Τὸ ψευτὸ-χάρισμα τῆς γλωσσολαλιᾶς στοὺς Πεντηκοστιανοὺς – Ἡ «γλωσσολαλιὰ» εἶναι ἡ νοερὰ προσευχὴ

Τού Αρχιμ. π. Χρυσοστόμου Μαϊδώνη,

Πρωτοσυγκέλλου Ιεράς Μητροπόλεως Ιερισσού

 

Τὸ ψευτὸ-χάρισμα τῆς γλωσσολαλιᾶς στοὺς Πεντηκοστιανοὺς

 

Α. Η πλάνη

Όλοι οι Πεντηκοστιανοί έχουν αναγάγει την γλωσσολαλιά σε βασικό τους δόγμα. Η ζωή τους περιστρέφεται γύρω από αυτό τό «ψευτοχάρισμα», γιατί καί είναι τό μόνο χαρακτηριστικό όπως λένε, πού μπορεί νά “αποδείξει” εξωτερικά την «αυθεντία» τους.

Λένε· «Σημείο ότι ο πιστός έλαβε “Πνεύμα Άγιο” είναι οι ξένες γλώσσες, τίς οποίες μιλάει, καθώς τό “Πνεύμα” δίνει σ’ αυτόν». 

Β. Τό χάρισμα τής γλωσσολαλιάς στην πρώτη Εκκλησία

Ο Κύριος αναφέρει την γλωσσολαλιά σάν ένα «σημείο», σάν απόδειξη τής πίστεως σ’ Εκείνον. «Σημεία δέ τοίς πιστεύσασι ταύτα παρακολουθήσει· εν τώ ονόματί μου δαιμόνια εκβαλούσι· γλώσσαις λαλήσουσι καιναίς· όφεις αρούσι· κάν θανάσιμόν τι πίωσιν, ου μή αυτούς βλάψει· επί αρρώστους χείρας επιθήσουσι, καί καλώς έξουσι»(Μαρκ. ιστ΄, 17-18).

Καί ενώ εδώ ο Κύριος αναφέρει πέντε θαύματα σάν απόδειξι καί αποτέλεσμα τής πίστεως εις Αυτόν, οι Πεντηκοστιανοί απομονώνουν τό ένα χάρισμα τής γλωσσολαλιάς καί απορρίπτουν τά υπόλοιπα τέσσερα.

Στην Εκκλησία τών Αποστολικών χρόνων έχουμε δύο είδη γλωσσολαλιάς, την γλωσσολαλιά τών Αποστόλων τής ημέρας τής Πεντηκοστής καί την γλωσσολαλιά, ως χάρισμα τού Αγίου Πνεύματος, στούς πιστούς τής πρώτης Εκκλησίας.

1. Η πρώτη περίπτωσις γλωσσολαλιάς είναι τό γεγονός τής Πεντηκοστής (Πράξ. β΄ 1-42). Οι Άγιοι Απόστολοι «επλήσθησαν Πνεύματος Αγίου, καί ήρξαντο λαλείν ετέραις γλώσσαις καθώς τό Πνεύμα εδίδου αυτοίς αποφθέγγεσθαι» (Πράξ. β΄ 4). Στην περίπτωσι αυτή οι Απόστολοι μιλούν συγκεκριμένες γλώσσες, τίς οποίες καταλάβαιναν οι εκ διαφόρων λαών ακροαταί τού κηρύγματός τους.

«Ήκουον είς έκαστος τή ιδία διαλέκτω λαλούντων αυτών» (στ. 6). Παρόντες ήσαν «Πάρθοι καί Μήδοι καί Ελαμίται, καί οι κατοικούντες την Μεσοποταμίαν, Ιουδαίαν τε καί Καππαδοκίαν, Πόντον καί την Ασίαν, Φρυγίαν τε καί Παμφυλίαν, Αίγυπτον καί τάμέρη τής Λιβύης τής κατά Κυρήνην καί, οι επιδημούντες Ρωμαίοι, Ιουδαίοί τε καί Κρήτες καί Άραβες» (στ. 9-11).

Η «γλωσσολαλιά» τών Πεντηκοστιανών, δηλ. οι υστερικές κραυγές καί οι ψυχοπαθολογικές καταστάσεις δέν έχουν καμμιά σχέσι μέ τίς «ετέραις γλώσσαις», τίς κατανοητές γλώσσες πού μίλησαν οι Απόστολοι τήν ημέρα τής Πεντηκοστής.

