Η παρακμή ως ιδεολογία

Σεραφείμ Γ. Κωνσταντίνου

φιλολόγου

Ἡ παιδεία καὶ ὁ τρόπος ποὺ πραγματώνεται αὐτή σὲ κάθε τόπο ἀπεικονίζει ὣς ἕναν βαθμὸ τὴν κρατοῦσα στὴ συγκεκριμένη χώρα ἰδεολογία καὶ ἀποτελεῖ τὸν πυλῶνα τῶν ἀξιῶν καὶ τῶν ἰδανικῶν της. Φυσικά, ὅσο καὶ ἂν ἡ κεκτημένη ταχύτητα τῆς μεταμοντέρνας καινοτομίας ἔχει ἐπηρεάσει ἀξίες καὶ ἰδανικά, αὐτὰ πάντοτε θὰ ἀποτελοῦν τὰ σημεῖα ἀναφορᾶς τῶν κοινωνιῶν. Στὴν ἐκπαιδευτικὴ πραγματικότητα τοῦ τόπου μας σήμερα εὔκολα εἶναι ἀνιχνεύσιμα στοιχεῖα τὰ ὁποῖα παραπέμπουν σὲ μιὰ τραγικὴ ἀντίφαση, ποὺ ἀβίαστα θὰ ὑποστήριζε κανένας ὅτι φτάνουν ἴσαμε τὴν ἄρνηση τοῦ ἴδιου μας τοῦ ἑαυτοῦ. Τὴν ἄρνηση τῆς ταυτότητας ὡς λαοῦ ποὺ κοινώνησε μὲ κοσμοϊστορικὲς ἀλήθειες καὶ ποὺ τὴν ἴδια στιγμὴ τὶς ἀποδιώχνει, ἐπιδιώκοντας τὴν ἀσφάλεια βεβαιοτήτων εὐρωπαϊκῆς κατασκευῆς καὶ προέλευσης. Μάλιστα σὲ μιὰ ἐποχή, ὅπου  ὁ ὁδοστρωτῆρας τοῦ οἰκουμενισμοῦ συντρίβει ἰδιαιτερότητες, ὁδηγῶντας σὲ φασιστικὴ ὁμοιομορφία τοὺς λαούς, ἡ ἑλληνικὴ ἐκπαίδευση καὶ, δυστυχῶς, μεγάλο μέρος τῶν λειτουργῶν της κηρύττουν παρακμιακὲς συνταγὲς ἀγωγῆς.

paideia476467Τὰ τρανὰ ἀδιέξοδα τῆς ἐποχῆς μας, τὸ ἀλλοτριωμένο ἀνθρώπινο πρόσωπο ποὺ μετεβλήθη σὲ ἀποκρουστικὸ προσωπεῖο θεωροῦν ὅτι μπορεῖ νὰ λυτρωθεῖ μὲ τὴν προσφυγὴ σὲ ἕναν ἄθεο οὐμανισμὸ ποὺ λατρεύει τὸν ὀρθολογισμὸ καὶ ἐξοβελίζει τὴ μεταφυσική. Προβάλλει ὡς πρότυπα κοινωνίες ποὺ ἐπέτυχαν ἀνθρωπιστικὴ παιδεία, ἐνῷ ἐθελοτυφλεῖ μπροστὰ στὸ ἐξοργιστικὸ ἀδιέξοδο στὸ ὁποῖο αὐτὲς ἔχουν ὁδηγηθεῖ μέσῳ τῆς ἴδιας ὁδοῦ. Ἀπορρίπτει τὸ βιωμένο θαῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τὴ στροφὴ στὴν ἀγάπη τοῦ πλησίον ποὺ χαρίζει τὴν ἐν Χριστῷ λύτρωση. Στὰ τραγικὰ προβλήματα τῶν νέων μας, ὅπως ἡ κατάθλιψη, τὸ ἄγχος ἢ ἔλλειψη οἰκογενειακῆς θαλπωρῆς, ἡ πανοῦκλα τῶν ἑξαρτησιογόνων οὐσιῶν, βλέπει κανεὶς μὲ θλίψη νὰ προτάσσονται ὡς «λύσεις» ἡ προσφυγὴ στὸν νέο «θεὸ» τοῦ πανσεξουαλισμοῦ καὶ τῆς σαρκολαγνείας, στροφὴ στὴ «δύναμη» τοῦ «ἐγώ», ἑνὸς μισεροῦ καὶ ἀδυσώπητου γιὰ τὸν συνάνθρωπο ἐγώ, ποὺ δικαιώνει τοὺς ἑαυτούς μας κατακρίνοντας παράλληλα τὸν συνάνθρωπο. Ἀποφεύγεται ὡς σκοταδιστικὴ ἡ καλλιέργεια τῆς ταπεινοφροσύνης, ἡ ἀποφυγὴ τῆς αὐτοδικαίωσης καὶ ἡ ἐμπέδωση τῆς αἴσθησης ὅτι μπροστὰ στὸ μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ ὁ ἄνθρωπος «ἀσφαλίζεται» αἰσθανόμενος ὅτι εἶναι «ὑποκάτω ὅλης τῆς κτίσεως».

