Ο Γ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ ΓΙΑ ΤΑ ΑΝΤΙΔΑΝΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Ο Γ. Μπαμπινιώτης γιά τά ἀντιδάνεια στήν ἑλληνική γλώσσα

  

      Ὁ «νόστος», ἡ ἐπιστροφή στήν πατρίδα (ἀπό  τό ρῆμα νέομαι «ἐπιστρέφω»), δέν χαρακτήρισε μόνο «τή γλυκιά προσμονή τῆς ἐπιστροφῆς στήν πατρίδα» πού κατέληξε στό  νόστιμος, ἀλλά ἔδωσε καί «τόνψυχικό πόνο πού γεννάει αὐτή ἡ προσμονή», τή νοσταλγία. Καί ἦταν μάλιστα οἱ Γάλλοι πού κατέφυγαν στίς ἑλληνικές λεξιλογικές πηγές, πλάσσοντας πρῶτοι αὐτοί το ἄλγος τοῦ νόστου, τό nostalgie. Ἔτσι, ἀπό ἄλλο δρόμο, ἡ λέξη ἐπέστρεψε στή «λεξιλογική πατρίδα» της.

     Ἡ ἐπιστροφή μιᾶς λέξης ὡς δανείου στή γλῶσσα ἀπό τήν ὁποία ξεκίνησε χαρακτηρίζεται  ὡς ἀντιδάνειο, ὡς ἐπιστροφή δανείου, ὡς ἐπιστροφή μιᾶς λέξης στή γλῶσσα στήν ὁποία γεννήθηκε. Ἀπό τίς πιό ἀποκαλυπτικές διαδικασίες λειτουργίας τῆς γλώσσας στό πεδίο συνάντησης τῶν λαῶν καί τῶν πολιτισμῶν εἶναι τά ἀντιδάνεια. Συνιστοῦν μαρτυρίες τῆς περιπέτειας στή ζωή τῶν λέξεων καί μαζί παραδείγματα τοῦ πόσο αὐτά τά κατεξοχήν πνευματικά δημιουργήματα, πού εἶναι οἱ λέξεις, ἐξελίσσονται ἐννοιολογικά περνώντας ἀπό γλώσσα σέ γλώσσα, ἀπό λαό σέ λαό, γιά νά ξαναγυρίσουν συχνά στόν τόπο καταγωγῆς τους πραγματοποιώντας ἔτσι τόν «λεξιλογικό νόστο» τους.

     Ποιός περίμενε λ.χ. ὅτι ἡ σχολαστικότατη ἔννοια πού δηλώνει ἡ ἀρχαία

ἑλληνική  λέξη γραμματική θά ἐπέστρεφε μετά ἀπό αἰῶνες στή σημερινή

ἑλληνική  γλῶσσα ὡς γκλάμουρ! Μέ συνήθη γέφυρα τή λατινική γλῶσσα ἡ λέξη πέρασε ἀπό  τά Ἑλληνικά στά παλαιά Γαλλικά  κι ἀπό κεῖ στήν παλαιά Ἀγγλική, ὅπου ἡ ἀρχική σημασία «γραμματική», ὡς γνώση τῶν ὀλίγων μορφωμένων, πῆρε τόν χαρακτήρα «τῆς ἀπόκρυφης  γνώσης» καί,

κάτ΄ ἐπέκταση, «τῆς μαγείας», γιά νά ἐξελιχθεῖ  μέσῳ τῆς Σκωτικῆς (glammar) στή σημασία  «μαγική ὀμορφιά» (19ος αἰ.) καί κατόπιν – μέ τή μορφή glamour – σέ «γοητεία, αἴγλη» μέ τήν ὁποία καί ἐπανῆλθε στήν Ἑλληνική.

