«Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΓΓΥΗΣΗ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ»: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ

Πα­να­γι­ώ­τη Στ. Μαυ­ρo­ει­δῆ

Ἱ­στο­ρι­κοῦ

 Ἡ ἐ­νί­σχυ­ση τοῦ κύ­ρους τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας εἶ­ναι ἡ βά­ση γι­ὰ τὴν ἀ­να­γέν­νη­ση τοῦ Ἔ­θνους. Αὐ­τὸ το­νί­ζει σὲ βα­ρυ­σή­μαν­τη ἐγ­κύ­κλι­ο ἐ­πι­στο­λὴ ποὺ ἀ­πέ­στει­λε πρὸς τοὺς Ἕλ­λη­νες στὶς 18 Ἀ­πρι­λί­ου 1819 ὁ Ἰ­ω­άν­νης Κα­ππο­δί­στρι­ας.

Προ­φη­τι­κὸς ὁ λό­γος τοῦ Κυ­βερ­νή­τη τῆς Ἑλ­λά­δας ποὺ γρά­φε­ται δύ­ο χρό­νι­α, πρὶν ξε­σπά­σει ἡ Ἐ­πα­νά­στα­ση τῆς Πα­λιγ­γε­νε­σί­ας καὶ ἐν­νι­ὰ χρό­νια­ προ­τοῦ κλη­θεῖ νὰ κυ­βερ­νή­σει τὸ μι­κρὸ, ἀλ­λὰ ἐ­λεύ­θε­ρο Ἑλ­λη­νι­κὸ κρά­τος.

Ὁ Κα­ππο­δί­στρι­ας ἀ­πευ­θύ­νε­ται στοὺς «ἀ­δελ­φούς του» Ἕλ­λη­νες, ὡς σὲ παι­δι­ὰ τῆς «Ἁ­γί­ας μας Μη­τέ­ρας Ἐκ­κλη­σί­ας». Τοὺς συ­νι­στᾶ νὰ ἀ­γα­ποῦν μό­νο τὸ κα­λὸ καὶ νὰ μὴν κοι­τά­ζουν μό­νο τὸ προ­σω­πι­κὸ συμ­φέ­ρον. Τοὺς λέ­ει νὰ βελ­τι­ώ­σουν τὴ ζω­ή τους καὶ νὰ ἑ­τοι­μα­σθοῦν γι­ὰ τὰ με­γά­λα πλε­ο­νε­κτή­μα­τα ποὺ προ­σφέ­ρει ἕ­νας ἠ­θι­κὸς καὶ χρι­στι­α­νι­κὸς πο­λι­τι­σμός.

Τοὺς συ­νι­στᾶ ἀ­κό­μη νὰ καλ­λι­ερ­γή­σουν τὰ γράμ­μα­τα, δι­ό­τι ἔτ­σι θὰ γί­νουν οἱ πο­λί­τες ἄ­ξι­οι τοῦ σε­βα­σμοῦ καὶ τῆς ἐμ­πι­στο­σύ­νης τῆς Πο­λι­τεί­ας καὶ βαθ­μι­αί­ως ἡ Πο­λι­τεί­α θὰ μά­θει νὰ σέ­βε­ται καὶ νὰ ἀ­κού­ει καὶ νὰ ἐμ­πι­στεύ­ε­ται τοὺς πο­λί­τες της. Οἱ Ἕλ­λη­νες πρέ­πει νὰ ἀ­σχο­λη­θοῦν ἀ­πο­κλει­στι­κὰ μὲ τὴν ἠ­θι­κὴ καὶ ἀν­θρω­πι­στι­κὴ ἐκ­παί­δευ­ση, γι­α­τί χω­ρὶς αὐ­τὴν κά­θε ἄλ­λο ἀν­τι­κεί­με­νο μόρ­φω­σης εἶ­ναι μά­ται­ο καὶ κά­θε ἐρ­γα­σί­α ἐ­πι­κίν­δυ­νη. Καὶ ἡ ἠ­θι­κὴ ἐκ­παί­δευ­ση θὰ πρέ­πει νὰ ξε­κι­νή­σει, κα­τὰ τὸν Κα­ππο­δί­στρι­α, ἀ­πὸ τὴν κα­τάρ­τι­ση τοῦ κλή­ρου.