Ἡ οἰκογένεια δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὶς δαγκάνες τοῦ «ἐκσυγχρονισμοῦ» καὶ προβάλλεται ὡς μιὰ συμφωνία περιορισμένης εὐθύνης, ἡ ὁποία θὰ μποροῦσε νὰ διεκπεραιωθεῖ ἀκόμα καὶ μὲ δυὸ ὑπογραφὲς στὸ γραφεῖο ἑνὸς συμβολαιογράφου. Τὰ ἀναγνώσματα ποὺ βλέπει κανένας στὰ σχολεῖα μας, σὲ μεγάλο βαθμὸ, ἀναπαράγουν τέτοια ἀρρωστημένα πρότυπα διαλυμένων οἰκογενειῶν καὶ ἀδιέξοδων καταστάσεων. Ἡ ἐγκατάλειψή της κρίνεται ὡς ἀποθέωση τῆς ἐλεύθερης βούλησης, ὡς δικαίωμα καὶ ἔκφραση χειραφέτησης, ἐνῷ τὰ ὅποια προβλήματά της ἀφήνονται νὰ τὰ ρυθμίζουν ἐπ’ ἀμοιβὴ ἐπαγγελματίες ψυχολόγοι, τὴν ἴδια στιγμὴ ποὺ ἡ ἐξομολόγηση καὶ ὁ πνευματικὸς ἀπωθοῦνται ὡς παρωχημένες πρακτικές. Ἡ κατάνυξη καὶ ὁ ἁγιασμὸς τοῦ κυριακάτικου οἰκογενειακοῦ ἐκκλησιασμοῦ ἐξοβελίζονται μετὰ βδελυγμίας, γιατὶ μπαίνουν ἐμπόδιο στην παρακμιακή ὁμαδικὴ διασκέδαση τοῦ Σαββατόβραδου ποὺ ἀποκτηνώνει. Σαρκάζει ὡς ἀναχρονιστικὴ καὶ καταπιεστική τῆς «φύσεως» τὴν ἐγκράτεια καὶ προτείνει τὴ διδασκαλία τῆς σεξουαλικῆς ἀγωγῆς, ἀδυνατεῖ ὅμως ἢ ἀποφεύγει νὰ ἐξηγήσει τὴν ἐξόφθαλμη πραγματικότητα ἡ ὁποία θέλει τὰ  τεράστια κοινωνικά, οἰκογενειακὰ καὶ ἀτομικὰ προβλήματα νὰ ἐμφανίζονται στὶς κοινωνίες τῆς λεγόμενης σεξουαλικῆς ἀπελευθέρωσης, ὅπου η σεξουαλική ἀγωγὴ ἦταν καθιερωμένη. Μέσα στὸ σύγχρονο ἑλληνικὸ σχολεῖο ἡ πολιτικὴ ὡρίμανση ποὺ θὰ ἀποδώσει ὁλοκληρωμένους πολῖτες βιώνεται ὡς αὐτόνομη λειτουργία, ἀποκομμένη ἀπὸ τὴν κοινότητα καὶ ἡ ὁποία μιμεῖται δουλικά το πολιτικὸ ἀδιέξοδο. Δὲν γίνεται ἀντιληπτὴ ὡς ὑπεύθυνη καὶ ξεχωριστῆς σημασίας προσφορὰ τῆς ἀτομικότητας μέσα ἀπὸ τὴν ἑτερότητα.