     Μία ἄλλη ἐνδιαφέρουσα ἐξέλιξη εἶχε ἡ ἀρχαία ἑλληνική λέξη ποινή. Μέσῳ πάλι τῆς Λατινικῆς καί τῆς παλαιᾶς Νορμανδικῆς, τό ἑλληνικό ποινή κατέληξε στό ἀγγλ. penalty, γιά νά ἐπιστρέψει (ὡς ἀντιδάνειο) στήν

Ἑλληνική  ὡς πέναλτι, ὅρος στό ποδόσφαιρο!

     Δέν «θά  ‘κοβε τό κεφάλι του» κανείς ὅτι  τό ἰταλικότατο πιάτσα δεν μπορεῖ  νά ἔχει σχέση μέ Ἑλληνικά; Ε, λοιπόν, τό πιάτσα ξεκίνησε ἀπό το (ἤδη  ἀρχαῖο) ἑλληνικό πλατεῖα (ἐνν.  ὁδός ), θηλ. τοῦ ἐπιθέτου πλατύς, μέσῳ  τοῦ λατιν. platea («φαρδύς δρόμος»  μέσα στήν πόλη), πέρασε στην Ἰταλική ὡς piazza (ἀρχικά plaza), ἀπ’ ὅπου ἤδη στά μεσαιωνικά χρόνια  ἐπέστρεψε στήν Ἑλληνική ὡς πιάτσα.

     Ἡ ἔκπληξη  κορυφώνεται στήν προέλευση τῆς  λ. γόνδολα. Μεταφράζω τι γράφεται  σχετικά στό ἐγκυρότερο λεξικό τῆς  Ἀγγλικῆς, στό Random Ηouse Webster΄s College Dictionary, λῆμμα gondola: «[εἰσῆλθε στήν Ἀγγλική τό] 1540-50 ἀπό τήν Ἰταλική, πού πάει πίσω στά Βενετσιάνικα, πιθανόν ἀπό μεσαιωνικό ἑλληνικό κοντούρα «μικρό ἀκτοπλοϊκό σκάφος», θηλ. τοῦ ἐπιθ. κόντουρος «κοντός, κυριολ. σκάφος μέ οὐρά» ἀπό τό ὄψιμο ἑλληνικό κοντός + ἑλλ. -ουρος ἀπό τό ἑλλην. οὐρά ». Σκάφος, λοιπόν, μέ κοντή οὐρά ἡ ἰταλ. gondola (γόνδολα) ξαναγύρισε στήν Ἑλληνική ὡς γόνδολα!

     Κι  ἐπειδή δέν νοεῖται καλοκαίρι  χωρίς τό γαλλικότατο πλάζ (γαλλ. plage), ἄς  παρακολουθήσουμε τήν ἐτυμολογία  τῆς λέξης. Ἦλθε ἀπό τό γαλλ. plage, δάνειο ἀπό ἰταλ. piaggia «πλαγιά-ἀκρογιαλιά», πού προῆλθε ἀπό μεσαιωνικό λατινικό plagia «ἐπικλινές ἔδαφος», τό ὁποῖο ἀνάγεται στο ἀρχ. ἑλλην. πλάγια (τά), «πλευρές» (κυρίως στρατιωτικός ὅρος), οὐδ. τοῦ ἐπιθ. πλάγιος.

     Καί βέβαια δέν νοεῖται καλοκαίρι χωρίς τουρισμό καί τούρ (ὁμόρριζα τά

τουρνέ  καί τουρνουά ). Ἀλλά πόσο γνωστό εἶναι  στούς μή εἰδικούς ὅτι ὅλες  αὐτές οἱ γαλλικές λέξεις (tour, tourisme, tourn e, tournoi) πού πέρασαν στήν Ἑλληνική (στήν Ἀγγλική καί  σέ ἄλλες γλῶσσες) εἶναι προϊόν δανεισμοῦ ἀπό τήν ἑλλην. λέξη τόρνος. Αὐτή ἡ ἀρχαία ἑλλην. λέξη, μέσῳ πάλι τῆς Λατινικῆς (tornus καί ρ. tornare «γυρίζω τόν τροχό, τον τόρνο»), ἔδωσε τό γάλλ. tourner «περιστρέφω, γυρίζω» ἀπ΄ ὅπου τό tour. Ἔτσι ὁ τόρνος ἐπέστρεψε στήν Ἑλληνική ὡς τούρ.

