ ποὺ εἴ­πα­τε γιὰ τὰ συγ­γρα­φι­κὰ ἔρ­γα, γιὰ τὴν συγ­γρα­φὴ τῆς ἱ­στο­ρί­ας. Ἐ­γὼ θὰ ἤ­θε­λα ὅ­μως νὰ πῶ σὲ σχέ­ση μὲ τὸ Σκο­πια­νὸ ὅ­τι ὅ­πως καὶ σὲ ἄλ­λα θέ­μα­τα Ἐ­θνι­κὰ θὰ πρέ­πη κα­νο­νι­κὰ οἱ ἑ­κά­στο­τε πο­λι­τι­κὲς ἡ­γε­σί­ες, σὲ κά­ποι­ες κρί­σι­μες στιγ­μὲς τῆς ἱ­στο­ρί­ας τό­τε ἀ­κρι­βῶς νὰ ἔ­χουν δι­ο­ρα­τι­κό­τη­τα καὶ νὰ ἀ­να­λαμ­βά­νουν τὶς εὐ­θύ­νες τους. Καὶ γιὰ μέ­να δύ­ο ση­μεῖ­α γιὰ λύ­ση τοῦ Σκο­πια­νοῦ ὑ­πάρ­χουν ση­μαν­τι­κὰ στὴν ἱ­στο­ρί­α. Τὸ ἕ­να ἦ­ταν ὅ­ταν ἔ­γι­νε στὸ Ὁ­μό­σπον­δο κρά­τος τῆς Γι­ουγ­κοσ­λα­βί­ας ἡ Δη­μο­κρα­τί­α τῆς Μα­κε­δο­νί­ας ποὺ ἡ δι­κή μας ἡ θέ­ση καὶ στά­ση δὲν ἦ­ταν αὐ­τὴ ποὺ θὰ ἔ­πρε­πε νὰ ἦ­ταν. Καὶ ἡ δεύ­τε­ρη ση­μαν­τι­κὴ στιγ­μὴ τῆς ἱ­στο­ρί­ας ἦ­ταν ὅ­ταν δι­α­λύ­ον­ταν τὸ Ὁ­μό­σπον­δο κρά­τος τῆς Γι­ουγ­κοσ­λα­βί­ας, ποὺ πραγ­μα­τι­κὰ τό­τε οἱ  Εὐ­ρω­παῖ­οι καὶ εἰ­δι­κὰ οἱ Γερ­μα­νοὶ καί­γον­ταν νὰ ἀ­να­γνω­ρί­σουν τὴν Σλο­βε­νί­α ὡς ἀ­νε­ξάρ­τη­το κρά­τος καὶ ἀ­κό­μη δὲν εἶ­χε ἀ­να­γνω­ρι­στεῖ τὸ κρά­τος τῶν Σκο­πί­ων ὡς FYROM. Θὰ μπο­ρού­σα­με κι ἐ­μεῖς τό­τε νὰ πά­ρου­με τὴν ἱ­στο­ρι­κὴ αὐ­τὴ εὐ­και­ρί­α καὶ νὰ χρη­σι­μο­ποι­ή­σου­με ἀ­κρι­βῶς αὐ­τοὺς τοὺς ὀρ­γα­νι­σμοὺς στοὺς ὁ­ποί­ους ἀ­νή­κου­με καὶ μὲ ἐν­δε­χο­μέ­νως βέ­το τὴν ἐ­πο­χὴ ἐ­κεί­νη νὰ ζη­τή­σου­με αὐ­το­μά­τως τὴν ἀ­να­γνώ­ρι­ση τοῦ κρά­τους τῶν Σκο­πί­ων ἔ­τσι ὅ­πως ἐ­μᾶς θὰ μᾶς συ­νέ­φε­ρε.