Ο Ιερός Χρυσόστομος μάς λέει, «ότι αυτό τό χάρισμα τό είχαν ανάγκη οι Απόστολοι, γιά νά μπορέσουν νά διδάξουν σέ όλους τούς λαούς τό μήνυμα τού Ευαγγελίου». Οι Απόστολοι μιλούσαν στή γλώσσα τού κάθε λαού.

2. Η δεύτερη περίπτωσις τής γλωσσολαλιάς είναι ένα από τά χαρίσματα τού Αγίου Πνεύματος πού δίδεται στούς πιστούς. Δέν είναι τό ίδιο μέ τήν γλωσσολαλιά τών Αποστόλων. Τό χάρισμα αυτό είναι επικοινωνία μέ τό Θεό, δοξολογική προσευχή, μυστική, νοερά προσευχή. Τό χάρισμα αυτό είναι γιά ιδιωτική χρήσι, γιά τήν ιδιωτική προσευχή τού χριστιανού καί όχι γιά τήν δημόσια κοινή λατρεία μέσα στούς ναούς.

Ο Απόστολος Παύλος λέγει «ο λαλών γλώσση ούκ ανθρώποις λαλεί αλλά τώ Θεώ· ουδείς γάρ ακούει, πνεύματα δέ λαλεί μυστήρια» (Α΄ Κορ. ιδ΄ 2). Δηλαδή ηγλώσσα δέν ακούγεται καί δέν απευθύνεται στούς ανθρώπους τούς πιστούς τής Εκκλησίας σέ ώρα ακολουθίας. Απευθύνεται στό Θεό. Κινείται η γλώσσα, χωρίς νά ακούγεται φωνή.

Στίς Πράξεις τών Αποστόλων συναντάμε δύο περιστατικά με αυτό τό χάρισμα, τό οποίο θά παρουσιάσουμε.

• Η περίπτωσις τού Κορνηλίου

Καθώς μιλούσε ο Απόστολος Πέτρος στό σπίτι τού Κορνηλίου «επέπεσε τό Πνεύμα τό Άγιον επί πάντας τούς ακούοντας τόν λόγον. Καί εξέστησαν οι εκ περιτομής πιστοί όσοι συνήλθον τώ Πέτρω, ότι καί επί τά έθνη η δωρεά τού Αγίου Πνεύματος εκκέχυται· ήκουον γάρ αυτών λαλούντων γλώσσαις καί μεγαλυνόντων τόν Θεόν»(Πραξ. ι΄ 44-46). Καί στή συνέχεια βαπτίσθηκαν. Η γλωσσολαλιά, λέει ο ιερός συγγραφεύς, συνέβη πρίν την βάπτισιν εις τό ύδωρ καί ήταν δοξολογία. Ήταν δέ φανερή, γιά νά φανή ότι «ίσην δωρεάν έδωκεν αυτοίς ο Θεός ως καί υμίν πιστεύσασιν» (Πράξ. ια΄ 17).

• Στην Έφεσο μέ τούς μαθητάς τού Ιωάννου

Ο Απόστολος Παύλος βρήκε κάποιους «μαθητάς» πού είχαν βαπτισθή στό βάπτισμα Ιωάννου καί αγνοούσαν τό Άγιο Πνεύμα.

Τούς βάπτισε στό νερό καί όταν έθεσε τά χέρια του στίς κεφαλές τους «ήλθε τό Πνεύμα τό Άγιον επ’ αυτούς, ελάλουν τε γλώσσαις καί προεφήτευον» (Πράξ. ιθ΄ 1-7). Στήν περίπτωσι αυτή γλωσσολαλούν μετά από τό βάπτισμα, γιά νά γίνη φανερή η απόκτησις τού Αγίου Πνεύματος σ’ αυτούς πού τό αγνοούσαν.

• Οι γλωσσολαλούντες τής Κορίνθου

Στήν Κόρινθο η κατάστασις ήταν πολύ άσχημη. Χριστιανοί πού είχαν αυτό τό κατώτερο χάρισμα, ήθελαν νά επιβληθούν σ’ αυτούς, πού είχαν ανώτερα χαρίσματα. Αύτό έφερε αναταραχή κατά τήν ώρα τής κοινής προσευχής καί δημιούργησε διασπάσεις.

Ο Απόστολος Παύλος αναφέρει οκτώ χαρίσματα· «ο Θεός έθετο εν τή Εκκλησία πρώτον αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, έπειτα δυνάμεις, είτα χαρίσματα ιαμάτων, αντιλήψεις, κυβερνήσεις, γένη γλωσσών» (Α΄ Κορ. ιβ΄ 28).