Ἡ ἱστορία πιὰ εἶναι πασίγνωστο ὅτι διδάσκεται νοθευμένη. Ἀποκρύπτει τεχνηέντως ἥρωες καὶ ἐπικὲς στιγμές, ἰσοπεδώνει μὲ τέτοιον τρόπο τὰ γεγονότα καὶ συκοφαντεῖ κυρίως τὸν κλῆρο καὶ τὴν ἐκκλησία μας μὲ ἀπώτερο στόχο νὰ δημιουργήσει τὴν ἐντύπωση ὅτι, ὅσα διδασκόμασταν μέχρι τώρα, ἀποτελοῦσαν ἰδεολογήματα. Ὅμως, κάπως ἔτσι μεθοδεύεται ἡ ἀποδόμηση τοῦ ἔθνους μας καὶ οἱ νέοι μας παγιδεύονται σὲ μιὰ παθητικότητα ποὺ ἐξασφαλίζει στοὺς κρατοῦντες τὴν κυριαρχία. Ἡ παιδεία μας λοιπὸν βηματίζει ἐπικίνδυνα σὲ ἕνα ὀλέθριο ἀδιέξοδο, ὅταν σχεδιάζει τὸ μέλλον της στηριζόμενη πάνω στὶς σαθρὲς βάσεις τῆς δυτικῆς σκέψης. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὁ δυτικὸς ἄνθρωπος καλλιέργησε κοινωνίες ἀκραίου ὀρθολογισμοῦ οἱ ὁποῖες πέτυχαν τεχνολογικὰ θαύματα καὶ διαχειριστικὰ στοιχήματα. Ὀργάνωσαν οἰκονομικὲς αὐτοκρατορίες ποὺ κυριαρχοῦν στὴν ἐποχή μας, ἀλλὰ προετοίμασε ταυτόχρονα τὸ ρήμαγμα τῆς ψυχῆς, λεηλάτησε καὶ τὴν τελευταία ἰκμάδα τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας καὶ ὁδήγησε τὸ ἄτομο σὲ πλῆρες ἀδιέξοδο. Οἱ μαθητὲς μας μαθαίνουν τὴν πλάνη τῆς νεωτερικότητας καὶ μυοῦνται στὴν ἄβυσσο τοῦ δυτικοῦ μηδενισμοῦ, ἀναζητῶντας ἐρείσματα στὴν ἀθεϊστικὴ φιλοσοφία, μέσα στὴν χριστιανικὴ Ἑλλάδα ποὺ κρύβει ἀμύθητους θησαυροὺς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς πνευματικότητος καὶ παράδοσης. Τὰ νέα παιδιά μας ποτίζονται μὲ τὸ δηλητήριο μιᾶς παρακμιακῆς ἀντίληψης, ἡ ὁποία δυστυχῶς ἀποτελεῖ τὴν κυρίαρχη ἰδεολογία τόσο τῆς πολιτικῆς ἡγεσίας ὅσο καὶ πολλῶν δυστυχέστατα λειτουργῶν τῆς παιδείας. Ἡ μοναδικὴ εὐθύνη ἀπέναντι στὸν Θεὸ καὶ τὴν πατρίδα μας δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴ συνειδητοποίηση τῆς ἀπάτης καὶ τὴν στροφὴ στὴ δροσερή νερομάνα τῆς ἐκκλησιαστικῆς καὶ ἐθνικῆς συνάμα αὐτοσυνειδησίας μας. Αὐτὸ θὰ καταστεῖ δυνατὸ μὲ τὴ μελέτη καὶ τὴν κατανόηση τοῦ πλούτου, ποὺ η ἐκκλησία μας κουβαλάει στοὺς αἰῶνες, καὶ τὴ μετάγγισή του μὲ ὑπομονὴ στὰ νέα παιδιὰ ποὺ ἀγωνιοῦν γιὰ τὸ αὔριο, ἀλλὰ μποροῦν νὰ ἔχουν γκόλφι καὶ φυλαχτὸ τὴν ἀδιάψευστη ἐλπίδα τοῦ Χριστοῦ μας. Γένοιτο.