–          Ἀ­κρι­βεῖς καὶ ἐ­πω­φε­λεῖς οἱ ἐ­πι­ση­μάν­σεις καὶ δὲν ἔ­χει κα­νεὶς ἀν­τίρ­ρη­ση ἐπ᾿ αὐ­τῶν. Ὅ­μως στὶς δύ­ο λαμ­πρὲς ἐ­κεῖ­νες εὐ­και­ρί­ες, ἐ­ὰν στὴν κά­θε ἁρ­μό­δια θέ­ση εἶ­χε το­πο­θε­τη­θεῖ ἀ­πὸ τὸ οἱ­ον­δή­πο­τε κόμμα, τὸν οἱ­ον­δή­πο­τε πο­λι­τι­κό, τὸ ἐν­δε­δειγ­μέ­νο πρό­σω­πο, θὰ γι­νό­ταν πρά­ξη αὐ­τὸ ποὺ δὲν ἔ­γι­νε.

–          Θὰ ἤ­θε­λα νὰ μᾶς πεῖ­τε, οἱ ἐ­ρευ­νη­τές, ἡ ἐ­πι­στη­μο­νι­κὴ κοι­νό­τη­τα για­τί δὲν βγαί­νει πιὸ μπρο­στὰ ἀπ᾿ ὅ­τι βγαί­νει;