Σύμφωνα μέ τόν μεγαλύτερο σύγχρονο Έλληνα Θεολόγο π. Ιωάννη Ρωμανίδη, οι Απόστολοι καί οι Προφήτες ευρίσκοντο στήν θέωσι. Προφήτες στήν πρώτη Εκκλησία ήσαν οι Επίσκοποι καί όσοι άλλοι ευρίσκοντο στήν θέωσι. Ενώ οι άλλοι χαρισματούχοι, μετά τήν κάθαρσι ευρίσκοντο στόν φωτισμό. Αυτοί, λοιπόν, πού ευρίσκοντο στό κατώτερο χάρισμα «τής γλωσσολαλιάς» ήθελαν νά επιβληθούν στούς Αποστόλους καί τούς Επισκόπους πού ευρίσκοντο στήν θέωσι.

Έρχεται, λοιπόν, ο Απόστολος Παύλος γιά νά διορθώση τούς πλανεμένους καί νά βάλη σέ τάξι τά τής λατρείας καί τών χαρισμάτων. Συνοπτικά μάς λέει:

• Η γλωσσολαλιά είναι τελευταίο χάρισμα (Α΄ Κορ. ιβ΄ 4-11).

• Δέν είναι υποχρεωμένοι όλοι νά μιλούν γλώσσες, «μή πάντες γλώσσαις λαλούσι;» (Α΄ Κορ. ιβ΄ 30).

• Υπάρχει ανώτερο χάρισμα· η αγάπη. «Ζηλούτε τά χαρίσματα τά κρείττονα», «εάν ταίς γλώσσαις τών ανθρώπων λαλώ καί τών αγγέλων, αγάπην δέ μή έχω γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον» (ιγ΄ 1).

• Τά χαρίσματα είναι «πρός οικοδομήν». (Α΄ Κορ. ιδ΄ 12-26).

• Είναι γιά τούς απίστους, όχι γιά τούς πιστούς (Α΄ Κορ. ιδ΄ 22).

• Εμποδίζει τούς απίστους νά έλθουν στήν Εκκλησία. Θά πούν «ότι μαίνεσθε»(Α΄ Κορ. ιδ΄ 23).

• Δημιουργεί ακαταστασία (Α΄ Κορ. ιδ΄ 33).

• Είναι ένδειξις νηπιότητος καί όχι ωριμότητος (Α΄ Κορ. ιδ΄ 20).

• Ο απόστολος Παύλος είχε τό χάρισμα αλλά δέν τό χρησιμοποιούσε. Προτιμούσε νά κατηχή μέ πέντε λόγους «διά τού νοός» (Α΄ Κορ. ιδ΄ 19).

• Ο διδάσκων ανώτερος από τόν γλωσσολαλούντα (Α΄ Κορ. ιδ΄ 24- 25).

• Νά διδάσκουν παρά νά γλωσσολαλούν· «Θέλω δέ πάντας υμάς λαλείν γλώσσαις, μάλλον (μετάφρ.= περισσότερο) δέ ίνα προφητεύητε· μείζων ο προφητεύων ή (μετάφρ.= παρά) ο λαλών γλώσσαις» (Α΄ Κορ. ιδ΄ 5).

Τά προβλήματα πού είχαν δημιουργήσει «οι γλωσσολαλούντες» στήν πρώτη Εκκλησία δημιουργούν σήμερα σέ χειρότερο βαθμό οι Πεντηκοστιανοί. «Φυσιωμένοι»από τήν έπαρσι καί τήν αλαζονεία έχουν ξεκοπή από τήν Εκκλησία χωρίς νά τούς ωφελή σέ τίποτε τό λεγόμενο ψευτο-χάρισμα τής ψευτο«γλωσσολαλιάς». Δέν είναι πρός οικοδομήν, αλλά πρός καταστροφήν τους.

Η «γλωσσολαλιά» τών σημερινών Πεντηκοστιανών δέν έχει καμμιά σχέσι ούτε μέ τίς κατανοητές γλώσσες πού λαλούσαν οι Άγιοι Απόστολοι, ούτε μέ τό χάρισμα τής νοεράς προσευχής τών πρώτων χριστιανών.

Στό επόμενο άρθρο μας θά δούμε, πώς τό χάρισμα τής γλωσσολαλιάς υπάρχει καί διατηρείται μέσα στήν Αγία Ορθοδοξία καί πώς ταυτίζεται μέ τήν νοερά προσευχή.