     Ὁ κατάλογος τέτοιων λέξεων (ἀντιδανείων) εἶναι μακρός καί ὁ σχολιασμός θά ἔπαιρνε πολλές σελίδες. Ἐδῶ θά δώσω μερικές νύξεις μόνο. Θά ἀναφέρω ὅτι τό γάμπα καί τό ζαμπόν ξεκίνησαν ἀπό τό ἑλλην. καμπή! Τό γαρύφαλλο ἀπό τό καρυόφυλλο, ὁ τζίρος ἀπό τό γῦρος, τό μασίφ ἀπό τό μᾶζα, το κάλμα ἀπό τό καῦμα, ὁ καναπές ἀπό τό κωνώπιον ( κώνωψ ), τό κανόνι ἀπό τό κάννη, τό καντίνα ἀπό τό κανθός, τό κορδόνι ἀπό τό χορδή, τό κουπόνι ἀπό τό κόλαφος (κόλαφος – ὄψιμο λατ. colaphus- παλ. γαλλ. colp – coup ), τό κρετίνος ἀπό τό Χριστιανός, τά λαζάνια ἀπό τό ἀρχ. Λάσανον («τρίποδας ὡς βάση ἀγγείων καί δοχείων»), τό λατέρνα ἀπό τό λαμπτήρ , ἡ μάντολα ἀπό τό ἀμύγδαλο, ἡ μαρμελάδα ἀπό τό μελίμηλο, τό μπαρούτι ἀπό τό πυρίτις, τά μπόρα καί μπουρίνι ἀπό τό βορρᾶς, τά μπαλλέτο – μπάλλος ἀπό τό ἀρχ. βαλλίζω, τό μπουάτ ἀπό τό πυξίς («κουτί»), τό μπουτίκ ἀπό τό ἀποθήκη, ὁ συνδικαλισμός ἀπό τό σύνδικος, τό ταξί ἀπό τό ταξίμετρο, τό σενάριο ἀπό τό σκηνή, ἡ πόζα ἀπό τό παῦσις κ.λπ. Αὐτά εἶναι μερικά ἐνδεικτικά μόνο παραδείγματα.

     Ἐπειδή ὑπάρχει κίνδυνος νά σκεφθεῖ κανείς πώς πρόκειται γιά «φτειαχτές ἐτυμολογίες» (παρετυμολογίες) κατά τό πρότυπο τοῦ  Ἕλληνα πατέρα της Βαρδάλου  στό «Γάμος ἀ λά Ἑλληνικά»!…-, σπεύδω νά διασαφήσω ὅτι τά παραδείγματα προέρχονται ἀπό τόν χῶρο τῆς  ἐπιστημονικῆς ἐτυμολογίας καί βρίσκονται σέ ὅλα τά ἀξιόπιστα ἐτυμολογικά λεξικά ἤ ἑρμηνευτικά λεξικά μέ ἐτυμολογία. Γιά ὅσες λέξεις ἔχουν σχέση μέ τήν Ἀγγλική μία πρόχειρη ματιά στό Λεξικό πού ἀνέφερα (Random Ηouse- Webster) ἤ ἄλλα συναφῆ Λεξικά θά πείσει τόν ἀναγνώστη περί τῆς ἀληθείας τῶν λεγομένων.

  

Ὁ κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης εἶναι καθηγητής τῆς  Γλωσσολογίας, πρόεδρος τοῦ Ἑλληνικοῦ  Ἱδρύματος Πολιτισμοῦ,

τέως πρύτανης τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.  

Πηγή: Διαδίκτυο