–          Ἔ­χε­τε ἀ­πό­λυ­τα δί­και­ο καὶ εἶ­ναι ἡ πρώ­τη φο­ρὰ πού μοῦ τί­θε­ται τέ­τοι­ο ἐ­ρώ­τη­μα. Λέ­με πολ­λὲς φο­ρές, ἂν γί­νε­ται κά­τι, τί κά­νει ἡ Ἐκ­κλη­σί­α καὶ τί κά­νει ὁ σπου­δαγ­μέ­νος κό­σμος; Ἔ­χω νὰ σᾶς πῶ εὐ­χά­ρι­στο πρῶ­τα. Αὐ­τὴ τὴ στιγ­μὴ κυ­ρί­ες καὶ κύ­ριοι οἱ ἐ­πι­στή­μο­νες καὶ μά­λι­στα ὅ­λων τῶν εἰ­δι­κο­τή­των τῆς ἡ­με­δα­πῆς καὶ τῆς ἀλ­λο­δα­πῆς, ἀ­πό­δη­μοι καὶ γη­γε­νεῖς εἶ­ναι τριά­ντα πέν­τε χι­λιά­δες. Ἐ­ὰν εἶ­ναι κά­τι ποὺ ἀ­φο­ρᾶ στὸ Μα­κε­δο­νι­κό, τὸ βρά­δυ θὰ μοῦ ἔρ­θη σπί­τι μὲ τὴν και­νούρ­για τε­χνο­λο­γί­α τὸ e-mail. Ὅ­μως πρέ­πει νὰ σᾶς πῶ καὶ τὸ θλι­βε­ρό: Ὑ­πάρ­χουν ὅ­μως, δυ­στυ­χῶς σὲ ση­μαν­τι­κὸ πο­σο­στό, ἄν­θρω­ποι ποὺ δὲν ξέ­ρω ἂν εἶ­ναι οἱ ἀν­θρώ­πι­νες ἀ­νάγ­κες, για­τί δὲν ἔ­χου­με νι­κή­σει τὸν μα­μω­νὰ ὅ­πως θὰ ἔ­πρε­πε. Δη­λα­δὴ δὲν ὑ­πάρ­χει στα­θε­ρό­τη­τα ἑ­νὸς ἐ­πι­στή­μο­να στὴν ἀ­λή­θεια καὶ μό­νο. Τὰ τε­λευ­ταῖα χρό­νια ὁ μα­μω­νᾶς ἔ­χει βά­λει τὸ πό­δι του μέ­σα καὶ γί­νο­μαι συγ­κε­κρι­μέ­νος: Εἴ­χα­με ἕ­να βι­βλί­ο ἱ­στο­ρί­ας τῆς ἕ­κτης Δη­μο­τι­κοῦ, ξε­σή­κω­σε τὸν κό­σμο. Ἐξ ἀ­φορ­μῆς αὐ­τοῦ ἀ­να­κα­λύ­ψα­με ὅ­τι στὴ Θεσ­σα­λο­νί­κη ὑ­πῆρ­χε Σω­μα­τεῖ­ο γιὰ τὴ Δη­μο­κρα­τί­α καὶ τὴ συμ­φι­λί­ω­ση τῶν λα­ῶν τῆς Νο­τι­ο­α­να­το­λι­κῆς Εὐ­ρώ­πης. Τί πιὸ ὡ­ραῖ­ο, τί πιὸ εὐ­χά­ρι­στο; Τί λέ­ει ὁ τί­τλος; «Κέν­τρο γιὰ τὴ Δη­μο­κρα­τί­α καὶ τὴ συμ­φι­λί­ω­ση τῶν λα­ῶν τῆς Νο­τι­ο­α­να­το­λι­κῆς Εὐ­ρώ­πης». Τί ἀ­πο­σκο­πεῖ ἡ προ­σπά­θειά σας; Στὴ συμ­φι­λί­ω­ση; Πῶς; Μὲ τὴν ἱ­στο­ρί­α, δη­λα­δὴ νὰ γρά­ψου­με τῆς ἱ­στο­ρί­α! Ἐ­γὼ εἶ­μαι τῆς κα­λύ­τε­ρης ἀ­πό­ψε­ως ὅ­τι ὅ­λοι θέ­λου­με τὴν ἀ­λή­θεια, ὅ­λοι ἀ­πὸ τὶς ρί­ζες μας εἴ­μα­στε κα­λο­φτι­αγ­μέ­νοι. Δὲν ὑ­πάρ­χει σὲ τέσ­σε­ρις τό­μους τῆς ἱ­στο­ρί­ας ποὺ ἔ­χει γρά­ψει αὐ­τὸ τὸ ἵ­δρυ­μα οὔ­τε μί­α λε­ξού­λα γιὰ τὸν Ἑλ­λη­νι­σμὸ τῆς ἀρ­χαί­ας πε­ρι­ό­δου. Δη­λα­δὴ ἀ­πὸ πό­τε ἀρ­χί­ζει ἡ ἱ­στο­ρί­α μας; Λέ­με ἐ­μεῖς ἀ­πὸ τοὺς Ὀ­λυμ­πια­κοὺς Ἀ­γῶ­νες. Βάλ­τε ἀ­πὸ τὸν