 

Ἡ «γλωσσολαλιὰ» εἶναι ἡ νοερὰ προσευχὴ

 

Επικρατεί μεγάλη σύγχυσι γιά τό τί ήταν τό χάρισμα τής γλωσσολαλιάς στήν πρώτη Εκκλησία. Έρχονται οι Πεντηκοστιανοί καί ισχυρίζονται ότι οι σχιζοφρενικές καταστάσεις καί οι υστερικές κραυγές τους είναι η γλωσσολαλιά.

Στίς συναθροίσεις τους, συνεχώς καί αδιαλείπτως, τά θύματα τών Πεντηκοστιανών υφίστανται πλύση εγκεφάλου καί ψυχολογική βία, ότι πρέπει οπωσδήποτε νά βαπτισθούν στό “Άγιο Πνεύμα”. Καί ότι απόδειξι τού βαπτίσματος στό “Άγιο Πνεύμα” είναι η γλωσσολαλιά.

Τήν ώρα τής κοινής προσευχής τους, ξαφνικά πέφτουν κάτω καί αρχίζουν νά ουρλιάζουν. Είναι εκτός εαυτών καί σέ κατάστασι υστερίας. Μιά κατάστασι πού σέ καμμιά περίπτωση δέν θά μπορούσε νά ονομασθή χάρισμα τού Αγίου Πνεύματος. Μόνο δαιμονικές καταστάσεις θά μπορούσαν νά χαρακτηρισθούν.

Απαντώντας κάποιοι Ορθόδοξοι στούς Πεντηκοστιανούς, έλεγαν ότι η γλωσσολαλιά ήταν μόνο γιά τήν εποχή τής πρώτης Εκκλησίας, ότι δέν υπάρχει σήμερα καί ότι δέν χρειάζεται στήν εποχή μας. Αυτό δείχνει φοβερή άγνοια τής παραδόσεώς μας καί τής Ορθοδόξου Θεολογίας. Τή σωστή διδασκαλία τή διαφύλασσαν όσοι είχαν σχέσι μέ τήν ασκητική ζωή τής Εκκλησίας μας.

α) Δύο σύγχρονοι ομολογητές τής Ορθοδοξίας

Τή σωστή Ορθόδοξη απάντηση διατήρησαν καί ομολόγησαν στήν εποχή μας, ο σύγχρονος ομολογητής, π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος καί ο μεγάλος Καππαδόκης Θεολόγος, π. Ιωάννης Ρωμανίδης.

Ο αείμνηστος π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος, οργανωτής τής αντιαιρετικής άμυνας τής Εκκλησίας, έλεγε καί έγραφε, ότι η γλωσσολαλιά ήταν μυστική προσευχή καί ταυτίζεται μέ τήν νοερά προσευχή. Μάς υπενθυμίζει τούς λόγους τού αποστόλου Παύλου· «ο γάρ λαλών γλώσση ουκ ανθρώποις λαλεί, αλλά τώ Θεώ· ουδείς γάρ ακούει, πνεύματι δέ λαλεί μυστήρια» (Α΄ Κορ. ιδ΄ 2). Η γλωσσολαλιά δέν ακούγεται. Γι’ αυτό καί ο απόστολος Παύλος προτιμά νά μιλήση «πέντε λόγους διά τού νοός»του, παρά «μυρίους λόγους έν γλώσση» (Α΄ Κορ. ιδ΄ 19). Καί αυτό τό χάρισμα δέν χρειάζεται κανείς νά τό επιδεικνύη πρός τούς πιστούς, αλλά πρός τούς απίστους, οι οποίοι έτσι βεβαιώνονται γιά τήν παρουσία τού Θεού καί τήν δυνατότητα επικοινωνίας μαζί Του.

Εκείνος, όμως, πού ανέπτυξε σέ πλάτος καί σέ βάθος τό χάρισμα τής γλωσσολαλιάς είναι ο αείμνηστος π. Ιωάννης Ρωμανίδης, ο οποίος έρχεται ξεκάθαρα καί μέ πολλές αποδείξεις νά πή καί νά ξαναπή, ότι τό χάρισμα τής γλωσσολαλιάς υπάρχει σήμερα μέσα στήν Ορθόδοξη Εκκλησία. Η γλωσσολαλιά είναι αυτό πού λέμε σήμερα νοερά προσευχή.

Η ερμηνεία τού π. Ρωμανίδη είναι αξιοπρόσεκτη, διότι προέρχεται από τόν πιό σπουδαίο ίσως Ορθόδοξο Θεολόγο. Η θεολογική βαρύτητά του δίνει καί μεγάλη βαρύτητα στήν ερμηνεία αυτή.