Κα­τὰ τὴν ἄ­πο­ψή του, τὸ τε­ρά­στι­ο κῦρος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ἐ­νι­σχυ­μέ­νο μὲ τὴν κα­τάρ­τι­ση καὶ τὸ ἦ­θος τῶν κλη­ρι­κῶν της θὰ ἀ­πο­τε­λεῖ τὴν ἐγ­γύ­η­ση τῆς συ­νέ­χει­ας τοῦ Ἔ­θνους. Ἔτ­σι ἔ­βλε­πε ὁ Κυ­βερ­νή­της τὴν Ἑλ­λά­δα μέ­σα ἀ­πὸ τὴν πα­ρά­δο­ση καὶ τὴν κλη­ρο­νο­μι­ά της. Καὶ πα­ρα­κά­τω γρά­φει πὼς τὸ Ἔ­θνος ὀ­φεί­λει ὁ­λο­κλη­ρω­τι­κὴ ἀ­φο­σί­ω­ση στὴν Ἐκ­κλη­σί­α, γι­α­τί ἔτ­σι θὰ προ­ο­δεύ­σει.

Τὸ δεύ­τε­ρο ποὺ ὁ Κα­ππο­δί­στρι­ας συ­νι­στᾶ εἶ­ναι ἡ κα­τάρ­τι­ση τῶν νέ­ων σὲ θέ­μα­τα ἐ­πι­χει­ρή­σε­ων καὶ στὸ ἐ­λεύ­θε­ρο ἐ­πάγ­γελ­μα καὶ ἐμ­πό­ρι­ο. Καὶ συ­νι­στᾶ οἱ νέ­οι γι­ὰ τὴν ἠ­θι­κὴ ζω­ὴ νὰ με­τα­βαί­νουν στὴ Ρωσ­σί­α ὅ­που ἡ Ἐκ­κλη­σί­α συμ­βάλ­λει ἀ­πο­φα­σι­στι­κὰ στὴν εὐ­η­με­ρί­α τῆς χώ­ρας καὶ στὴν πρό­ο­δο τοῦ πο­λι­τι­σμοῦ της. Ἀλ­λὰ ὅ­σον ἀ­φο­ρᾶ τὶς ἐ­πι­στῆ­μες, τὶς τέ­χνες καὶ τὴν ἐ­λευ­θε­ρί­α στὸ ἐ­πι­χει­ρεῖν καὶ τὴν ἀ­νά­πτυ­ξη τῶν ἱ­κα­νο­τή­των στὸ ἐμ­πό­ρι­ο καὶ τὴν πα­ρα­γω­γή, συ­νι­στᾶ οἱ νέ­οι νὰ πᾶ­νε σὲ χῶ­ρες ποὺ δι­α­κρί­νον­ταν γι­ὰ τὶς ἐ­πι­δό­σεις τους στοὺς το­μεῖς αὐ­τοὺς ὅ­πως ἦ­ταν καὶ εἶ­ναι οἱ ΗΠΑ, ἡ Ἀγ­γλί­α καὶ ἡ Ἑλ­βε­τί­α.

Ὁ Κα­ππο­δί­στρι­α­ς  θε­ω­ροῦ­σε ὅ­τι οἱ Ἕλ­λη­νες ἔ­χουν με­γά­λες ἱ­κα­νό­τη­τες στὸ ἐμ­πό­ρι­ο καὶ τοὺς συμ­βού­λευ­σε νὰ ἀ­να­πτυ­χθεῖ σὲ κά­θε μι­κρὴ Κοι­νό­τη­τα μί­α μα­γι­ὰ ἀ­πὸ χρή­μα­τα καὶ νὰ ἐ­πι­λε­γοῦν ἄν­θρω­ποι μὲ εὐ­αι­σθη­σί­ες, μὲ ἦ­θος κι ἱ­κα­νό­τη­τες γι­ὰ νὰ δι­α­χει­ρι­στοῦν τὴν πε­ρι­ου­σί­α αὐ­τὴ καὶ νὰ τὴν αὐ­ξή­σουν. Τὴν ἐ­λευ­θε­ρί­α λοι­πὸν στὶς ἐ­πι­χει­ρή­σεις ὁ Κα­ππο­δί­στρι­ας τὴν ἔ­βλε­πε ὡς πα­ράλ­λη­λη μὲ τὴν ἀ­φο­σί­ω­ση στὴ Ἐκ­κλη­σί­α καὶ μὲ τὴν ἀ­πό­κτη­ση δι᾿ αὐ­τῆς ἐν­τί­μου καὶ ὑ­γι­οῦς φρο­νή­μα­τος.