Ὅ­μη­ρο. Ἀ­πὸ τὸν Ὅ­μη­ρο μέ­χρι τὴν ὥ­ρα πού ἔρ­χον­ται οἱ Ρω­μαῖ­οι; Γι᾿ αὐ­τὸ τὸ πρᾶγ­μα δὲν ξέ­ρει ὁ Μολ­δα­βὸς ἂν ὑ­πάρ­χου­με, κι ὅ­μως οἱ δι­κοί μας οἱ Ἕλ­λη­νες στὰ χρό­νια ἐ­κεῖ­να τοῦ Ὁ­μή­ρου εἶ­ναι ἐ­κεῖ πά­νω στὴ Μολ­δα­βί­α, μὲ ἐ­πι­στη­μο­νι­κὰ ἔρ­γα ὄ­χι Ἑλ­λή­νων, ἀλ­λὰ Μολ­δα­βῶν, Οὐ­κρα­νῶν ξέ­νων καὶ μὲ λα­τρεί­α. Μά­λι­στα ὑ­πάρ­χει μί­α Οὐ­κρα­νὴ Ἀκα­δη­μα­ϊ­κὸς Τα­τιά­να Μπλα­βά­σκα­για, ἀ­κοῦ­στε καὶ τὸν τί­τλο: «Ἡ κρη­τι­κὴ ἐ­πο­ποι­ΐ­α κα­τὰ τὸν 17ο αἰ­ῶ­να ἕ­ως τὸν 15ο αἰ­ῶ­να π.Χ.». Καὶ τὸ δη­μο­σι­εύ­ει τὸ ἄρ­θρο της ἡ ξέ­νη αὐ­τὴ Σλά­βα, στὴν ἐ­πι­στη­μο­νι­κὴ ἐ­πε­τη­ρί­δα τῆς Φι­λο­σο­φι­κῆς Σχο­λῆς τοῦ Πα­νε­πι­στη­μί­ου τῶν Σκο­πί­ων. Ἀ­πὸ τὸ 1975 εἶ­ναι δη­μο­σι­ευ­μέ­νο, δὲν τὸ βρῆ­κα σὲ κα­νέ­να Ἑλ­λη­νι­κὸ δη­μο­σί­ευ­μα. Ἀ­πὸ αὐ­τὸ ὅ­μως μὲ τὸ βι­βλί­ο τοῦ κέν­τρου γιὰ τὴ Δη­μο­κρα­τί­α καὶ τὴ συμ­φι­λί­ω­ση δὲ μα­θαί­νει. Δὲ μα­θαί­νει ὅ­μως καὶ γιὰ τὰ χρό­νια τῆς Ρω­μαι­ο­κρα­τί­ας. Καὶ τί σημασία ἔχει; Ὄχι Ἕλληνες. Ὄχι. Ξένοι, Βούλγαροι, Ἀλβανοί, ξέ­ρε­τε πῶς ἀ­κού­γε­ται αὐ­τό; Σὰν ἀ­νέκ­δο­το. Ἀλ­βα­νοί. Νὰ ἔ­χης τώ­ρα τὸν Μπά­σε­ρι Μπὶ δὲν τὸν ξέ­ρουν οὔ­τε οἱ Ἀλ­βα­νοί, οἱ δι­κοί μας βέ­βαι­α δὲν ἀ­σχο­λοῦν­ται μὲ ὅ­σους τι­μί­ους καὶ θαρ­ρα­λέ­ους ξέ­νους γρά­φους γιὰ Ἑλ­λη­νι­σμό. Ἂν δὲ, πεῖ­τε γιὰ τοὺς Ρου­μά­νους, θὰ σᾶς πῶ μό­νο ἕ­να σύγ­γραμ­μα ἑ­νὸς Ρου­μά­νου «Ἡ ἐ­πί­δρα­ση ἡ Ἑλ­λη­νι­κὴ στὴν κοι­λά­δα τοῦ Δου­νά­βε­ως», Βα­σί­λε Περ­βᾶν ὁ Ἀ­κα­δη­μα­ϊ­κός, ἀ­τε­λεί­ω­τα ἔρ­γα, δι­θύ­ραμ­βος στὸν Ἑλ­λη­νι­σμό, ὅ­τι πῆ­ραν αὐ­τά, ἔ­κα­ναν ἐ­κεῖ­να. Δεῖ­τε τὸν Σλά­βο τί γρά­φει, πῶς μπό­ρε­σαν ἀρ­χι­κὰ οἱ μὴ Ἑλ­λη­νι­κοὶ πλη­θυ­σμοὶ τῆς Χερ­σο­νή­σου οἱ Ἰλ­λυ­ριοὶ νὰ ἀ­κο­λου­θή­σουν τοὺς Ἕλ­λη­νες ποὺ ἦ­ταν δι­α­σκορ­πι­σμέ­νοι με­τα­ξύ τους καὶ νὰ γί­νουν καὶ ναυ­τι­κοὶ καὶ ἐ­παγ­γελ­μα­τί­ες καὶ νὰ φτά­σουν νὰ ἱ­δρύ­σουν κυ­κλώ­πεια τεί­χη, κα­τα­πλη­κτι­κὰ ἔρ­γα οὔ­τε στὴν Ἑλ­λά­δα τὰ δι­δά­σκου­με, λέ­τε καὶ εἶ­ναι πρό­γραμ­μα.