Επιτρέψτε μου νά σάς παρουσιάσω αύτό τό σημαντικό χάρισμα τής πρώτης Εκκλησίας, πού είναι σημαντικό καί γιά τήν σημερινή Εκκλησία μας, η οποία δέν στερείται χαρισμάτων.

Άς αρχίσουμε νά ξετυλίγουμε τήν διδασκαλία τού π. Ιωάννου.

β) Τό Άγιο Πνεύμα προσεύχεται εντός μας

Η βασική διδασκαλία τών Πατέρων είναι ότι τό Άγιο Πνεύμα είναι αυτό πού προσεύχεται, όταν έλθη μέσα στήν καρδιά τού ανθρώπου.

Σύμφωνα μέ τό λόγο τού αποστόλου Παύλου «εξαπέστειλε ο Θεός τό πνεύμα τού υιού αυτού εις τάς καρδίας υμών, κράζον· αββά ο πατήρ» (Γαλ. δ΄ 6), «ελάβετε πνεύμα υιοθεσίας, εν ώ κράζομεν· αββά ο πατήρ» (Ρωμ. η΄ 15) καί «καί αυτό τό πνεύμα υπερεντυγχάνει στεναγμοίς αλαλήτοις» (Ρωμ. η΄ 26).

Οι Προτεστάντες καί oι Παπικοί καί κάποιοι δικοί μας προτεσταντίζοντες, πού δέν ξέρουν γιά Άγιο Πνεύμα, λένε, ότι απόδειξι ότι κάποιος έχει πάνω του τό Άγιο Πνεύμα είναι ότι αυτός ο άνθρωπος προσεύχεται. Τό Άγιο Πνεύμα πού έχει μέσα του τόν υποκινεί καί τόν εμπνέει νά προσεύχεται. Όταν θέλη ο άνθρωπος νά προσευχηθή, έρχεται υποχρεωτικώς τό Άγιο Πνεύμα, πού τόν υποκινεί καί τόν εμπνέει νά προσεύχεται.

Όταν ο άνθρωπος περάση από τήν κάθαρσι στό φωτισμό, τότε έρχεται τό Άγιο Πνεύμα μέσα στην καρδιά του καί εκείνο προσεύχεται εντός του. Τότε αποκτά τό χάρισμα τής νοεράς προσευχής.

Δέν είναι λογική προσευχή, πού περνάει μέσα από διανοητικά λογικά σχήματα. Δέν είναι λατρεία πού προσφέρεται στό Θεό άπό τόν άνθρωπο, μέ πρωτοβουλία τού ανθρώπου. Τό Άγιο Πνεύμα έχει μεταφέρει τήν προσευχή από τή λογική στήν καρδιά. Η διάνοια τότε παρακολουθεί, αφουγκράζεται, ακροάται τήν ευχή τού Πνεύματος μέσα στήν καρδιά.

Τότε γίνεται η καρδιά ναός τού Αγίου Πνεύματος.

Η καρδιά τού ανθρώπου γίνεται ιερέας καί ψάλτης, καί ο άνθρωπος εκείνος βιώνει τήν εσωτερική – μυστική ιερωσύνη.

γ) Ο προσευχόμενος είναι ναός τού Αγίου Πνεύματος

 Αυτή τήν κατάσταση, λέει ο απόστολος Παύλος, τήν καταλαβαίνει μέσα του ο άνθρωπος· «αυτό τό πνεύμα συμμαρτυρεί τώ πνεύματι ημών ότι εσμέν τέκνα Θεού»(Ρωμ. η΄ 16). Καί λέει ο π. Ιωάννης: «Τό πνεύμα, όμως, πώς συμμαρτυρεί “τώ πνεύματι ημών”; Δέν είναι αυτό η νοερά προσευχή; Διότι, άν δέν είναι αυτό νοερά προσευχή, τότε τί είναι; Είναι καμμιά φαντασία κανενός φαντασμένου ανθρώπου;».

Αυτό ήταν η εμπειρία των Πατέρων γιά τίς δογματικές αλήθειες πού τίς δίδασκε τό Άγιο Πνεύμα πού είχαν μέσα τους. Γι’ αυτό στις συζητήσεις μέ τούς αιρετικούς, έλεγαν ότι αυτή τήν αλήθεια πού υπερασπιζόμαστε εμείς, τή γνωρίζουμε προσωπικά.