Τέ­λος, ὁ Ἰ­ω­άν­νης Κα­ππο­δί­στρι­ας προ­ει­δο­ποι­εῖ ὅ­τι ἂν οἱ Ἕλ­λη­νες δὲν ἀ­κο­λου­θή­σουν αὐ­τὴ τὴ γραμ­μή, τῆς ἀ­φο­σί­ω­σης στὴν Ἐκ­κλη­σί­α καὶ τῆς ἐ­πί­δο­σης στὴν ἐκ­παί­δευ­ση, στὶς ἐ­πι­στῆ­μες, τὶς τέ­χνες καὶ τὸ ἐμ­πό­ρι­ο, τό­τε οἱ θυ­σί­ες τους θὰ πᾶ­νε χα­μέ­νες καὶ δυ­στυ­χί­α θὰ προ­στε­θεῖ στὴν Ἑλ­λά­δα. Γι­α­τί ἡ ἀ­νά­πτυ­ξη καὶ ἡ εὐ­η­με­ρί­α, κα­τὰ τὴ γνώ­μη του, ἔρ­χε­ται μὲ τὸ νὰ ἀ­παλ­λα­γεῖ ὁ Ἕλ­λη­νας ἀ­πὸ μά­ται­ες φι­λο­δο­ξί­ες καὶ ἀ­πὸ ἰ­δι­ο­τε­λῆ συμ­φέ­ρον­τα καὶ νὰ ἀ­φι­ε­ρω­θεῖ στὰ συμ­φέ­ρον­τα μό­νο τῆς γε­νέ­θλι­ας γῆς του. Καὶ ὁ­λο­κλη­ρώ­νει τὴν ἐγ­κύ­κλι­ο ἐ­πι­στο­λὴ του το­νί­ζον­τας ὅ­τι ἐλ­πί­ζει πὼς δὲν θὰ ὑ­πάρ­ξει ὁ κίν­δυ­νος νὰ ἔ­χει καὶ ἄλ­λα δει­νὰ ἡ Πα­τρί­δα, δι­ό­τι «οἱ συ­νέ­πει­ες τῶν λα­θῶν τῶν προ­η­γου­μέ­νων γε­νε­ῶν με­τροῦν ἀ­κό­μη στὶς κε­φα­λὲς τοῦ Ἑλ­λη­νι­κοῦ Ἔ­θνους». Τὴν ἀ­πα­ραί­τη­τη συμ­βο­λὴ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας στὴν ἀ­νά­πτυ­ξη καὶ εὐ­η­με­ρί­α τῆς Ἑλ­λά­δος τὴν πα­ρα­δέ­χον­ται καὶ Τοῦρ­κοι εἰ­δι­κοὶ ἐ­πι­στή­μο­νες, ἀλ­λὰ τὴν ἀρ­νοῦν­ται οἱ δι­κοί μας «δι­α­νο­ού­με­νοι»… Ἀ­να­φέ­ρει ὁ κα­θη­γη­τὴς Ἀν­τνὰν Ἐκ­σιγ­κὶλ ὅ­τι σὲ ἀν­τί­θε­ση μὲ τὸ Ἰσ­λάμ, τοῦ ὁ­ποί­ου ὁ ρό­λος ἦ­ταν ἀρ­νη­τι­κὸς στὴν ἀ­νά­πτυ­ξη τοῦ Τουρ­κι­κοῦ Ἔθνους-κρά­τους, στὴν Ἑλ­λά­δα «ἡ Θρη­σκεί­α ἔ­παι­ξε ἕ­να ρό­λο μᾶλ­λον θε­τι­κὸ καὶ κα­θο­ρι­στι­κὸ στὴν ἀ­νά­πτυ­ξή της». Καὶ συμ­πλη­ρώ­νει: «Ἀ­να­λο­γι­σθεῖ­τε τοὺς πο­λυ­ά­ριθ­μους Ἕλ­λη­νες ἥ­ρω­ες ποὺ ἦ­ταν ἱ­ε­ρεῖς καὶ ἄν­θρω­ποι τῆς Θρη­σκεί­ας. Οἱ Τοῦρ­κοι δὲν ἔ­χουν κα­μμί­α ἀ­νά­λο­γη θρη­σκευ­τι­κὴ μορ­φὴ στὴν ἱ­στο­ρί­α τους».