–          Με­τὰ τὶς τό­σες ὑ­πο­χω­ρή­σεις πού ἔ­χου­με κά­νει βλέ­πε­τε νὰ ὑ­πάρ­χη μί­α ἀ­να­τρο­πὴ τοῦ κλί­μα­τος;

–          Αὐ­τὸ εἶ­ναι ὁ κα­ϋ­μὸς τοῦ Ἕλ­λη­να. Θὰ μπο­ρού­σα­με νὰ μι­σοῦ­με, δὲν μι­σοῦ­με. Ἐ­γὼ δὲ θὰ βρῶ ἕ­ναν ἐ­δῶ, δὲ θὰ βρῶ μί­α ποὺ νὰ τρέ­φη μί­σος γιὰ τὸν Σκο­πια­νό. Λυ­πᾶ­ται γιὰ τὴν δι­κή μας ἀ­δε­ξι­ό­τη­τα, τὴν εὐ­θύ­νη μας δη­λα­δή. Δὲ θὰ πῶ τὸ γνω­στὸ ποὺ ὁ κα­θέ­νας λέ­ει σὲ τέ­τοι­ες στιγ­μές, ἡ ἐλ­πί­δα πε­θαί­νει τε­λευ­ταία! Ἀ­κοῦ­στε, ὁ Ἑλ­λη­νι­σμὸς τὸ ἀ­πέ­δει­ξε στὸ διά­βα, ὄ­χι τῶν αἰ­ώ­νων, τῶν χι­λι­ε­τι­ῶν. Αὐ­τὸ ποὺ δὲν εἶ­χε κά­νει γιὰ χί­λια χρό­νια, καὶ σὲ μί­α στιγ­μὴ μπο­ρεῖ νὰ γί­νη. Καὶ τὸ ἐλ­πί­ζω, δὲν τὸ εὔ­χο­μαι. Ἀρ­κε­τὰ λά­θη κά­να­με, και­ρὸς νὰ συ­νέλ­θου­με, ἀλ­λὰ αὐ­τὸ θὰ γί­νη νω­ρί­τε­ρα, ἂν ὁ Ἑλ­λη­νι­κὸς λα­ὸς ὅ­πως σή­με­ρα ἐ­δῶ, ἀρ­χί­σει νὰ ἔ­χη γνώ­μη καὶ δι­κή του καὶ προ­πάν­των νὰ τὴν δι­α­τυ­πώ­νη.

–          Δι­και­οῦν­ται ὡ­στό­σο ἢ νο­μι­μο­ποι­οῦν­ται οἱ Σκο­πια­νοὶ νὰ χρη­σι­μο­ποι­οῦν τὸ γε­ω­γρα­φι­κὸ ὄ­ρο Μα­κε­δο­νί­α;