Ο απόστολος Παύλος στή σειρά τών χαρισμάτων βάζει «τά γένη τών γλωσσών», δηλαδή τά διάφορα είδη τής νοεράς προσευχής, τελευταία στόν κατάλογο τών χαρισμάτων. Αυτοί, λοιπόν, οι χαρισματούχοι τάραξαν τήν Εκκλησία τής Κόρινθου, θέλοντας νά εξισωθούν μέ τούς άλλους δηλαδή τούς αποστόλους, τούς προφήτας, τούς διδασκάλους.

Η νοερά προσευχή ήταν η προϋπόθεσις, γιά νά έχουν τά άλλα, τά μεγαλύτερα χαρίσματα, τής διδασκαλίας, τής διακυβερνήσεως, τών ιαμάτων κ.ά.

Οι Απόστολοι καί οι Προφήτες ευρίσκοντο στή θέωση, γι’ αυτό οι Απόστολοι ώς διαδόχους Επισκόπους ελάμβαναν εκ τών Προφητών, δηλαδή τών θεουμένων. Οι Προφήτες τής πρώτης Εκκλησίας ήταν οι Επίσκοποι. Οι διδάσκαλοι ήσαν οι πρεσβύτεροι, πού ευρίσκοντο στό φωτισμό. Καί τά υπόλοιπα χαρίσματα ευρίσκοντο στό φωτισμό.

Ο απόστολος Παύλος, όταν απευθύνεται στούς πιστούς τής Κορίνθου καί τούς λέει ότι «είσθε ναός τού Αγίου Πνεύματος» καί ότι «έχετε τό Άγιο Πνεύμα μέσα σας»καί ότι «θέλω πάντας υμάς γλώσσαις λαλείν», αναφέρεται σέ πιστούς πού από τήν κάθαρση είχαν περάσει στό φωτισμό καί είχαν στήν κατοχή τους διάφορα είδη τής νοεράς προσευχής.

Η νοερά προσευχή τού Αγίου Πνεύματος μέσα στήν καρδιά, πού εκφράζεται μέ «στεναγμούς αλαλλήτους», όταν είναι γιά τήν οικοδομή τής Εκκλησίας, τότε συμμετέχει καί η λογική στήν προσευχή καί τή λατρεία. Η προσευχή η δημόσια, πού γίνεται μέ ψαλμούς, ύμνους, μέ λόγια καί μουσική, δέν εμποδίζει, ούτε εμποδίζεται από τή νοερά προσευχή. Μπορεί ο πιστός νά ψάλλη καί ταυτόχρονα καί νά προσεύχεται ακατάπαυστα καί μέσα στήν καρδιά του τό Άγιο Πνεύμα.

Η λογική προσευχή είναι τού ανθρώπου πρός τό Θεό, ενώ η νοερά προσευχή είναι η προσευχή τού Αγίου Πνεύματος, εν Χριστώ, στό Θεό.

Ο απόστολος Παύλος επιτιμά τούς χριστιανούς τής Κορίνθου πού δέν προσεύχονταν εκφώνως μαζί μέ τούς άλλους αδελφούς.

«Θέλω δέ πάντας υμάς λαλείν γλώσσαις, μάλλον δέ ίνα προφητεύητε· μείζων γάρ ο προφητεύων ή ο λαλών γλώσσαις, εκτός ει μή διερμηνεύει, ίνα η εκκλησία οικοδομήν λάβη» (Α΄ Κορ. ιδ΄ 5).

Ο προσευχόμενος «γνωρίζει από προσωπική του πείρα τόν αναστάντα Χριστό “κατοικούντα εν τή καρδία του” μαζί μέ τόν Πατέρα. Ο Χριστός είπε ότι «όταν θά κατοικήση τό Πνεύμα τό Άγιο μέσα σας, θά έλθω καί εγώ μαζί μέ τόν Πατέρα καί θά κατοικήσω μέσα σας».

Η προσευχή αυτή ονομάζεται καί αδιάλειπτη μνήμη τού Θεού.

Έτσι ο άνθρωπος ξαναζεί τήν προπτωτική κατάσταση απ’ τήν οποία εξέπεσε.

ΤΟ ΧΑΟΣ ΤΩΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΙΑΝΩΝ

 Μέ αγάπη στούς πλανεμένους αδελφούς

 

ΠΗΓΗ: Ὀρθόδοξο χριστιανικὸ περιοδικὸ «Ἁγία Λυδία», Ἰανουάριος – Φεβρουάριος 2005