–          Γιὰ δί­και­ο δὲν μπο­ρεῖ νὰ γί­νη λό­γος. Τό­τε, θὰ μοῦ πεῖ­τε, πῶς τὸ τολ­μοῦν; Ἔ­χουν βαλ­τούς. Σᾶς εἶ­πα προ­η­γου­μέ­νως φο­βοῦ­μαι τὸν ἀ­δύ­να­το γεί­το­να δι­ό­τι βρί­σκει ἰ­σχυ­ροὺς ποὺ θὰ τὸν σπρώ­χνουν ἐ­ναν­τί­ον μου. Γιὰ νὰ μὲ ἀ­πα­σχο­λή­σουν ἐ­μέ­να ὡς χώ­ρα σὲ κά­ποι­α στιγ­μὴ δύ­σκο­λη καὶ αὐ­τὴ τὴν ὥ­ρα ὁ δι­κός μου ὁ φό­βος δὲν εἶ­ναι αὐ­τός μοῦ πα­ρου­σιά­ζουν ὅ­λα τὰ πράγ­μα­τα μαῦ­ρα για­τί κά­τι θέ­λουν νὰ κά­νουν στὴν Κύ­προ χει­ρό­τε­ρο ἀ­πὸ αὐ­τὸ ποὺ ὑ­πάρ­χει, κά­τι νὰ κά­νουν στὸ Αἰ­γαῖ­ο, κά­τι νὰ μοῦ φορ­τώ­σουν ἐ­δῶ στὰ Σκό­πια. Γι᾿ αὐ­τὸ ὑ­πάρ­χει λό­γος οὐ­σι­α­στι­κὸς νὰ μὴν ἀ­φε­θοῦ­με μό­νο στὴν ἀ­λή­θεια, μό­νο στὸ δί­και­ο, νὰ ὑ­πάρ­ξη ἐ­πα­γρύ­πνη­ση καὶ νὰ συγ­χω­ροῦ­με καμ­μιὰ φο­ρά… Ὅ­σες φο­ρὲς ὁ Ἑλ­λη­νι­σμὸς ἑ­νώ­θη­κε καὶ θὰ ἦ­ταν κρί­μα ἂν δὲν γί­νει αὐ­τό… Τὸ 1940 ὅ­λοι, ἀ­κό­μα καὶ οἱ ἐ­ξό­ρι­στοι ζή­τη­σαν νὰ κα­τα­τα­γοῦν στὸ Μέ­τω­πο… Ἐλ­πί­ζω νὰ μὴ χρεια­στῆ νὰ γί­νη κά­τι τέ­τοι­ο, κα­λὰ εἶ­ναι ὅ­μως νὰ ἔ­χου­με κα­ρα­ού­λι.

–          Ἡ ἀ­δρά­νεια αὐ­τὴ τῆς χώ­ρας μας γιὰ τὰ Ἐ­θνι­κὰ θέ­μα­τα εἶ­ναι ἀ­μέ­λεια, ποὺ καὶ αὐ­τὴ δὲν δι­και­ο­λο­γεῖ­ται, ἢ ὑ­πο­κύ­πτου­με σὲ κά­ποι­ες πι­έ­σεις ἢ εἶ­ναι κά­ποι­α γε­ω­πο­λι­τι­κὰ σχέ­δια μελ­λον­τι­κά;

–          Εἶ­ναι ὅ­λα ὅ­σα ὑ­πο­θέ­τε­τε.

–          Ἐ­κεῖ­νο ποὺ μὲ προ­βλη­μα­τί­ζει εἶ­ναι ὅ­τι ὅ­λη αὐ­τὴ ἡ πλα­δα­ρό­τη­τα καὶ χα­λα­ρό­τη­τα τοῦ ἐ­πι­σή­μου Κρά­τους ἔ­χει με­τα­φερ­θεῖ καὶ στὴ νε­ο­λαία­ μας… Ὁ πνευ­μα­τι­κὸς κό­σμος πρέ­πει νὰ ἀ­να­λά­βη πρω­το­βου­λί­α γιὰ νὰ ἐ­πα­νέλ­θη ἡ Πα­τρί­δα μας ἐ­κεῖ ποὺ τῆς ἀ­ξί­ζει.

–          Καὶ αὐ­τοὶ τοὺς ὁ­ποί­ους ἀ­νέ­φε­ρε ὁ κύ­ριος Δή­μαρ­χος, ὅ­λοι μας, (νὰ ἐ­πα­γρυ­πνοῦ­με) δι­ό­τι τὸ θέ­μα Μα­κε­δο­νί­α εἶ­ναι θέ­μα καί­ριο καὶ ἀ­φο­ρᾶ τὸν Ἑλ­λη­νι­σμό. Χω­ρὶς Μα­κε­δο­νί­α δὲ θὰ ὑ­πάρ­ξη Ἑλ­λάς.